Ο φιλειρηνιστής Αριστοφάνης
Ο Ευριπίδης με τα «υλικά» της τραγωδίας, υπό το πρίσμα του ρεαλισμού και της υπερρεαλιστικής ειρωνείας στις «Τρωάδες», στην «Εκάβη», στις δυο «Ιφιγένειες» και την «Ελένη» καταδικάζει αμετάκλητα τον πόλεμο.
Ο Αριστοφάνης με τα «υλικά» της κωμωδίας, επίσης υπό το πρίσμα του ρεαλισμού - της πραγματικότητας της εποχής του - και του υπερρεαλισμού που λευτερώνει την ποιητική φαντασία, με τρία έργα του καταδίκασε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο (431-404), ζητώντας και υμνώντας την ειρήνη. Το 425 π.Χ. με τους «Αχαρνείς», το 421 π.Χ. με την «Ειρήνη» και το 411 π.Χ. με τη «Λυσιστράτη». Τρεις κωμωδίες ολότελα διαφορετικές και ως προς τη μυθοπλοκή, αλλά και ως προς την αντίληψή τους. Διαφορετικότητα που αντανακλούσε την ιστορικοκοινωνική πραγματικότητα και την πορεία του πολέμου.
Το 425 π.Χ., που ο πόλεμος μαινόταν, ο Αριστοφάνης γράφει τους «Αχαρνείς». Μη βλέποντας καμιά προοπτική για σύναψη ειρήνης μεταξύ Αθήνας - Σπάρτης, αντίθετα βλέποντας το Δήμο και τους θεσμούς του να παρακμάζουν και άκριτα να σύρονται από τα συμφέροντα των καιροσκόπων του πολέμου, βάζει τον ήρωά του Δικαιόπολη να τα «σούρνει» του Δήμου, να συνάπτει ατομική ειρήνη και να επωφελείται των αγαθών της, προκειμένου να διεγείρει το συλλογικό αντιπολεμικό φρόνημα. Στα 421 π.Χ., καθώς επεκτείνονται οι ολέθριες συνέπειες του πολέμου και επόμενα φουντώνει το αντιπολεμικό φρόνημα, ο Νικίας διαπραγματεύεται μια ειρήνη που δεν έμελλε να στεριώσει. Τις μέρες της σύναψης της συμφωνίας ειρήνης ο Αριστοφάνης γράφει την «Ειρήνη», εκφράζοντας το καθολικό αίτημα του εξαθλειούμενου αθηναϊκού λαού για οριστική ειρήνη. Ο ήρωάς του Τρυγαίος, ως εκπρόσωπος των Αθηναίων «ανεβαίνει» στους Ολύμπιους «θεούς», με τη βοήθεια του Ερμή απελευθερώνει τη «φυλακισμένη» Ειρήνη και καταπολεμώντας όλα τα φιλοπόλεμα συμφέροντα, κατεβάζει την Ειρήνη στη γη, μαζί με τα αγαθά της, την Οπώρα (η ευκαρπία της ειρήνης) και τη Θεωρία (η δημοκρατία της Βουλής του Δήμου). Τέλος, όταν στα 411 ο πολεμικός παραλογισμός ρημάζει τα πάντα, ο Αριστοφάνης με τη «Λυσιστράτη» κάνει το μεγάλο - όχι μόνο φιλειρηνικό αλλά κοινωνικό - «άλμα». Αναθέτει τον καθοριστικό και νικηφόρο αγώνα για την ειρήνη στο «όργανο» της ζωής, στις καταπιεσμένες, χωρίς κανένα κοινωνικό και πολιτικό δικαίωμα, γυναίκες.
Μια αληθινή «γιορτή» του θεάτρου είναι η παράσταση της «Ειρήνης» από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Είναι από τις σπάνιες εκείνες παραστάσεις, όπου συντελείται μια παράξενη καλλιτεχνική «χημεία», σμίγοντας όλους τους συντελεστές της σε μια ευτυχή συνδημιουργία, όπου τα πάντα και οι πάντες επί σκηνής ευδαιμονούν, προς αισθητική και ψυχαγωγική απόλαυση και του κοινού. Στην προκειμένη περίπτωση έσμιξαν τέλεια: Η χυμώδης, άμεση γλωσσικά, ευθύβολη νοηματικά, με χιούμορ, αλλά και χωρίς ακρότητες, μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη. Τα αριστουργηματικά, χρωματικά και σχεδιαστικά οργιαστικά κοστούμια του Σκοτσέζου σκηνογράφου Κένι ΜακΛέλαν και το ευφάνταστο σκηνικό του Γιώργου Σουγλίδη. Η υπέροχη χορογραφία του Ισίδωρου Σιδέρη - χορογραφία που με τη ζωντάνια, το νεύρο, την εκφραστική της δύναμη, μας θύμισε τις αλησμόνητες χορογραφίες των «Ορνίθων» και των «Αχαρνέων» σε σκηνοθεσία του Κ. Κουν. Το χορογραφικό αποτέλεσμα ήταν βέβαια «τέκνο» και της εξαιρετικής, παιγνιώδους μουσικής του Γιώργου Χριστιανάκη, της καλής διδασκαλίας της από τον Νίκο Βουδούρη και της αψεγάδιαστης εκτέλεσής της από τα πολύ καλά ασκημένα φωνητικά μέλη του Χορού. Αφανής «μαέστρος», ο οποίος καθοδήγησε και γονιμοποίησε όλους τους καλλιτεχνικούς συντελεστές και τους ερμηνευτές ήταν ο Γιάννης Ιορδανίδης, επιτυγχάνοντας με την τρίτη του αυτή παράσταση αρχαίου δράματος, συνολικά την καλύτερη σκηνοθεσία του. Είχε, βέβαια, στη διάθεσή του ένα μεγάλο ερμηνευτικό «κεφάλαιο» στον Αριστοφάνη. Τον Θύμιο Καρακατσάνη, που ευεργέτησε αυτή τη συνολικά ευτυχή καλλιτεχνική συνεύρεση με το τεράστιο μέγεθος και τη μοναδικότητα του πηγαίου και «σοφού» ταλέντου του, αποδείχνοντας ότι ξέρει και να πειθαρχεί σε ό,τι το αξίζει και χαρίζοντας λυτρωτικό αλλά και νοήμον γέλιο στους θεατές του. Με μια τέτοια καλλιτεχνική συγκυρία είναι φυσικό όλοι οι ηθοποιοί να προσφέρουν αφειδώλευτα το υποκριτικό κέφι τους και στους ομιλούντες και στους βωβούς ρόλους και στο Χορό. Αξίζουν, λοιπόν, όλοι αναφοράς: Κώστας Χαλκιάς, Τάκης Παπαματθαίου, Δημήτρης Διακοσάββας, Νίκος Καπέλιος, Γιάννης Κλίνης, Γιώργος Κολοβός, Γιάννης Λάζαρης, Γιώργος Γαλίτης, Δημήτρης Καμπερίδης, Γιάννης Τσορτέκης, Κώστας Σαντάς, Σταύρος Βαφειάδης, Κώστας Μπάσης, Χάρης Γεωργιάδης, Γιώργος Ντουμούζης, Δήμος Κουτρούλης, Στέργιος Τζαφέρης, Νίκος Μαγδαληνός, Τάσος Κοντραφούρης, Αρης Τσαμπαλίκας, Γιάννης Τσεμπερλίδης, Κωνσταντίνος Καρβέλης. Ιδιαίτερης μνείας αξίζει η συμβολή των κορυφαίων του Χορού Αστέρη Πελτέκη, Αλέξανδρου Μπουρδούμη και Γρηγόρη Σταμούλη.