ΗΠΑ
Οι «εργαζόμενοι συνταξιούχοι»
Κυριακή 19 Ιούνη 2005

Τα γνωστά ...συσσίτια για τους φτωχούς
Τα σχέδια της κυβέρνησης των ΗΠΑ να περικόψει την Κοινωνική Ασφάλιση κατά 46% είναι λίγο - πολύ γνωστά. Αλλά και τα αποτελέσματα μιας τέτοιας ενέργειας θα οδηγήσουν στην ακόμα παραπέρα επιδείνωση της ζωής του λαού. Σήμερα στις ΗΠΑ, υπάρχουν 35,9 εκατομμύρια άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων και 12,9 εκατομμυρίων παιδιά που ζουν κάτω από το επίσημο επίπεδο φτώχειας, ενώ 1 στα 10 νοικοκυριά ζει με το φόβο πως θα του λείψει το φαγητό.

Ηδη στις ΗΠΑ, έχει καταργηθεί το διάλειμμα κατά τη διάρκεια της εργασίας, όπου οι εργαζόμενοι αναγκάζονται να δουλεύουν μασουλώντας ταυτόχρονα το φαγητό τους. Το ίδιο ισχύει σε πολλές περιπτώσεις και για τις άδειες που παίρνουν για να πάνε διακοπές, όπου παίρνουν μαζί τους δουλιά ή ακόμα δουλεύουν υπερωρίες πριν φύγουν διακοπές. Τώρα πια, η έννοια της σύνταξης, όπως τη γνωρίζουμε όλοι, απειλείται. Στις ΗΠΑ, οι συνταξιούχοι επιστρέφουν στη δουλιά - πολλές φορές σε βαριά χειρωνακτική δουλιά - ώστε να συμπληρώσουν τα απαιτούμενα χρήματα για να συντηρηθούν και να επιβιώσουν.

Πρόωρη συνταξιοδότηση δεν υπάρχει πλέον και ο καθένας μέχρι πρόσφατα περίμενε να φτάσει τα 67 χρόνια για να πάρει σύνταξη, να ξεκουραστεί, να ευχαριστηθεί τα εγγόνια του. Τώρα όμως, ηλικιωμένοι άνθρωποι στα 60, 70 και 80 τους χρόνια, επιστρέφουν στη δουλιά κατά χιλιάδες.

Μερικά στοιχεία...

Στα τέλη του 1995, το 29,3% του πληθυσμού άνω των 55 χρόνων εργαζόταν. Τα επόμενα 5 χρόνια, με την άνθηση της οικονομίας και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ο αριθμός αυτός έφτασε στο 31,7%. Μετά το 2001 και με την ύφεση της οικονομίας, αρκετοί εργαζόμενοι έχασαν τη δουλιά τους, όμως η εργασία για τους ηλικιωμένους αυξήθηκε επιπλέον 3,7%, φτάνοντας έτσι το 35,4% στα τέλη του περασμένου χρόνου.

Τα τελευταία 9 χρόνια, το ποσοστό εργασίας των εργαζομένων ηλικίας 55-65 χρόνων αυξήθηκε κατά 8% και κατά 22% για τους εργαζομένους 65-75 χρόνων. Και γι' αυτούς άνω των 75 χρόνων, το ποσοστό εργασίας αυξήθηκε κατά 42% από το 1995!

Και μάλιστα, το φαινόμενο αυτό, ορισμένοι προσπαθούν να το δικαιολογήσουν, λέγοντας πως πρόκειται για μια νέα τάση, όπως χαρακτηριστικά έχει δημοσιεύσει η εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς». Οπως αναφέρει, έχει αλλάξει το παλιό όνειρο κάθε εργαζομένου να πάρει μια σύνταξη και έχει πάρει τη θέση «νέου ονείρου όπου θα υπάρχει η ελευθερία να εργάζεται κανείς σε νέους τομείς, σε νέες θέσεις εργασίας, πράγματα που θα τον επιβραβεύουν». Επιβράβευση; Για εκατομμύρια Αμερικανούς συνταξιούχους δεν πρόκειται για επιβράβευση, αλλά για μιαν αναγκαιότητα, ώστε να μπορέσουν να επιζήσουν.

Ενας συνταξιούχος ξοδεύει το 22% της σύνταξης για ιατρικές δαπάνες, ενώ, παράλληλα, υπάρχει και μια γενικότερη τάση για κατάργηση διάφορων ιατρικών επιδομάτων από τις επιχειρήσεις. Οι συνταξιούχοι ενοικιαστές δίνουν το 41% της σύνταξής τους στα ενοίκια, ενώ όσοι κατέχουν δικό τους σπίτι ξοδεύουν υψηλά ποσά στη φορολογία και το κόστος θέρμανσης.

Οταν τα έξοδα υπερβαίνουν τη σύνταξη, οι ηλικιωμένοι είναι αναγκασμένοι να υποθηκεύουν τα σπίτια τους και να ζουν από τις πιστωτικές τους κάρτες. Από το 1989, η αναλογία πιστωτικών καρτών - ηλικιωμένων άνω των 65 χρόνων που έχουν υποθηκεύσει τα σπίτια τους έχει διπλασιαστεί. Μέχρι το 2000, το 28% από αυτούς είχαν υποθηκεύσει τα σπίτια τους, σε αντίθεση με το 21%, το 1990. Υπερβολικά επιτόκια, ληστρικές πρακτικές υποθήκευσης, που είχαν στόχο τους πρεσβύτερους, συνέβαλαν στον τριπλασιασμό του επιπέδου πτώχευσης την τελευταία δεκαετία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Ιατρικής Σχολής και της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ, οι μισές πτωχεύσεις του 2001, όπου εμπλέκονται 2 εκατομμύρια οφειλέτες και τα παιδιά τους, οφείλονται σε ιατρικά έξοδα.

Η νέα πρόταση ιδιωτικοποίησης του Προέδρου Μπους, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και περικοπές στην Κοινωνική Ασφάλιση για τους μελλοντικούς συνταξιούχους, μαζί με την «παράταση του επαγγελματικού βίου», που έχει ζητήσει ο πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Αποθέματος, Αλαν Γκρίνσπαν, και την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια, σκιαγραφούν τις μαύρες και δύσκολες μέρες που περιμένουν τους πολίτες των ΗΠΑ.


Κ. Χ.