ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Συμφωνία ταξικής συναίνεσης και υποταγής

Τα δικαιώματα και οι διεκδικήσεις των εργαζομένων υποθηκεύτηκαν ξανά στην ΟΝΕ και η ΓΣΕΕ επικρότησε την επιχειρηματολογία των εργοδοτών και της κυβέρνησης για λιτότητα διαρκείας

Κυριακή 28 Μάη 2000

Τη βδομάδα που πέρασε, «έκλεισε» και τυπικά η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, με την υπογραφή της από τη ΓΣΕΕ και τις εργοδοτικές οργανώσεις ΣΕΒ, ΕΣΕΕ και ΓΣΕΒΕΕ. Η νέα αυτή σύμβαση, διετούς διάρκειας, μοιάζει με ένα κακόγουστο «αστείο» σε βάρος των εργαζομένων, που επαναλαμβάνεται. Για μια ακόμη φορά, οι εργοδότες προέβαλαν την ανάγκη «προστασίας» της οικονομίας, της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας, έτσι ώστε να επιβάλουν τις μικρότερες δυνατές αυξήσεις, τόσο μικρές που μπορούν με ασφάλεια να θεωρηθούν μηδαμινές, ενώ οι εργαζόμενοι βιώνουν την απώλεια σημαντικού μέρους του εισοδήματός τους από μια μακρόχρονη πολιτική λιτότητας που συνεχίζεται και σήμερα.

Αυτή τη φορά, οι εργοδότες θεώρησαν ότι οι αυξήσεις- «ψίχουλα» που προβλέπει η σύμβαση ήταν αναγκαίο να δοθούν ώστε να προστατευτεί το... «εθνικό συμφέρον», το οποίο θα υπηρετηθεί από τη «διατηρησιμότητα» της οικονομίας στην εντός ΟΝΕ εποχή. Αναγνωρίζοντας τη μεγάλη κερδοφορία των επιχειρήσεων ο, μέχρι πριν λίγες μέρες, πρόεδρος του ΣΕΒ, Ι. Στράτος, εξαιρετικά κυνικός, δήλωσε στην προτελευταία διαπραγματευτική συνάντηση, ότι αυτή άλλοτε υπάρχει και άλλοτε όχι. Σε επόμενες δηλώσεις, το μήνυμα που δόθηκε ήταν ότι αυτή η κερδοφορία δεν πρέπει να απειληθεί από τις αυξήσεις των εργαζομένων(!), καθώς τα κέρδη πηγαίνουν σε... επενδύσεις που δημιουργούν ανάπτυξη και αύξηση της απασχόλησης.

Η πρόσφατη συνέλευση του ΣΕΒ, όπου εκφράστηκε η πρόθεσή του για ακόμη δυναμικότερες παρεμβάσεις και η κυβέρνηση διαβεβαίωσε για τις κοινές επιδιώξεις, έρχεται να συμπληρώσει την «εικόνα» της σκλήρυνσης της στάσης του κεφαλαίου. Εξάλλου, απαίτηση του ΣΕΒ ήταν και η προεκλογική εξαγγελία του πρωθυπουργού για την απαλλαγή, των αμειβόμενων με την ΕΓΣΣΕ εργατών, από τις ασφαλιστικές εισφορές. Ενα μέτρο, που, εκτός των άλλων κινδύνων που κρύβει, χρησιμοποιήθηκε για να μη δοθούν πραγματικές αυξήσεις. Ακόμη και ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ έφτασε στο σημείο να μιλάει για 12 - 13% αυξήσεις, σπέρνοντας την τέλεια σύγχυση στους μη ενημερωμένους εργαζόμενους!!!

Ολη αυτή η φαιδρή επιχειρηματολογία έγινε αποδεκτή από την πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΕ (ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ). Για μια ακόμη χρονιά, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Χρ. Πολυζωγόπουλος, δήλωσε απόλυτα ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα της σύμβασης, θεωρώντας ότι προστατεύεται το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων αλλά και ...αυξάνεται. Κατά την επίσημη υπογραφή της σύμβασης, ανέφερε ότι ήταν η καλύτερη δυνατή στις σημερινές συνθήκες. Για μια ακόμη φορά, η ηγεσία της ΓΣΕΕ ικανοποίησε τους εργοδότες και την κυβέρνηση, στήριξε με κάθε μέσο την αντεργατική πολιτική και καταδίκασε τους εργαζόμενους σε ακόμη δυο χρόνια «σφιξίματος του ζωναριού». Μια επίσημη δηλαδή παραδοχή ότι υπερισχύουν όχι τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, αλλά οι επιδιώξεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, του κεφαλαίου και της κυβέρνησης, που τις ενστερνίζεται και τις προωθεί με προθυμία.

Την ίδια ώρα, το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο καταδίκαζε τη συμφωνία της ντροπής και επιμένοντας στην πρότασή του για 250.000 βασικό μισθό και 10.000 κατώτερο μεροκάματο, καλούσε τους εργαζόμενους και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις να διεκδικήσουν αγωνιστικά αυτή την πρόταση στις κλαδικές και επιχειρησιακές συμβάσεις που θα ακολουθήσουν μετά την υπογραφή της ΕΓΣΣΕ.

Η υπονόμευση των συμβάσεων

Η ευθύνη της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ είναι μεγάλη, όχι μόνο γιατί ξεπούλησε την υπόθεση της σύμβασης με τα ποσοστά αυξήσεων που συμφώνησε και τις «θεσμικές» δεσμεύσεις της, αλλά και επειδή με την τακτική της καθυστέρησε σημαντικά την υπογραφή της ΕΓΣΣΕ. Ανάλογα καθυστέρησε και η υπογραφή των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, οι οποίες επιπλέον έχουν πολύ χαμηλό «σημείο εκκίνησης».

Καθώς η ΓΣΕΕ έχει επιλέξει ως μονόδρομο πια και χωρίς προσχήματα τον κοινωνικό διάλογο-απάτη και προσφέρει στους εργοδότες διαρκή «εργασιακή ειρήνη», επηρεάζονται αρνητικά όλοι οι εργασιακοί κλάδοι. Οι εργαζόμενοι αδρανοποιούνται, μένουν έξω από τη διαδικασία διαμόρφωσης, διαπραγμάτευσης και διεκδίκησης των αιτημάτων τους.

Αυτή τη στιγμή είναι «ανοιχτές» πολλές κλαδικές συμβάσεις, των ιδιωτικών υπαλλήλων, των ξενοδοχοϋπαλλήλων και γενικότερα του επισιτισμού-τουρισμού κ.ά. Κάποιες από αυτές βρίσκονται στον Οργανισμό Διαιτησίας και Μεσολάβησης. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, εκεί που οι ταξικές δυνάμεις έχουν πλειοψηφία, βρίσκονται σε μια διαδικασία πάλης για ουσιαστικές αυξήσεις και θεσμικές διεκδικήσεις μέσα από τις συλλογικές τους συμβάσεις. Στον κλάδο του εμπορίου και των ιδιωτικών υπαλλήλων είχαμε και τις πρώτες διαφοροποιήσεις, με το πλαίσιο που κατέθεσαν πέντε σωματεία στους εργοδότες και την Ομοσπονδία τους.

Διάφοροι κλάδοι βρίσκονται σε αναβρασμό, ενώ υλοποιούνται και άλλες παράλληλες πρωτοβουλίες σε αγωνιστική κατεύθυνση, που απαντούν και στην ανάγκη προστασίας των ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Χαρακτηριστικό είναι το πρόγραμμα κινητοποιήσεων της Ομοσπονδίας Κλωστοϋφαντουργίας - Ιματισμού - Δέρματος σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα κλπ. σχεδιάζουν να παρέμβουν και πρωτοβάθμια σωματεία ετοιμάζονται να παλέψουν αυτό το διάστημα για καλύτερες συμβάσεις.