Μνημεία και αγορά
Κυριακή 4 Δεκέμβρη 2005

Η αγορά δεν είναι ένας αφηρημένος όρος, ούτε, πάλι, είναι μόνο ένας συγκεκριμένος χώρος, το κομμάτι μιας πόλης, να πούμε, όπου συναντιούνται δυο «κατηγορίες» ανθρώπων, αυτοί που πουλάνε κι αυτοί που αγοράζουν. Η αγορά, είτε είναι «όρος» είτε είναι «χώρος», είναι πρώτ' απ' όλα προϊόν της Ιστορίας. Κι αυτό σημαίνει πως την αγορά από την πρώτη της αρχή, με όποια μορφή κι αν είχε αυτή και όποιο περιεχόμενο, την προσδιόρισε η πάλη του ανθρώπου με το Αλλο. Κι αυτό το Αλλο πρώτα ήτανε η φύση, που την αντιμετώπιζε ο Ανθρωπος ως μοναχική ύπαρξη ή ως μέλος μιας ομάδας και ύστερα ήτανε η αντίπαλη Τάξη που την αντιμετώπιζε ως μέλος κι αυτός μιας άλλης τάξης. Στην πρώτη περίπτωση, το περιεχόμενο της «πάλης» ήτανε η ίδια η παραγωγή της τροφής και η διάθεση του πλεονάσματος, όταν αυτό προέκυπτε. Ιδιαίτερα, το «πλεόνασμα» ήτανε σημαντικός σταθμός στην Ιστορία. Ετσι ή αλλιώς όμως αυτό το πλεόνασμα δεν ήτανε μόνο μια «ποσότητα» στη ζωή των ανθρώπων, ήτανε και μια «ποιότητα». Τους ανάγκασε να προβληματιστούν, να σκεφτούν τι έπρεπε να κάνουν.

Το πρώτο, βέβαια, που σκέφτηκαν ήτανε: να φτιάξουν μεγάλα αγγεία, πιθάρια, δηλαδή, και να το υποθηκεύσουν, για να το ξοδέψουν αργότερα. Το δεύτερο, και δεν είναι αυθαίρετο να το υποθέσουμε, ήτανε να φροντίσουν έτσι ώστε και την άλλη χρονιά να έχουν το ίδιο πλεόνασμα. Και όταν, φυσικά, αυτό το πλεόνασμα θα μεγάλωνε, ασφαλώς και δε θα σκέφτηκαν μόνο να κάνουν μεγαλύτερα πιθάρια, γιατί μια τέτοια απόφαση θα προκαλούσε και άλλα προβλήματα, αλλά να το πάρουν στον ώμο, ή κάπως έτσι, να πάνε στο γειτονικό οικισμό και να το ανταλλάξουν με άλλα προϊόντα που τα είχανε ανάγκη. Ετσι πάνω κάτω γεννήθηκε η πρώτη αγορά στην Ιστορία του Ανθρώπου. Ετσι γεννήθηκαν και οι πρώτοι έμποροι. Δε θα ήτανε, λοιπόν, υπερβολικό να πούμε πως το πλεόνασμα είναι ένας σημαντικός ιστορικός σταθμός όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στον Πολιτισμό. Από τότε οι άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν αλλιώς την καθημερινή τους ζωή. Να αναζητούν τους Αλλους για να ανταλλάξουν αυτά που τους περίσσευαν με αυτά που τα είχαν ανάγκη και περίσσευαν στους άλλους. Εμπλεξαν έτσι οι δικές τους ζωές με τις ζωές των άλλων. Αναγκάστηκαν να βρούνε καινούριες λέξεις για να συνεννοηθούν, ώστε οι ανταλλαγές τους να γίνονται με τάξη. Φυσικά θα άρχισαν να παζαρεύουν, να μαλώνουν, να συνειδητοποιούν τι σημαίνει ποιότητα και τι κέρδος. Να συμβαίνει, με άλλα λόγια, αυτό που θα γράψει χιλιάδες χρόνια αργότερα ο Μαρξ «οι σχέσεις των ανθρώπων είναι σχέσεις εμπορευμάτων».

Στη δεύτερη περίπτωση, στην πάλη μιας Τάξης με μια άλλη Τάξη τα πράγματα άλλαξαν. Το «πλεόνασμα» δεν το διαχειρίζονταν οι ίδιοι οι παραγωγοί. Οι «άλλοι» δεν ήτανε πια οι αγαθοί γείτονες που ανάλογα με τις δικές τους ανάγκες, τα «ελλείμματα» ή τα «περισσεύματά» τους έπαιρναν μέρος σε ένα συμπαθητικό «πάρε-δώσε». Τα πιθάρια δεν μπορούσαν να παίξουν κανένα ρόλο, τη θέση τους την πήραν οι αποθήκες και τις αποθήκες, φυσικά, δεν τις διαφέντευαν οι ίδιοι οι παραγωγοί. Οσο μεγάλωνε το περίσσευμα τόσο μεγάλωναν κι αυτές και τη λειτουργία τους έπρεπε κάποιοι άλλοι να την ορίσουν. Τώρα με άλλες λέξεις. Κι όπου οι λέξεις δεν έφερναν αποτέλεσμα, έπαιρνε τη θέση τους το μαστίγιο. Επόμενο ήτανε, λοιπόν, οι άνθρωποι να χωριστούνε στα δυο, από τη μια μεριά αυτοί που κρατούσαν στο χέρι τους το μαστίγιο, κι από την άλλη εκείνοι που κουβαλούσαν στον ώμο τους το περίσσευμα. Πάνω κάτω έτσι άρχισε η Πάλη των Τάξεων, άλλοι να παράγουν και άλλοι να μαστιγώνουν!

(Συνεχίζεται)


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ