ΣΟΦΤΕΞ
Σε ... προδιαγεγραμμένη τροχιά διάλυσης
Κυριακή 9 Ιούλη 2000

Ακριβώς, ένα χρόνο μετά το ξεπούλημα της μεγαλύτερης χαρτοβιομηχανίας της χώρας, της ΣΟΦΤΕΞ, οι κυβερνητικές «ιαχές» περί σωτηρίας της επιχείρησης και της διασφάλισης 1.275 θέσεων εργασίας, έχουν ήδη πέσει στο κενό. Στο ίδιο κενό που έχουν πέσει δεκάδες - αν όχι εκατοντάδες - επιχειρήσεις, που, κατά κύριο λόγο, με σκανδαλώδεις διαδικασίες, πήραν το δρόμο του ξεπουλήματος. Το αποτέλεσμα δεν ήταν άλλο, παρά μόνο η συρρίκνωση των επιχειρήσεων, η απόλυση των εργαζομένων και, άλλοτε το οριστικό τους κλείσιμο. Στην υπόθεση όμως της ΣΟΦΤΕΞ, δεν πρόκειται για μια ακόμη «απλή» υπόθεση ξεπουλήματος μιας στρατηγικής επιχείρησης υπό δημόσιο έλεγχο. Από τη λήψη της απόφασης και την εκκίνηση των διαδικασιών έως και την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης, όλα τα γεγονότα συνηγορούσαν πως η πρόθεση της κυβέρνησης δεν ήταν απλά η ιδιωτικοποίηση της επιχείρησης. Στο πλαίσιο εξυπηρέτησης των ιδιωτικών συμφερόντων, επιδίωξε τον εξοβελισμό της από την αγορά.

Βέβαια, το ποιοι ήταν και είναι αυτοί που θέλουν να απαλλαγούν από την παρουσία της ΣΟΦΤΕΞ είναι λίγο έως πολύ γνωστοί, ωστόσο, το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι τα «ηνία» της κυβέρνησης στο θέμα υπονόμευσης της ΣΟΦΤΕΞ, τα έχει πάρει η ξένη πολυεθνική κοινοπραξία στην οποία χαρίστηκε η επιχείρηση. Το όνομα ΣΟΦΤΕΞ, τουλάχιστον για την ελληνική αγορά, αποτελούσε και αποτελεί ακόμα συνώνυμο της ποιότητας. Μέσα σε μια πορεία 60 και πλέον χρόνων (ιδρύθηκε το 1937) η επιχείρηση κατόρθωσε να κατακτήσει «δεσπόζουσα» θέση στα προϊόντα χαρτιού. Αλλωστε το γεγονός ότι μέχρι και το 1990 κατείχε το 70% της εγχώριας αγοράς και το 90% των εξαγωγών, αποτελεί και ένδειξη πως επρόκειτο για μια κορυφαία επιχείρηση. Οι εξαγωγές της κατευθύνονταν σε περισσότερες από 60 χώρες του κόσμου. Σταδιακά, από το 1990 και μετά, είτε από τη δημιουργία και την ανάπτυξη των άλλων χαρτοβιομηχανιών, είτε των αθρόων εισαγωγών, το μερίδιο της ΣΟΦΤΕΞ στην αγορά αρχίζει να πέφτει. Το 1993 η πυρκαγιά που κατέστρεψε ένα μεγάλο τμήμα του εργοστασίου και αποθηκών στο Βοτανικό έφερε ακόμα πιο πίσω τη ΣΟΦΤΕΞ, ενώ εκείνη την περίοδο και με αφορμή την καταστροφή άρχισαν να γίνονται αναφορές περί κλεισίματός της. Τα σχέδια αυτά ανατράπηκαν από τη σθεναρή αντίσταση των εργαζομένων, που χάρη στην αυτοθυσία τους ξαναέθεσαν την επιχείρηση στην παραγωγική δραστηριότητα, μέχρι του σημείου που η κυβέρνηση άρχισε να υπονομεύει την επιχείρηση με στόχο το κλείσιμό της.

Η αρχή της υπονόμευσης

Από το 1984 οπότε και η επιχείρηση «καταληστευμένη» εγκαταλείφθηκε από την οικογένεια Κεφάλα για να περάσει υπό τον έλεγχο του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ), η ουσιαστική υπονόμευση της επιχείρησης από την κυβέρνηση ξεκινάει το 1996, με «εκτελεστή» την Εθνική Τράπεζα, η οποία μπλοκάρει επιταγές της επιχείρησης αξίας δισεκατομμυρίων που προέρχονταν από πωλήσεις προϊόντων. Αν και μέτοχος της ΣΟΦΤΕΞ η Εθνική Τράπεζα διεκδικεί την εδώ και τώρα εξόφληση των χρεών της επιχείρησης προς την Τράπεζα. Το πρόβλημα που δημιουργείται είναι οξύτατο, αφού λόγω έλλειψης χρημάτων η επιχείρηση υπολειτουργεί, ενώ ήταν η πρώτη φορά που παρουσιάστηκε έλλειμμα προϊόντων της επιχείρησης στα σούπερ μάρκετ.

Εκείνη η περίοδος χαρακτηρίστηκε από τις δυναμικές και σχεδόν καθημερινές κινητοποιήσεις των εργαζομένων στο κέντρο της Αθήνας, που ανάγκασαν την κυβέρνηση να περιορίσει το μέγεθος της υπονόμευσης. Ωστόσο, η ζημιά που έγινε χαρακτηρίστηκε τεραστίων διαστάσεων. Πρέπει να σημειωθεί ότι την περίοδο που άρχισε η συστηματική υπονόμευσης της ΣΟΦΤΕΞ, τα κυβερνητικά σχέδια μιλούσαν για οριστικό κλείσιμο. Οι δυναμικές κινητοποιήσεις των εργαζομένων, «ακύρωσαν» τις προθέσεις της κυβέρνησης για το απροσχημάτιστο κλείσιμο της επιχείρησης και άρχισε να γίνεται λόγος για την ιδιωτικοποίησή της.

Το Καλοκαίρι του '97 την υπόθεση ΣΟΦΤΕΞ αναλαμβάνει να ξεκαθαρίσει οριστικά η πρώην υφυπουργός Βιομηχανίας και νυν κοινοτική επίτροπος Αννα Διαμαντοπούλου. Υπό την πίεση των εργαζομένων οι μέτοχοι της επιχείρησης, υποχρεώθηκαν να χρηματοδοτήσουν την επιχείρηση με 4,5 δισεκατομμύρια δραχμές προκειμένου να ξανατεθεί σε πλήρη και ομαλή λειτουργία. Σ' αυτό το σημείο, μιας και αναφέρουμε τον όρο χρηματοδότηση, πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι ουδέποτε η ΣΟΦΤΕΞ χρηματοδοτήθηκε με λεφτά του Δημοσίου. Οσοι τα ανέφεραν αυτά - και ήταν πολλοί - επιδίωκαν την κατασυκοφάντηση της επιχείρησης και των εργαζομένων, προκειμένου να «δικαιολογηθεί» το πιθανό κλείσιμο της εταιρίας.

Το ίδιο καλοκαίρι ανακοινώνεται από την κυβέρνηση ότι θα κηρυχτεί διεθνής πλειοδοτικός διαγωνισμός για την ιδιωτικοποίηση της ΣΟΦΤΕΞ. Η διενέργεια του διαγωνισμού αναλαμβάνεται από τη «NIKKO» έναντι αδρής αμοιβής Για να επιτευχθεί όμως η ιδιωτικοποίηση, έπρεπε να υλοποιηθεί η απόφαση της κυβέρνησης για τη μείωση του προσωπικού κατά 675 εργαζόμενους, προκειμένου να καταστεί δελεαστική στους ιδιώτες. Με τον ψευδεπίγραφο όρο των «οικειοθελών αποχωρήσεων» απολύεται ο προαναφερθείς αριθμός εργαζομένων, ενώ στις αρχές του '98 κατατίθενται οικονομικές προσφορές από τρεις υποψήφιους αγοραστές της επιχείρησης. Οι υποψήφιοι αγοραστές είναι η κοινοπραξία «Λόκριτς», η «Φορθ Τζέιμς» και η «Χαρτοποιία Θράκης» του γνωστού Π. Ζερίτη. Αν και η «Φορθ Τζέιμς» στην προσφορά της κατέθετε υψηλότερο τίμημα, εντούτοις προκρίθηκε η κοινοπραξία «Λόκριτς» η οποία «διασφάλιζε» περισσότερες θέσεις εργασίας.

Με την έναρξη των διαπραγματεύσεων για το ξεπούλημα των διαπραγματεύσεων, η κυβέρνηση διαπίστωσε ότι θα έπρεπε να απολυθούν άλλοι 300 περίπου εργαζόμενοι προκειμένου ο αριθμός των εργαζόμενων να «κατέβει» στις 1.275 που απαιτούσαν οι υποψήφιοι αγοραστές. Να σημειωθεί ότι το 1996 στην επιχείρηση απασχολούνταν 2.231 εργαζόμενοι. Δηλαδή για να επιτευχθεί η ιδιωτικοποίηση έπρεπε να χάσουν τη δουλιά τους 956 εργαζόμενοι!

Παιχνίδια με το τίμημα και τους όρους ξεπουλήματος

Και ενώ το τίμημα που κατέθετε η κοινοπραξία ανερχόταν στα 120 εκατομμύρια δολάρια (36 δισ. δραχμές με την τότε ισοτιμία) οι ξένοι αγοραστές, βλέποντας τις συνεχείς υποχωρήσεις της κυβέρνησης άρχισαν τα παζάρια για να κατεβάσουν το τίμημα. Η συμφωνία (όπως ανακοίνωνε η ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης) εμπεριέχει τον όρο καταβολής της πρώτης δόσης, ύψους 8,3 δισεκατομμυρίων δραχμών, οι υπόλοιπες δόσεις θα ξεκινούσαν μετά το πέρας της τριετίας και θα ήταν ύψους 1,6 δισ. δραχμών ετησίως και μετά από 10 χρόνια θα καταβληθεί η τελική δόση ύψους 19 δισεκατομμυρίων δραχμών. Ωστόσο, σύμφωνα με ομολογία της Αννας Διαμαντοπούλου το Δεκέμβρη του '98, όταν εξηγούσε τους όρους αποπληρωμής, η κοινοπραξία Λόκριτς κατόρθωσε μέσα στους όρους να πετύχει και προεξοφλητικό επιτόκιο 25%!

Πέρα όμως από αυτόν τον όρο, το συμβόλαιο πώλησης της επιχείρησης που υπέγραψε η κυβέρνηση, αποτελεί ένα πρώτης τάξεως αποικιοκρατικό κείμενο στο οποίο σήμερα στηρίζονται οι ιδιοκτήτες της ΣΟΦΤΕΞ και επελαύνουν κατά των εργασιακών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, αλλά πολύ περισσότερο διαλύουν την επιχείρηση. Το συμφωνητικό ιδιωτικοποίησης, κρατείται ως εφτασφράγιστο μυστικό από την κυβέρνηση, διότι πιθανή δημοσιοποίησή του, είναι σίγουρο ότι θα αποφέρει ποινικές κυρώσεις. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η γκρίνια που είχε ξεσπάσει στο υπουργείο Ανάπτυξης, όπου οι ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας για το σκάνδαλο της ΣΟΦΤΕΞ, επιχειρήθηκαν να επιρριφθούν αποκλειστικά στην ηγεσία της Ειδικής Γραμματείας Αποκρατικοποιήσεων.

Πού οδηγείται η Σόφτεξ

Ενα χρόνο μετά το ξεπούλημα, η αναπτυξιακή πορεία της επιχείρησης που ευαγγελιζόταν η κυβέρνηση, αποδεικνύεται καταστροφική για την εταιρία και για τους εργαζόμενους. Οι νέοι ιδιοκτήτες, στηριζόμενοι (οι ίδιοι το ομολογούν) πάνω στο συμφωνητικό ιδιωτικοποίησης, έχουν εξαπολύσει ένα «πογκρόμ» κατά των εργασιακών κατακτήσεων και δικαιωμάτων, ενώ η παραγωγική δραστηριότητα συνεχώς μειώνεται. Στα πλαίσια συρρίκνωσης της επιχείρησης, μέχρι αυτή τη στιγμή έχουν κλείσει δύο τμήματα παραγωγής χαρτοπετσέτας, στη Λάρισα και την Πάτρα, και έχουν απολυθεί 7 εργαζόμενοι. Η αλλαγή ειδικοτήτων βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, ενώ ένα παραγωγικό τμήμα, η μονάδα Χ1 στο εργοστάσιο της εταιρίας στην Αθήνας έχει νοικιαστεί σε άλλο ιδιώτη που κατασκευάζει χαρτόκουτα. Τα μέτρα ασφαλείας είναι ανύπαρκτα, με αποτέλεσμα, πρόσφατα να τραυματιστεί βαρύτατα ένας εργαζόμενος.

Αν και ο διευθύνων σύμβουλος και μέτοχος της ΣΟΦΤΕΞ, Πάολο Φορλίν, χαρακτηρίζεται ως γνώστης της αγοράς χαρτιού, εντούτοις οι «επιχειρηματικές» του κινήσεις, ταιριάζουν περισσότερο σε κινήσεις διάλυσης και συρρίκνωσης της επιχείρησης, παρά σε πορεία ανάπτυξης. Το κλείσιμο αποθηκών, η άρνηση παράδοσης εμπορευμάτων σε «μικρούς» πελάτες, η επινοικίαση τμημάτων, συνιστούν μια πορεία συρρίκνωσης της επιχείρησης. Είναι βέβαιο ότι η πορεία διάλυσής της θα επιταχυνόταν αν δεν υπήρχαν αυτή την περίοδο οι δυναμικές κινητοποιήσεις των εργαζομένων, που βάζουν φρένο στα σχέδια της διοίκησης.

Η Δράμα

Στα σχέδια της διοίκησης της επιχείρησης είναι το κλείσιμο του εργοστασίου της Δράμας. Σύμφωνα με πρόσφατη ενημέρωση του Π. Φορλίν, το εργοστάσιο αποτελεί «αγκάθι» για την πολυεθνική, που ψάχνει να βρει τρόπους να απεμπλακεί από αυτό. Βέβαια, η διοίκηση της ΣΟΦΤΕΞ ως αυτή τη στιγμή αναφέρει ότι ψάχνει «συνεταίρους» να το λειτουργήσουν από κοινού. Η πραγματικότητα είναι ζοφερή. Σύμφωνα με πληροφορίες, η διοίκηση στο αμέσως επόμενο διάστημα προτίθεται να θέσει το σύνολο του προσωπικού σε δίμηνη διαθεσιμότητα και σε αναγκαστική κανονική άδεια. Αλλωστε, μόλις ένας μήνας έχει περάσει που οι 430 εργαζόμενοι του εργοστασίου είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα για 30 μέρες.

Οι αναφορά του Π. Φορλίν ότι θα συζητήσει με το υπουργείο Ανάπτυξης προοπτικές βιώσιμης λειτουργίας του εργοστασίου, ενέχει τον κίνδυνο του οριστικού κλεισίματος, αφού μέσα στο συμφωνητικό ιδιωτικοποίησης, στην αναφορά για το εργοστάσιο της Δράμας, κάνει λόγο ότι αν σε 90 μέρες από την έναρξη των συζητήσεων για την εξεύρεση λύσης βιωσιμότητας δε βρεθεί λύση, τότε ο αγοραστής δικαιούται να σταματήσει τη λειτουργία του εργοστασίου.


Σταμάτης ΖΗΣΙΜΟΥ