Στο Συνέδριο αντιπροσωπευόταν η Ρωσία, η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Αυστρουγγαρία, η Ιταλία, η Τουρκία, το Ιράν και τα βαλκανικά κράτη (ως παρατηρητές). Μετά από έντονο διπλωματικό αγώνα οι δυνάμεις υπέγραψαν στις 13 Ιούλη 1878 τη Συνθήκη του Βερολίνου.
Με τη συνθήκη αυτή, η Αγγλία και η Αυστρουγγαρία με την υποστήριξη της Γερμανίας πέτυχαν να τροποποιήσουν σημαντικά τους όρους της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου.
Τα προβλήματα του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος των βαλκανικών λαών έμειναν ουσιαστικά άλυτα. Στην κυριαρχία των Τούρκων απόμειναν ακόμη περιοχές με πολυάριθμο μη τουρκικό πληθυσμό (Νότια Βουλγαρία, Μακεδονία, Αλβανία, Θεσσαλία, νησιά του Αιγαίου). Η Βοσνία και η Ερζεγοβίνη κατέχονταν στρατιωτικά από την Αυστρουγγαρία.
Το συνέδριο του Βερολίνου, κόβοντας σε καινούρια μέτρα το χάρτη της Βαλκανικής Χερσονήσου, δημιούργησε πολλές αφορμές, για να ξεσπάσουν καινούριες συγκρούσεις στην περιοχή αυτή και γενικά για να οξυνθεί η διεθνής κατάσταση. Και μετά την απελευθέρωσή τους οι βαλκανικές χώρες ήταν στίβος του ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων που επενέβαιναν στις εσωτερικές τους υποθέσεις και επηρέαζαν ενεργά την εξωτερική τους πολιτική. Ετσι, τα Βαλκάνια έγιναν η «πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης».