Τι κίνημα, τι ψήφος...
Κυριακή 22 Οχτώβρη 2006

Η αναμέτρηση στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές υπήρξε ιδιαίτερα σκληρή και αμιγώς πολιτική. Ο τέτοιος χαρακτήρας τους καθορίζεται από αντικειμενικές και συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες, δηλαδή ανεξάρτητα από την άποψη που έχει γι' αυτές ο κάθε ψηφοφόρος.

Το «γιατί» ο χαρακτήρας των εκλογών υπήρξε σκληρός και αμιγώς πολιτικός, αναδείχτηκε σε όλη την προεκλογική περίοδο μόνο από το ΚΚΕ και τις συνεργαζόμενες με το Κόμμα μας δυνάμεις στα υποστηριζόμενα αγωνιστικά ψηφοδέλτια (ΔΗΚΚΙ, Κομμουνιστική Ανανέωση, Παρέμβαση Αριστερών Πολιτών κ.ά). Ολα τα άλλα κόμματα και οι υποψήφιοί τους συγκάλυψαν ή αλλοίωσαν συνειδητά την ουσία.

Εχει εξαιρετική σημασία αυτό το «γιατί», αφού από την απάντηση στα δύο παραπάνω ζητήματα (σκληρότητα και πολιτικός χαρακτήρας της αναμέτρησης) εξηγείται και η πολιτική - τακτική κάθε κόμματος, κάθε συνδυασμού, κάθε επικεφαλής υποψηφίου.

Βεβαίως, τέτοια χαρακτηριστικά είχαν και οι προηγούμενες αναμετρήσεις. Σχετικές εκτιμήσεις του ΚΚΕ τα έχουν επισημάνει. Ωστόσο, στη σημερινή φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης αυτά οξύνθηκαν όσο ποτέ μέχρι τώρα. Και ο λόγος είναι ότι τα τελευταία χρόνια στο θεσμό της Τοπικής Διοίκησης συντελέστηκαν σοβαρότατες αντιδραστικές αλλαγές, που τίναξαν στον αέρα τα όποια λαϊκά στοιχεία συνέχιζε να αποτυπώνει. Κατά συνέπεια, τίναξαν στον αέρα και όλες τις αποπροσανατολιστικές θεωρίες περί του «αυτοδιοικητικού χαρακτήρα» των εκλογών, περί «ανεξαρτησίας του θεσμού από την κεντρική διοίκηση», καθώς και άλλες παρόμοιες και υποκριτικές.

Οι αντιδραστικές αλλαγές στην Τοπική Διοίκηση αφορούν στο γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος της αντιλαϊκής πολιτικής περνάει πια μέσα από τους δήμους και τις νομαρχίες. Οι Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα, δηλαδή οι ιδιωτικοποιήσεις και η εμπορευματοποίηση της κοινωνικής πολιτικής, που συνοδεύονται με τα ελαστικά ωράρια και την ανασφάλιστη εργασία, καθώς και η επιβολή φόρων δεν είναι μια απλή υπόθεση. Σημαίνουν ότι η Τοπική Διοίκηση, ως αστικός κρατικός θεσμός, έχει προσκολληθεί ακόμα περισσότερο στο κεντρικό κράτος, έχει γίνει ισχυρός αγωγός προς τα κάτω, δηλαδή στο κεφάλι του λαού, της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής, που είναι και πολιτική της ΕΕ. Αυτής της πολιτικής η ακόμα μεγαλύτερη αποκέντρωση είναι επιβεβλημένη, ώστε να πραγματώνεται πιο αποτελεσματικά η πολιτική υπέρ του κεφαλαίου.

Αυτόν το ρόλο παίζουν οι εκλεγμένες τοπικές αρχές, που είναι εκπρόσωποι και εφαρμοστές της πολιτικής των κομμάτων της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΣΥΝ. Το γεγονός ότι οι παραπάνω ψήφισαν υπέρ των αντιδραστικών αλλαγών αποτελεί εξόφθαλμη απόδειξη των όσων υποστηρίζει το ΚΚΕ.

Συμπέρασμα: Υλοποιείται ο στόχος του κεφαλαίου για παραπέρα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, για αύξηση της κερδοφορίας του. «Πολιτικοί εκμεταλλευτές» είναι οι δήμαρχοι και οι νομάρχες των κομμάτων της διαχείρισης.

Πολύ περισσότερο που μέσα από τους δήμους ετοιμάζονται να προωθήσουν νέες αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην Παιδεία και αλλού, γεγονός που αυξάνει το ενδιαφέρον για επενδύσεις, αφού οι Τοπικές Αρχές θα αναλάβουν σημαίνοντα ρόλο στην ταξική κατηγοριοποίηση του σχολείου, ενώ θα διαχειριστούν και μεγάλο μέρος του «Δ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης».

Να, γιατί οι επιχειρηματίες έδειξαν ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Δεν τους αρκεί να εφαρμόζεται από τους εκλεγμένους η πολιτική υπέρ του κεφαλαίου. Τους ενδιαφέρει επιπλέον και το ποιος επιχειρηματίας θα ευνοηθεί. Και έτσι έριξαν το σχετικό βάρος...

Από τη μια, λοιπόν, οι επιχειρηματίες. Δίπλα τους η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, γενικά και διά των τοπικών εκπροσώπων τους, σε έναν ανελέητο πόλεμο μεταξύ τους για την κυβερνητική εξουσία (ο ένας να την κρατήσει, ο άλλος να την κερδίσει), επομένως και για τους δήμους - νομαρχίες: Με το ρουσφέτι, τις υποσχέσεις, τους εκβιασμούς, την κινδυνολογία και τον αποπροσανατολισμό, με τη σύγχυση.

Στους δήμους, η «μέγκενη» που σφίγγει τους εργαζόμενους είναι πιο ισχυρή, αφού οι δήμοι και πιο κοντά στο λαό βρίσκονται και περισσότερες αρμοδιότητες έχουν απ' ό,τι οι νομαρχίες και πιο πολυπλόκαμους μηχανισμούς έχουν διαμορφώσει, εκμεταλλευόμενοι την ανεργία, την ανασφάλεια και τη φτώχεια.

Ετσι εξηγείται και η συγκέντρωση σε εργατικούς δήμους μικρότερου ποσοστού απ' ό,τι συγκέντρωσε στους ίδιους το νομαρχιακό ψηφοδέλτιο που υποστήριζε το ΚΚΕ και οι συνεργαζόμενες δυνάμεις. Αυτό βεβαίως δεν το αναφέρουμε ως δικαιολογία, αλλά για να δείξουμε σε ποιο βάθος πρέπει να φτάσει η δουλιά μας.

Αν στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα υπάρχει το «μαύρο μέτωπο» εργοδοτών - συνδικαλιστών τους - κυβερνήσεων (βλέπε, για παράδειγμα, τη σύμβαση ΓΣΕΕ - ΣΕΒ), στην Τοπική Διοίκηση υπάρχει το ίδιο «μαύρο μέτωπο», με την προσθήκη των γαλαζοπράσινων και των ροζ δημάρχων, νομαρχών και συμβούλων.

Αυτά τα «μαύρα μέτωπα» (ένα στην ουσία) υλοποιούν τη στρατηγική του κεφαλαίου διεθνώς και στην Ελλάδα. Το επιβεβαίωσε και όλη η προεκλογική περίοδος. Οπως - και ως συνέπεια του παραπάνω - επιβεβαίωσε την πολιτική του ΚΚΕ για τις εκλογές και γενικότερα. Δηλαδή: Οτι το θέμα είναι το πώς, καθημερινά και σε κάθε μεγάλη ή μικρότερη αναμέτρηση, θα προωθείται η λαϊκή αντιιμπεριαλιστική συσπείρωση και θα ισχυροποιείται ολόπλευρα το ΚΚΕ. Αυτή η γραμμή αντιστοιχούσε πλήρως και στη μάχη της ψήφου.

Στις εκλογές που έγιναν και σήμερα ολοκληρώνονται, δεν πραγματοποιήθηκε ένας μεγάλος απεγκλωβισμός εργατικών - λαϊκών μαζών από τη ΝΔ και από το ΠΑΣΟΚ, παρά το ότι είναι διακριτή σε πολλούς χώρους η τάση ενίσχυσης των ψηφοδελτίων που υποστήριξαν το ΚΚΕ και άλλες δυνάμεις.

Ο μη απεγκλωβισμός ενός σημαντικού τμήματος δυσαρεστημένων οφείλεται σε έναν επίσης αναμφισβήτητο λόγο: Στο ότι λαϊκές δυνάμεις, στις οποίες η απήχηση της πολιτικής του ΚΚΕ είναι φανερή, αντιλαμβάνονται τις μεγάλες δυσκολίες που υπάρχουν και τις αγωνιστικές θυσίες που απαιτούνται για να προχωρήσει η φιλολαϊκή πολιτική και δε νιώθουν έτοιμες να κάνουν το μεγάλο βήμα μπροστά. Ταλαντεύονται ανάμεσα στο πολιτικά συμφέρον και στην προϋπόθεση πραγματοποίησής του, που είναι η λαϊκή εξουσία. Γνωρίζουν, ή ψυχανεμίζονται, ότι η προσχώρησή τους στις μάχιμες γραμμές θα προκαλέσει την αντιδραστική αντεπίθεση των αστικών κομμάτων και όχι μόνο, την όξυνση της ταξικής πάλης. Και, παρότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, οπισθοχωρούν - για την ώρα - παραμένουν στάσιμες για την ακρίβεια, ή ψάχνουν για ανύπαρκτες «ενδιάμεσες λύσεις».

Δεν είναι τυχαίο ότι σε ένα τμήμα των ψηφοφόρων βρήκαν απήχηση οι λεγόμενοι «ανεξάρτητοι» από τα κόμματα, που δεν είναι καθόλου ανεξάρτητοι από την αντιλαϊκή πολιτική. Λειτούργησαν και αυτοί ως μοχλός εγκλωβισμού λαϊκών μαζών στο «μονόδρομο του κεφαλαίου» και ταυτόχρονα ως μοχλός ρυμούλκησης δι' «άλλης» οδού στα κόμματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, παρά τη δήθεν αντίθεσή τους προς αυτά...

Το κατά πόσο μπορούσε - και μπορούσε πράγματι - ποιοτικά ανώτερη δουλιά του ΚΚΕ να φέρει σχετικά καλύτερα αποτελέσματα, είναι ένα άλλο θέμα που αφορά στην εξέταση της δράσης του Κόμματός μας. Ομως τα παραπάνω είναι ένα αντικειμενικό γεγονός που δεν εξαρτάται μόνο ή κυρίως από τη δουλιά του ΚΚΕ. Καθορίζεται από την πείρα των λαϊκών μαζών, από τη συνειδητοποίηση - αργά ή γρήγορα - ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από τη δραματική για τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα, από την οικοδόμηση των κοινωνικών συμμαχιών και τη διαμόρφωση ενός κινήματος ικανού να αντέξει σε θυσίες, αποφασισμένου να τραβήξει προς το στόχο του και να νικήσει.

Κι αν αυτό δεν μπορεί να γίνει σε μια μέρα, μπορεί και πρέπει να γίνεται καθημερινά. Μπορεί και πρέπει να αξιοποιείται κάθε μάχη, να βγαίνουν συμπεράσματα που θα ωθούν το κίνημα μπροστά, ακόμα και όταν υπάρχει υποχώρηση ενός αγώνα.

Ο αγώνας στο χώρο της Παιδείας είναι αποκαλυπτικός. Η αδιαλλαξία της κυβέρνησης έχει να κάνει με ένα κεντρικό πολιτικό θέμα: Την απόφαση να περάσει με κάθε τρόπο η πολιτική του κεφαλαίου. Είναι και ένα μήνυμα προς την εργατική τάξη γενικότερα. Οτι, δηλαδή, δεν πρόκειται να υπάρξει η παραμικρή απόκλιση στην υλοποίηση της πολιτικής του κεφαλαίου. Το συμπέρασμα, επομένως, είναι ότι πρέπει να διαμορφωθεί άλλης ποιότητας κίνημα, που θα κάνει τους «πάνω» να το φοβηθούν. Κίνημα με προοπτική και σαφείς πολιτικές στοχεύσεις, όχι απλής αριθμητικής μείωσης του δικομματισμού, αλλά ανατροπής της αντιλαϊκής πολιτικής. Ενα τέτοιο κίνημα θα εκφράζεται σε μεγάλο βαθμό και με θετική για τα λαϊκά συμφέροντα ψήφο.


Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ