Ενα βιβλίο - ύμνος στην μπάλα. Ενα βιβλίο που βάζει βαθιά το νυστέρι σε ένα άθλημα που μετατρέπεται σε όργανο επιβολής της κυριαρχίας των ισχυρών. Από τις αλάνες των αρχών του 20ού αιώνα και τα γήπεδα της Μακρονήσου μέχρι τον «άθλο» της Πορτογαλίας και τη μιζέρια της «παράγκας»
«Μια θρησκεία χωρίς άπιστους - ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ» (Εκδόσεις «ΛΙΒΑΝΙ») είναι το δοκίμιο που ο Νίκος Μπογιόπουλος και ο Δημήτρης Μηλάκας, οι δυο συνάδελφοι του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ, συνέγραψαν. Ενα δοκίμιο γεμάτο μεράκι και αγάπη για το άθλημα - σύντροφο του λαού - αλλά και θυμό για τους μεγιστάνες του χρήματος και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους που το ελέγχουν απόλυτα και το έχουν μετατρέψει σε βιομηχανία θεάματος με μοναδικό σκοπό το κέρδος.
Ενα βιβλίο που μαζί με τον πρόλογο του πανεπιστημιακού Γιώργου Ρούση, το κοσμεί ο πρόλογος του ανεκτίμητου και αλησμόνητου συναδέλφου Πάνου ΓΕΡΑΜΑΝΗ (στον οποίο και είναι αφιερωμένο το βιβλίο), που αυτό ήταν ίσως και το τελευταίο του κείμενο για την άλλη μεγάλη του αγάπη, εκτός από το λαϊκό τραγούδι, το ποδόσφαιρο.
***
*
Οι συγγραφείς τονίζουν: «Ναι το ποδόσφαιρο είναι "θρησκεία", αλλά ο "Θεός" της δεν είναι ο πρόεδρος της εκάστοτε ΠΑΕ»!
Το έχουν σφετεριστεί οι μεγιστάνες του χρήματος, αλλά το ποδόσφαιρο θα παραμένει πάντα το άθλημα του λαού. Το αποδεικνύει η «σχέση» του Μαραντόνα με το Ιράκ. Η σχέση του ποδοσφαίρου με την ηθική, όπως την περιέγραφε ο Κάμεϊ. Η σχέση του Γιάννη Ρίτσου με το παιδί που παίζει μπάλα το Δεκέμβρη του '44. Η σχέση του Χατζιδάκη με τον Τζορτζ Μπεστ. Το αποδεικνύουν οι 280 σελίδες ενός βιβλίου που ο πλούτος των στοιχείων του εκπλήσσει και η γραφή του συναρπάζει.
***
Αυτό το κεφάλαιο μας πηγαίνει... πίσω:
Η ιστορία σαν κι αυτή του Νίκου Γόδα, ίσως σε κάποιους φανεί ακατανόητη. Οχι όμως και στον Κάμεϊ. Οπως σημειώνεται στο βιβλίο, ο Αλπερτ Κάμεϊ, σαν τερματοφύλακας της ομάδας του πανεπιστημίου της Αλγερίας, είχε αντιληφθεί το... «ακατανόητο», και το εξηγούσε λέγοντας: «Οσα γνωρίζω περί ηθικής και καθήκοντος, μού τα έμαθε το ποδόσφαιρο».
***
Οπως τονίζουν οι Μπογιόπουλος - Μηλάκας, η ουσία της δύναμης του ποδοσφαίρου, παρά τα νταραβέρια του με τον κάθε Κοσκωτά ή τον κάθε Μπερλουσκόνι, δεν είναι άλλη από την αθωότητα του παιχνιδιού. Αθωότητα, που τελικά το κρατά «καθαρό» και «αλώβητο στη συνείδηση της κερκίδας».
***
*
Δεν είναι λοιπόν περίεργο που αυτή η «οικειότητα» που δημιουργεί το ποδόσφαιρο με το πολυπληθές κοινό του, δεν έμεινε απαρατήρητη από εκείνους που θέλουν να καθορίζουν τις ζωές των ανθρώπων. «Εταιρείες, κυβερνήσεις, κοινωνικοί σχηματισμοί προσπαθούν, αξιοποιώντας το μηχανισμό της ταύτισης με την άλφα ή βήτα ποδοσφαιρική ομάδα, να κερδίσουν προσεταιριζόμενοι την πελατεία του αθλήματος».
Η «ανάπτυξη» - ή μήπως καλύτερα η υπερεκμετάλλευση - του αθλήματος οδήγησε τελικά το ποδόσφαιρο στα χέρια των «χορηγών» που με τη μορφή τεράστιων πολυεθνικών διασυνδεδεμένων με τη διαφήμιση και τα τεράστια τηλεοπτικά δίκτυα, διαφεντεύουν σήμερα το ποδόσφαιρο. Χαρακτηριστική της σημερινής ποδοσφαιρικής πραγματικότητας η προειδοποίηση της γερμανικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας προς τον τερματοφύλακα της ομάδας Γενς Λέμαν, πως αν επιθυμεί να αγωνίζεται με την εθνική ομάδα θα πρέπει να μην ξαναφορέσει τα γάντια της nike που χρησιμοποιεί. Εντολή που, στις μέρες μας, ακούγεται «λογική», αφού όλοι γνωρίζουν ότι χορηγός της γερμανικής εθνικής ομάδας, ήταν η Αdidas!
*
O «έλεγχος της μάζας» και το χρήμα, είναι δύο προφανείς μαγνήτες, που έλκουν όλους όσοι είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν στο σημερινό ποδοσφαιρικό προϊόν, σημειώνουν οι συγγραφείς. Καθώς το ποδόσφαιρο απευθύνεται σε κοινό δισεκατομμυρίων, δεν απαιτείται μεγάλη προσπάθεια για να αναδειχτεί η πολιτική παράμετρος του φαινομένου και των δυνατοτήτων που παρέχει σε «δυνατούς» του χρήματος και της πολιτικής εξουσίας να διεισδύσουν στις λαϊκές συνειδήσεις μέσω της μπάλας.
***
Στις σελίδες του βιβλίου γίνεται μια σκιαγράφηση της πορείας που μετέτρεψε το παιχνίδι σε χρηματιστηριακό προϊόν, στον τρόπο που κάποιες ποδοσφαιρικές οικονομίες «απογειώθηκαν» συγκροτώντας τραστ για να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους στο χώρο. Σκιαγραφείται το πώς η πλούσια δυτική μητρόπολη, συνεχίζει την παράδοση της εκμετάλλευσης των «ποδοσφαιρικών» αποικιών του τρίτου κόσμου.
*
Το βιβλίο «Μια θρησκεία χωρίς άπιστους - ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ», μιλά για το ποδόσφαιρο στην Ευρώπη, στον κόσμο και την Ελλάδα. Καταγράφει την ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου από τις αλάνες των αρχών του περασμένου αιώνα μέχρι την ηρωική ποδοσφαιρική ομάδα των κρατουμένων της Μακρονήσου και την αποπομπή του κομμουνιστή Μουράτη, του θρυλικού «Μιζούρι» από την εθνική ομάδα. Καταγράφει τη μεγαλειώδη πορεία της Εθνικής ομάδας στην Πορτογαλία και καταδεικνύει πόσο απέχει αυτός ο άθλος από την πραγματικότητα του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Μιλά χωρίς να αυτολογοκρίνεται για το πώς εξελίχθηκε το επαγγελματικό ποδόσφαιρο στην Ελλάδα τα τελευταία 25 χρόνια, τα χρόνια της δήθεν εξυγίανσης, της ίντριγκας και της «παράγκας». Μιλά για τους παράγοντες που αναζητούν βιτρίνα για να συνεχίσουν τις δουλιές τους και για τα κατορθώματά τους.
*
Το βιβλίο «Μια θρησκεία χωρίς άπιστους - ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ», βάζει βαθιά το νυστέρι σε ένα άθλημα που το παιχνίδι είναι «σικέ», που οι «πρόεδροι» το λεηλάτησαν, που οι ψευτοδιανοούμενοι το συκοφάντησαν, που οι κυβερνήσεις το πέταξαν στην εξέδρα. Τονίζει ότι «σε έναν κόσμο που τα δύο του τρίτα βρίσκονται στο περιθώριο, μοιάζει με πολυτέλεια να αναζητούμε την ουσία του ποδοσφαίρου την ίδια στιγμή που μεγάλο ζητούμενο παραμένει η αναζήτηση ενός άλλου, δικαιότερου και καλύτερου κόσμου. Αλλά - όπως τονίζουν χαρακτηριστικά οι συγγραφείς του - αυτή είναι και η ουσία στο ποδόσφαιρο! Την μπάλα που εμείς ψάχνουμε, εκεί θα τη βρούμε να γκελάρει, στα γήπεδα μιας άλλης, πιο δίκαιης, δημοκρατικής και ανθρώπινης κοινωνίας».