ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
«Επιστράτευσαν» και τη ρουκέτα για την καθιέρωση των «χαφιεδοκαμερών»

Η ασφάλεια των πολιτών δεν μπορεί να λειτουργήσει ως «υπερδικαίωμα» που να συρρικνώνει τις δημοκρατικές ελευθερίες, ανέφεραν οι εκπρόσωποι της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης»

Σάββατο 13 Γενάρη 2007

Δημοκρατικοί πολίτες μέσα και έξω από τα δικαστήρια με έκδηλο το ενδιαφέρον για την τύχη της δίκης
Ακόμη και την τρομοκρατική επίθεση στην πρεσβεία των ΗΠΑ επιστράτευσε η νομική εκπρόσωπος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, προκειμένου να επεκταθεί και να γίνει ανεξέλεγκτη η δράση του «Μεγάλου Αδελφού». Κατά τη χτεσινή συζήτηση στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) της υπόθεσης με τις «χαφιεδοκάμερες» της Αστυνομίας, η εκπρόσωπος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης ισχυρίστηκε ότι η συζήτηση γίνεται στη «σκιά» της τρομοκρατικής επίθεσης, όπου δεν μπορούσαν νομίμως να χρησιμοποιηθούν οι κάμερες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται!

Εντονα αντέδρασαν οι εκπρόσωποι της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης για τις Λαϊκές Ελευθερίες και την Αλληλεγγύη» (την υπόθεση χειρίστηκαν οι δικηγόροι Γ. Κατρούγκαλος, Ι. Προυσανίδης και Α. Βρεττός), οι οποίοι ανέφεραν ότι η πολιτεία εκμεταλλεύεται κάθε κρίσιμη στιγμή για να προχωράει σε συρρίκνωση και περιστολή των δικαιωμάτων των πολιτών («τρομονόμος», κατάργηση βασικών ποινικών δικαιωμάτων, κλπ.).

Τις αιτιάσεις της εκπροσώπου του υπουργείου Δημόσιας Τάξης αντέκρουσε και ο εκπρόσωπος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ο οποίος σημείωσε ότι είναι «υποκριτικό» το επιχείρημα πως «θα ήταν αλλιώς τα πράγματα» αν δεν υπήρχε η απαγορευτική απόφαση της Αρχής Προστασίας.

Κατά τη χτεσινή συζήτηση της αίτησης της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης», που ζητούσε την κατάργηση των «χαφιεδοκαμερών», και της αίτησης του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, που στόχο είχε όχι μόνο την ανεξέλεγκτη χρήση τους αλλά και την επέκτασή τους, η εισηγήτρια, Ειρ. Σαρπ, κράτησε τακτική «ίσων αποστάσεων». Η εισηγήτρια πρότεινε να απορριφθούν και οι δύο προσφυγές που στρέφονταν κατά της απόφασης της Αρχής Προστασίας (58/2005), με την οποία διαιωνίζεται το καθεστώς των «χαφιεδοκαμερών», με κάποιες, όμως, προϋποθέσεις στη χρήση τους.

Η σύμβουλος Επικρατείας, Ειρ. Σαρπ, ανέφερε ότι με τα σημερινά νομοθετικά δεδομένα είναι επιτρεπτή η χρήση των καμερών μόνο για τη διαχείριση της κυκλοφορίας των οχημάτων και όχι για λόγους ασφαλείας. Πρόσθεσε, επίσης, ότι δεν μπορεί να γίνει καταγραφή προσωπικών δεδομένων ούτε για τις κυκλοφοριακές παραβάσεις.

Πάντως, η εισηγήτρια απέρριψε και τον ισχυρισμό του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ότι δηλαδή η δημόσια ασφάλεια υπερέχει της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, καθώς ανέφερε ότι δεν μπορεί να γίνει ιεράρχηση μεταξύ των συνταγματικών δικαιωμάτων. Η δικαστής σημείωσε ότι οι τυχόν συγκρούσεις μεταξύ των δικαιωμάτων δε λύνονται με την επιλογή του ενός ως υπέρτερου του άλλου δικαιώματος, αλλά με την εναρμόνισή τους.

Από την πλευρά τους οι εκπρόσωποι της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης», σχολιάζοντας τους ισχυρισμούς του υπουργείου Δημόσιας Τάξης για το δικαίωμα της ασφάλειας των πολιτών, ανέφεραν ότι αυτό βρίσκει μεν έρεισμα στο Σύνταγμα, σε καμιά περίπτωση, όμως, δεν αποτελεί υπερδικαίωμα, ώστε να συρρικνώνει ή να καταργεί τα άλλα δημοκρατικά δικαιώματα και δημοκρατικές ελευθερίες. Σημείωσαν, χαρακτηριστικά, πως κάποιος που δεν παρανομεί, δεν μπορεί να αισθάνεται ότι παρακολουθείται παντού.

Μάλιστα, επισήμαναν ότι η επίκληση των «χαφιεδοκαμερών» για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας δεν ισχύει και ανέφεραν χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπως: Την τοποθέτηση καμερών έξω από το Ιδρυμα Μαραγκοπούλου στην οδό Λυκαβηττού και την ύπαρξη τουλάχιστον τεσσάρων περιπτώσεων που έγιναν συλλήψεις διαδηλωτών με βάση τα στοιχεία που ελήφθησαν από τις «χαφιεδοκάμερες». Πρόσθεσαν ότι το δημόσιο δεν μπορεί τελικά να χαρακτηριστεί αξιόπιστο και είναι χοντροκομμένο ψέμα της Αστυνομίας ότι δήθεν οι κάμερες σταμάτησαν να λειτουργούν μετά τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων, παρά μονάχα αυτές που σχετίζονταν με τη διευκόλυνση της κυκλοφορίας.

Ο κίνδυνος από τη χρήση των καμερών, ακόμη και παρά τους περιορισμούς που έθεσε η απόφαση της Αρχής Προστασίας, ανέφεραν οι εκπρόσωποι της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης», καθίσταται ακόμη μεγαλύτερος, αν ληφθεί υπόψη ότι η λειτουργία του όλου συστήματος δεν υπόκειται σε κανένα έλεγχο της Αρχής και ούτε αυτή διαθέτει τα απαραίτητα τεχνικά μέσα για κάτι τέτοιο.

Στο μεταξύ, προκλητικά ενισχυμένη ήταν η παρουσία των αστυνομικών δυνάμεων, τόσο έξω από το μέγαρο του ΣτΕ, όσο και στους διαδρόμους του. Επίσης, ασκήθηκε και πίεση από μέρους τους ώστε οι συγκεντρωμένοι εκπρόσωποι μαζικών φορέων να απομακρύνουν πανό που ανάρτησαν στην είσοδο του δικαστηρίου, καταδικάζοντας τη λειτουργία των «χαφιεδοκαμερών». Το γεγονός προκάλεσε την έντονη διαμαρτυρία εκπροσώπων της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης» προς τον επικεφαλής των αστυνομικών.