Στα γεγονότα αυτά αποκαλύφθηκε όλο, σχεδόν, το εύρος των ανθρώπινων χαρακτήρων. Δεν υπήρξε ομοιομορφία αντιδράσεων τέτοια, ώστε να βγει το συμπέρασμα πως αυτό ήταν αποτέλεσμα κοινής εκπαίδευσης και κουλτούρας. Ειδικά του πολεμικού ναυτικού. Αντίθετα, στις συμπεριφορές των στελεχών του στρατού αυτό παρατηρήθηκε, εάν εξαιρέσουμε την απαίτηση δύο αξιωματικών να τους δοθεί στο πραξικόπημα γραπτή εντολή του Α/ΓΕΣ. Η αεροπορία βρισκόταν στην Ελλάδα και δεν πλησίασε την Κύπρο, πλην της μοιραίας αποστολής των NOR ATLAS κατά την εισβολή των Τούρκων. Γενικά όμως μπορούμε να πούμε πως όπου υπήρξε συνδυασμός ιδεολογικού εξοπλισμού, γενικότερης μόρφωσης και άρτιας εκπαίδευσης, είχαμε πατριωτική συμπεριφορά και αντίσταση και στο πραξικόπημα και στον εξωτερικό εχθρό κατά την εισβολή.
Ο επικεφαλής του ναυτικού κλιμακίου φοβάται για τη ζωή του μετά την εισβολή των Τούρκων και φεύγει τρέχοντας από την Κύπρο, αντί να ζητήσει επίμονα να καθίσει και να πολεμήσει. Το ίδιο και το «πρωτοπαλίκαρό του», που έκανε τον γενναίο στους γιατρούς και στις νοσοκόμες του νοσοκομείου, του οποίου είχε αναλάβει τη φύλαξη. Υπήρξαν και αυτοί στο ναυτικό, και δίκαια ο πλοίαρχος τότε Ν. Παππάς εξανίσταται και εκφράζεται βίαια στην ΕΔΕ για τους καταλύτες της παράδοσης του ΠΝ.
Συνοπτική περιγραφή των δραστηριοτήτων εκατόν είκοσι επτά στελεχών των ΕΔ εμπλακέντων στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου περιλαμβάνεται σε μήνυση, που δεν εκδικάσθηκε, του Κύπριου Αρη Χατζηπαναγιώτου. Το φαινόμενο που παρατηρήθηκε (ενδεικτικό του μίσους που χώριζε) ήταν η ταφή των μακαριακών εκτός νεκροταφείων, σε ομαδικούς τάφους μαζί με τραυματισμένους, εάν αληθεύει η ανατριχιαστική περιγραφή. Στην ίδια μήνυση περιγράφονται και οι δραστηριότητες στελεχών του ναυτικού και κύρια με βαριές κατηγορίες κατά του αντιπλοιάρχου Παπαγιάννη και υποπλοιάρχου Ντάνου.
Ολες οι οδηγίες και οι διαταγές στο πραξικόπημα ήταν προφορικές, πλην του τμήματος που αφορούσε στη διοικητική μέριμνα, το οποίο και εκδόθηκε γραπτά. Δηλαδή οδηγίες για τροφοδοσία κάθε είδους, μεταφορές, περίθαλψη ασθενών, ομαδική ταφή νεκρών (χωριστά χριστιανών και μουσουλμάνων), κ.ο.κ.
Εντύπωση επίσης προξενεί το γεγονός πως στην Αμμόχωστο δεν υπήρξαν στην ουσία συγκρούσεις στο πραξικόπημα, εκτός από πυροβολισμούς κατά του κτιρίου της Εθνοφρουράς, που δεν είχαν συνέχεια. Ενας από τους Ελλαδίτες, ο διοικητής Κ. Ζαρκάδας, και από τους Κυπρίους ο αστυνόμος Φεσσάς κατάφεραν να κρατήσουν την πόλη χωρίς θύματα. Οι υπερασπιστές της Αμμοχώστου, όμως, υποχώρησαν σχεδόν αμαχητί μετά από σχετική εντολή σε λίγες μέρες μπροστά στον προελαύνοντα ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ. Οι Τούρκοι δεν προχωρούσαν πέραν εκείνων, που είχαν σχεδιάσει, εάν συναντούσαν αντίσταση. Ο στρατιωτικός συγγραφέας (Σέργης) στο μέρος όπου περιγράφει τη σχεδίαση του ΓΕΕΦ για αντιμετώπιση του επερχόμενου ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ, αφήνει με σαφήνεια να εννοηθεί πως δεν υπήρχαν πλέον ελπίδες στην Κύπρο για τίποτε άλλο εκτός από υποχώρηση. Και μάλιστα ακριβώς στη γραμμή που διεκδικούσαν οι Τούρκοι, ήτοι τη σημερινή διαχωριστική των δύο κοινοτήτων. Ετσι όμως προβάλλεται η μοιρολατρική θέση της έλλειψης σθένους για πόλεμο. Με στρατιωτική ηγεσία στην Ελλάδα αλλά και στην Κύπρο ακατάλληλων και απρόθυμων για πόλεμο.
Οι Τούρκοι είχαν ορίσει τη γραμμή όπου ήθελαν να φτάσουν. Είναι εκείνη που σήμερα κατέχουν, εκτός του ελληνοκυπριακού τμήματος της Αμμοχώστου, που δεν ήταν στόχος τους. Το τμήμα αυτό εγκαταλείφθηκε κατά διαταγήν των νέων υπευθύνων της άμυνας του νησιού στη μεταπολίτευση.
Στη Γενεύη οι Τούρκοι έδωσαν το τελεσίγραφο και είπαν τι ακριβώς απαιτούσαν. Τότε ο Γκιουνές έδινε προθεσμία λίγης ώρας να απαντήσουν οι της ελληνικής αντιπροσωπείας, για την άμεση υπογραφή συμφωνίας. Ηξεραν πως δεν μπορούν να δεχτούν οι Μαύρος-Κληρίδης. Και έτσι είχαν την αφορμή για την προέλαση του ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ. Κανείς δε θα υπέγραφε τέτοια συμφωνία. Κατά μία άποψη ο συσχετισμός δυνάμεων στην Κύπρο μετά τον ΑΤΤΙΛΑ Ι, το ηθικό των ελληνικών και ελληνοκυπριακών δυνάμεων και οι λοιποί δυσμενείς παράγοντες, όπως και οι θέσεις που πλέον κατείχαν οι Τούρκοι, οδήγησαν το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς στη σχεδίαση (κατόπιν εντολής του ΑΕΔ) της υποχώρησης στη σημερινή γραμμή, με κύριο στόχο να μην υπάρξουν ανθρώπινες απώλειες, αφού τίποτα δε λειτουργούσε πλέον υπέρ της ελληνικής πλευράς. Ετσι προέκυψε η αμαχητί σχεδόν υπόλοιπη κατάληψη εδαφών στον ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ, που σήμερα ουσιαστικά είναι κάτι παραπάνω από την περίφημη «γραμμή Γκιουνές».
Υπήρξαν Μονάδες που πολέμησαν γενναία στην Κύπρο. Οπως υπήρξαν και μαχητές που επέδειξαν ιδιαίτερο ηρωισμό, μην υποχωρώντας μέχρι που σκοτώθηκαν. Ενδεικτικά σημειώνουμε περιπτώσεις που ξεχωρίζουν, καίτοι μια τέτοια επιλογή αφήνει απέξω και άλλους, που δεν αναφέρονται σε σχετικές εκδόσεις. Η δράση του 251 ΤΕ με τον αντισυνταγματάρχη Παύλο Κουρούπη, που σκοτώθηκε τελικά, η 31 ΜΚ στην πιο εντυπωσιακή κατάληψη του οχυρωμένου υψώματος Κοτζάκαγια, η τριλοχία της ΕΛΔΥΚ υπό τον αντισυνταγματάρχη Παναγιώτη Σταυρουλόπουλο και με τον ανθυπασπιστή Κέντρα να καλύπτει με τους άνδρες του μαχόμενος την απαγκίστρωση των υπολοίπων και έτσι «...θυσιάσθηκε για τη διάσωση άλλων ανδρών της ΕΛΔΥΚ...», το 211 ΤΕ και το 336 ΤΕ. Οι τρεις τελευταίες περιπτώσεις είναι και εκείνες που εμφανίζονται να αμύνονται με πείσμα σε αλλεπάλληλες επιθέσεις στον ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ.
Δεν ήταν οι στρατηγοί και οι ανώτατοι αξιωματικοί που αντιστάθηκαν στη δικτατορία. Οσοι απ' αυτούς υπήρχε η υπόνοια πως δε θα συμπράξουν και όσους αντέδρασαν, τους απέλυσε η χούντα από τους πρώτους μήνες. Ο Γεωργίτσης και οι άλλοι υψηλόβαθμοι του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου δεν έφεραν αντίρρηση, καίτοι φαινόταν ο παραλογισμός της κίνησης. Εφεραν αντίρρηση μικρών βαθμών αξιωματικοί. Από το στρατό οι δύο επικεφαλής των αρμάτων ζήτησαν γραπτή εντολή του Α/ΓΕΣ. Από το ναυτικό στην αρχή σχεδόν όλοι αντέδρασαν, και κάποιοι αρνήθηκαν πεισματικά μέχρι τέλους να συμπράξουν.
Την ίδια στιγμή προκαλεί ερώτημα και το ότι δεν υπήρξε δυναμική αντίδραση από Ελληνες στρατιωτικούς στο πραξικόπημα στην Κύπρο. Η εξήγηση είναι πως η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών ήταν επιλεγμένοι από τη χούντα μεταξύ των πιστών στην «επανάσταση» αλλά και αντιμακαριακών. Αν και αυτά τα δύο πάνε μαζί. Παράλληλα με την πλύση εγκεφάλου, το κλίμα, την τρομοκρατία. Οποιοι δεν ήταν πιστοί στο καθεστώς, απλά είχαν διαλάθει και δεν τους ενημέρωσε και κανείς για τη σχεδίαση. Εντούτοις τις τελευταίες μέρες πριν το πραξικόπημα το γνώριζαν, στο ναυτικό τουλάχιστον, όλοι εκείνοι που ήταν στην Κύπρο. Πόσο μάλλον του στρατού.
Ενας από τους αξιωματικούς του ναυτικού γράφει στη δική του αναφορά πως «...την 12ην, 13ην και 14ην Ιουλίου υπήρξαν συζητήσεις μεταξύ των αξιωματικών επί του γεγονότος ότι ικανός αριθμός νυμφευμένων υπαξιωματικών είχεν αποστείλει τας οικογενείας του εις Ελλάδα...». Το ότι δεν υπήρξαν ούτε και από το ναυτικό δυναμικές αντιδράσεις ενόψει του εγχειρήματος, παρότι κάποιοι αρνήθηκαν να συμπράξουν, πάλι με τον ίδιο τρόπο εξηγείται.