ΑΣΥΔΟΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΩΝ ΜΕ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ
Τοξικές βόμβες σε ολόκληρη τη χώρα!

Στην ευχέρεια του μεγάλου κεφαλαίου αφήνουν οι κυβερνήσεις την ασφάλεια και την ακεραιότητα των εργαζομένων

Σάββατο 29 Ιούλη 2006

Μόνιμη απειλή για τους εργάτες αποτελεί το καθεστώς ασυδοσίας που υπάρχει με την ανοχή της κυβέρνησης

Τα στοιχεία που έφερε τις τελευταίες μέρες στη δημοσιότητα ο «Ρ», με αφορμή την πυρκαγιά στο εργοστάσιο εμπορίας διαλυτών ΧΥΜΑ ΑΕ, όπως πλαστές άδειες, ανυπαρξία ελέγχου από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, παράνομες δεξαμενές για τις οποίες γνώριζε η κυβέρνηση, η νομαρχία Ανατολικής Αττικής και ο δήμος Λαυρίου χωρίς να πάρουν ουσιαστικά μέτρα προστασίας, ανέδειξαν, για άλλη μια φορά, ότι η εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας σε κάθε εργοστάσιο αφήνεται με ευθύνη των κυβερνήσεων αποκλειστικά στη βούληση του εργοδότη.

Ετσι, δεκάδες είναι οι βιομηχανίες σε ολόκληρη τη χώρα, από την Κομοτηνή, τις Σέρρες τη Θεσσαλονίκη, το Θριάσιο, την Αθήνα, τη Χαλκίδα και τη Θήβα, που διαχειρίζονται ή παράγουν επικίνδυνες ουσίες, οι οποίες στην περίπτωση «ατυχήματος», όπως η πρόσφατη πυρκαγιά στο Λαύριο, είναι έτοιμες να απελευθερωθούν στην ατμόσφαιρα.

Ο «Ρ», σε μια προσπάθεια να φέρει στο φως τις πραγματικές αιτίες και να αναδείξει τις ευθύνες για την πυρκαγιά στη ΧΥΜΑ ΑΕ στο Λαύριο, αλλά και κάθε τέτοιου προμελετημένου εγκλήματος που βαφτίζεται «ατύχημα», μίλησε με τον Μάκη Παπαδόπουλο, Μηχανικό Ασφαλείας και μέλος της Επιτροπής Θεμάτων Ασφαλείας και Υγείας του ΤΕΕ και την Εύη Γεωργιάδου, χημικό μηχανικό στο Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας και γραμματέα του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών.

«Γην και ύδωρ» στο κεφάλαιο

Eurokinissi

Τα ατύχημα στο Λαύριο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι όλα επαφίενται στη βούληση του εργοδότη
«Η εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας στο εσωτερικό κάθε επιχείρησης αφήνεται - στην πράξη - στη βούληση του εργοδότη. Αυτός αποφασίζει, για παράδειγμα, για την πληρότητα του συστήματος πυρασφάλειας, τις ασφαλείς διαδικασίες συγκόλλησης και κοπής, την ασφαλή αποθήκευση επικίνδυνων χημικών ουσιών. Αποφασίζει, λοιπόν, με γνώμονα το μέγιστο άμεσο κέρδος του και τις συνέπειες τις βιώνει ο λαός με οδυνηρό τρόπο», υπογραμμίζει εξαρχής ο Μάκης Παπαδόπουλος.

Σύμφωνα με όσα μας εξηγούν η Εύη Γεωργιάδου και ο Μάκης Παπαδόπουλος, το κράτος όχι απλά «κάνει τα στραβά μάτια» στην εργοδοτική ασυδοσία, αλλά προσφέρει «γην και ύδωρ» στο μεγάλο κεφάλαιο, προκειμένου να αυγατίζει τα κέρδη του. Συγκεκριμένα:

Σοβαρότατες συνέπειες

«Η σοβαρότητα των συνεπειών σχετίζεται με την υψηλή θερμική ακτινοβολία, η οποία αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς, με το ωστικό κύμα, εξαιτίας των εκρήξεων και με τη μεγάλη πιθανότητα πρόκλησης αλυσιδωτού ατυχήματος (το λεγόμενο φαινόμενο ντόμινο), καθώς στη συγκεκριμένη περίπτωση (σ.σ. Λαύριο) υπήρχε μεγάλη πιθανότητα επέκταση της φωτιάς στις υπόλοιπες δεξαμενές του εργοστασίου, όπως επίσης και στη γειτονική εγκατάσταση της ΔΕΗ, η οποία βρίσκεται σε πολύ μικρή απόσταση, με τραγικές συνέπειες», υπογραμμίζει η Εύη Γεωργιάδου.

Επίσης, η επικινδυνότητα αφορά και στην έκθεση των εργαζομένων και των κατοίκων σε επικίνδυνες ουσίες, είτε εξαιτίας της διαφυγής ποσοτήτων διαλυτών στην ατμόσφαιρα, είτε εξαιτίας των προϊόντων της καύσης αυτών.

Την ίδια στιγμή, όλα συνηγορούν στο ότι ήταν καθαρά θέμα τύχης ότι οι επιπτώσεις αυτές δεν ήταν ακόμα πιο τραγικές, να έχουμε απώλεια ανθρώπινων ζωών. «Η ύπαρξη και η δυνατότητα υλοποίησης ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού αντιμετώπισης ατυχήματος μεγάλης έκτασης ευτυχώς δε δοκιμάστηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν κρίνουμε από τα προβλήματα υποδομής της συγκεκριμένης περιοχής, π.χ. η δυνατότητα άμεσης μετακίνησης και περίθαλψης όλων των ευπαθών ομάδων του τοπικού πληθυσμού», λέει χαρακτηριστικά ο Μ. Παπαδόπουλος.

Η Εύη Γεωργιάδου τονίζει σχετικά με αυτό ότι «σε περίπτωση που συμβεί ένα μεγάλο ατύχημα, αφενός η ύπαρξη σχεδίου έκτακτης ανάγκης και αφετέρου η ενημέρωση και εκπαίδευση του πληθυσμού με βάση αυτό, καθώς και η ύπαρξη κατάλληλων υποδομών για την υλοποίησή του, είναι ιδιαίτερης σημασίας για την αποφυγή των συνεπειών του ατυχήματος».

Απαιτείται σχεδιασμός με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες

Για την πρόληψη τέτοιου είδους ατυχημάτων, σύμφωνα με τους δύο επιστήμονες, απαιτείται η λήψη μέτρων εγγενούς ασφάλειας που αφορά στο σχεδιασμό, στην αδειοδότηση, στην κατασκευή, στη λειτουργία και τη συντήρηση των εγκαταστάσεων, με βάση τις προδιαγραφές ασφάλειας, την τήρηση αποστάσεων ασφάλειας και εντός των ορίων μιας εγκατάστασης, αλλά και κάθε εγκατάστασης με άλλες εγκαταστάσεις και με κατοικημένες περιοχές.

«Το συγκεκριμένο ατύχημα υπογραμμίζει την ανάγκη ανάληψης αποκλειστικά από το κράτος των διαδικασιών προστασίας, πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου, καθώς και του ουσιαστικού ελέγχου τους», επισημαίνει ο Μάκης Παπαδόπουλος, ενώ η Εύη Γεωργιάδου συμπληρώνει ότι «η ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος προϋποθέτει έναν κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας με γνώμονα το σύνολο των λαϊκών αναγκών και όχι το καπιταλιστικό κέρδος».

«Στον αντίποδα αυτής της πολιτικής και με κριτήριο την προστασία της ασφάλειας και της υγείας τους, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος, οι εργαζόμενοι και οι κάτοικοι θα πρέπει να παλέψουν για τον προσανατολισμό των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους στην εργοδοτική ευθύνη και την ουσιαστική και συνδυασμένη εφαρμογή του συνόλου των σχετικών νομοθετικών προβλέψεων και κανονισμών», καταλήγει η Εύη Γεωργιάδου.