Παραμύθι διαμαρτυρίας
Πέμπτη 15 Ιούνη 2000

«Είναι ένα όμορφο βιβλίο, που το κάνουν ομορφότερο οι ζωγραφιές της Εύας Μελά». Αυτή ήταν η πρώτη κρίση του Μιχάλη Μερακλή για το παιδικό βιβλίο του Νίκου Μολυβιάτη «Το κάστρο που πέταξε», σε εκδήλωση - παρουσίασή του στο βιβλιοπωλείο της «Σύγχρονης Εποχής» (9/6). Η εκδήλωση πλαισιώθηκε με ανάγνωση αποσπασμάτων του βιβλίου από την ηθοποιό Κατερίνα Σουβλή, με τη συνοδεία μουσικής και όμορφων τραγουδιών από τρεις νεολαίους.

Ο ομότιμος καθηγητής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, μελετητής και του λαϊκού και έντεχνου παραμυθιού, με τη διεισδυτική ικανότητα του ειδικού, εξέτασε σφαιρικά - ιδεολογικά, μυθοπλαστικά, λογοτεχνικά - το παραμύθι του Ν. Μολυβιάτη, επισημαίνοντας ότι η κύρια αρετή του συνίσταται στην «εξισορρόπηση και εναρμόνιση ιδεολογικού μηνύματος και λογοτεχνικότητας». Ο Μ. Μερακλής, παραπέμποντας στον Πλούταρχο, ο οποίος έλεγε ότι «τα πάθη θερμαίνουν την αρετή», θεωρώντας χρήσιμα «τα θρέμματα των παθών», σημείωσε ότι ο Ν. Μολυβιάτης, με «σωστή παιδαγωγική αντίληψη», εκμεταλλεύεται θετικά «τα στοιχεία που προσιδιάζουν στην παιδική ψυχολογία», όπως η σύγκρουση των παιδιών στα παιχνίδια τους.

Ο Μολυβιάτης στο παραμύθι του χρησιμοποιεί τη σύγκρουση - επίθεση και άμυνα - των παιδιών για τη σωτηρία του κάστρου στο χωριό τους, του επίγειου παραδείσου τους, όπου έπαιζαν οι παππούδες κι οι γονείς τους και το οποίο απειλείται από τις τουριστικές μπίζνες ενός Ελληνοαμερικάνου και την ανόητη συγκατάθεση των ντόπιων θιασωτών των μπίζνες. Τα παιδιά υπερασπίζονται το κάστρο πολεμώντας, αλλά μη νικώντας τη σατανική «μηχανή» της μπίζνας. Γι' αυτό και χρειάζεται η δικαιοσύνη ενός υπερφυσικού «θαύματος». Το «θαύμα» γίνεται. Το κάστρο για να γλιτώσει από τους βάνδαλους κερδοσκόπους ...φεύγει γι' αλλού. Ο Ν. Μολυβιάτης χρησιμοποιεί το θαυμαστό και υπερφυσικό, θεωρώντας το «αναγκαίο για την αγωγή των παιδιών, ως δύναμη εξισορρόπησης ενός εκχυδαϊσμένου πια εξορθολογισμού των πάντων, ο οποίος απειλεί πρωιμότατα πλέον και την παιδική ηλικία», υπογράμμισε ο Μ. Μερακλής.

Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Θύμιος Παπανικολάου, λόγω αρρώστιας, δεν παρέστη στην εκδήλωση. Εστειλε, όμως, κείμενό του, με το οποίο επισήμανε ότι «σήμερα τα κριτήρια της τέχνης έχουν αμβλυνθεί, αν όχι ισοπεδωθεί και εμφανίζονται ως παιδική λογοτεχνία όλα τα υποπροϊόντα της καπιταλιστικής κουλτούρας, ένας σωρός σκουπιδιών, διά μέσου του οποίου επιχειρείται ο βιασμός του πνεύματος και της ψυχής του παιδιού». Αναφερόμενος στο βιβλίο, υπογράμμισε ότι «είναι ένα σύγχρονο παραμύθι», που «ακουμπάει στο συγκινησιακό κόσμο του παιδιού, αλλά και αποκαλύπτει και καταγγέλλει, μέσα από την ομορφιά του και τη μαγεία του λαϊκού παραμυθιού, το σύγχρονο κόσμο της αχαλίνωτης εμπορευματοποίησης των πάντων, τον εφιάλτη της "ελεύθερης αγοράς", την ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα. Είναι μια κραυγή διαμαρτυρίας εναντίον του κόσμου του χρήματος, που αδίστακτα και μοχθηρά εμπορευματοποιεί και καταστρέφει τα πάντα. Την κοινωνία, τη φύση, τον πολιτισμό, τις λαϊκές παραδόσεις, την ιστορία, την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου. Μια κραυγή διαμαρτυρίας ως ελπίδα για το μέλλον».

Για το βιβλίο μίλησε και ο Βαγγέλης Στογιάννης, διευθυντής του περιοδικού «Νέα Οικολογία», σημειώνοντας ότι το διδακτικό αυτό βιβλίο «είναι ένα καθρέφτης, όπου οι μεγάλοι μπορούν να δουν τον εαυτό τους. Τη σημερινή Ελλάδα, με αμέτρητα ξενοδοχεία, ξενώνες, ενοικιαζόμενα δωμάτια. Μια κοινωνία, που δεν υπηρετεί τον άνθρωπο, αλλά το εμπόριο. Που ενδιαφέρεται για το κέρδος και όχι για την ευτυχία των παιδιών της».


Α.