Συντάξεις πείνας για τους πολλούς, αλλά και κέρδη για τους λίγους από τη διαχείριση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων
Σήμερα, με βάση τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, αλλά και τις ομολογίες των κυβερνητικών παραγόντων, οι μέσες συντάξεις «καθηλώνουν» στα επίπεδα της φτώχειας τα εκατομμύρια των Ρώσων συνταξιούχων, που έχουν μια αγοραστική ικανότητα κατά 4 φορές μικρότερη σε σχέση με αυτήν που είχαν οι συνταξιούχοι τη σοβιετική περίοδο!
Αλλά κι αυτές ακόμη τις συντάξεις τις δικαιούνται μόνον οι «τυχεροί», αυτοί που κάποτε θα φτάσουν στα όρια συνταξιοδότησης, που μέχρι στιγμής παραμένουν αυτά που ήταν για τη σοβιετική περίοδο, δηλαδή για τους άντρες στα 60 και για τις γυναίκες στα 55 χρόνια. Στη σημερινή Ρωσία οι άντρες όμως ζούνε κατά μέσο όρο μόλις 58,9 χρόνια και δεν προλαβαίνουν να βγουν στη σύνταξη, σε αντίθεση με τα χρόνια που υπήρχε η ΕΣΣΔ, όπου το προσδόκιμο όριο ζωής ήταν 12 χρόνια μεγαλύτερο. Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που το Κρεμλίνο δε βιάζεται προς το παρόν να αυξήσει τα συνταξιοδοτικά όρια, αν και τέτοιες συζητήσεις «ζυμώνονται» από τα κυβερνητικά στελέχη.
Κι αυτά, για να μην ξεχνιόμαστε, σε μια χώρα όπου το εξωτερικό χρέος έπεσε τα τελευταία χρόνια από το 57% του ΑΕΠ στο 4,5% και τα αποθέματα χρυσού αυξήθηκαν από 36,6 δισ. δολάρια στα 300 δισ. δολάρια. Ανάλογη ήταν κι η αύξηση των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου, μόνο που αυτή η «καλυτέρευση» δε φαίνεται να αγγίζει, τουλάχιστον αισθητά, τα εισοδήματα των Ρώσων εργαζομένων και συνταξιούχων.
Με βάση στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσε η εφημερίδα «Ούτρο Ρωσίι» στις 25/11/2006, τα πρώτα 5 χρόνια μετά τη σύνταξη εργάζεται, για να επιζήσει, το 47% των συνταξιούχων και στα επόμενα 5 χρόνια το 18%.
Οπως αποκαλύπτει έρευνα της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, που έγινε το Μάρτη - Απρίλη του 2006 και δημοσιεύτηκε το Δεκέμβρη στην εφημερίδα «Ροσίσκαγια Γκαζέτα», εξαιτίας της έλλειψης χρημάτων, το 18% των συνταξιούχων δεν μπόρεσε να κάνει εισαγωγή σε νοσοκομείο, αφού δεν είχε τα απαραίτητα χρήματα για κάτι τέτοιο (αυτός ο δείκτης στο σύνολο του πληθυσμού είναι 8%). Επίσης το 38% των συνταξιούχων δηλώνει πως δεν είναι σε θέση να αγοράσει ούτε τα στοιχειώδη φάρμακα (αυτός ο δείκτης στο σύνολο του πληθυσμού είναι 17%). Στην υποθετική ερώτηση «αν χρειαστείτε χρήματα για θεραπεία, τι θα κάνετε;», μόνο το 7% δηλώνει πως έχει εξασφαλίσει κάποια χρήματα, το 34% υπολογίζει στη βοήθεια των φίλων και συγγενών, ενώ το 57% «σηκώνει τα χέρια», αφού θεωρεί πως θα βρεθεί σε μεγάλο αδιέξοδο.
Ο πρώτος «πυλώνας» αφορά τη χορήγηση μιας ελάχιστης σύνταξης από το κράτος, που τη δικαιούνται όλοι όσοι ήταν ασφαλισμένοι τουλάχιστον 5 χρόνια.
Ο δεύτερος «πυλώνας» αφορά τη χορήγηση ενός μέρους της σύνταξης («ασφαλιστικό μέρος»), που στηρίζεται στη διμερή χρηματοδότηση, δηλαδή στις εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών. Ο υπολογισμός γίνεται με βάση τις αποδοχές ολόκληρου (!) του ασφαλιστικού βίου, καθώς επίσης και με το τι εισφορές έχουν γίνει, που διαιρούνται με το 228, τόσους μήνες υπολογίζουν πως ζούνε κατά μέσο όρο όσοι παίρνουν σύνταξη. Στην πραγματικότητα οι συνταξιούχοι ζούνε λιγότερο, αλλά αυτό το «μυθικό» 228 προσφέρει τη δυνατότητα ακόμη μεγαλύτερης συρρίκνωσης της σύνταξης, αφού, π.χ. για να πάρει κάποιος σύνταξη μόλις 50 ευρώ από αυτόν το «δεύτερο πυλώνα», θα πρέπει να έχει συνεισφέρει 11.400 ευρώ, στα χρόνια που δούλευε. Αυτή η σύνταξη είναι σε ανταποδοτική βάση και το Συνταξιοδοτικό Ταμείο, που την παρέχει, μπορεί να διοχετεύει τα αποθεματικά και την περιουσία του σε μετοχές, στον τζόγο του χρηματιστηρίου, αλλά και στα διάφορα «επενδυτικά προγράμματα», που αυξάνουν τα κέρδη του τραπεζικού κεφαλαίου, που «ανακάλυψε» έτσι μια ακόμη πηγή πλουτισμού.
Ο τρίτος «πυλώνας» αφορά τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης, που θα στηρίζεται σε εισφορές εργαζομένων κι αφορά μόνο τους εργαζόμενους που έχουν γεννηθεί μετά το 1967, από τους οποίους παρακρατείται το 6% του μισθού. Εννοείται πως και αυτά τα χρήματα πηγαίνουν σε διάφορα «επενδυτικά» προγράμματα, αμφιβόλου ανταπόδοσης για τους μελλοντικούς συνταξιούχους.
Επίσης, το 2001 καταργήθηκαν μια σειρά κατηγορίες χρόνων που μπορούσαν να υπολογιστούν ως «συντάξιμα», όπως π.χ. ο χρόνος των σπουδών, ο επιπλέον υπολογισμός των χρόνων εργασίας στις δύσκολες συνθήκες του ρωσικού βορρά, ή τα χρόνια της μητρικής άδειας (που στα σοβιετικά χρόνια μπορούσαν να φτάσουν μέχρι να γίνει το παιδί 3 χρόνων), ή ακόμη και τα χρόνια της στρατιωτικής θητείας. Και μόνο ως αποτέλεσμα των μεγάλων κινητοποιήσεων, στις οποίες πρωτοστάτησαν οι κομμουνιστές, το 2005 [αλλά και ως «αντάλλαγμα» στο να περάσει η «ρευστοποίηση» των άλλων προνομίων που είχαν οι συνταξιούχοι, που ήδη αναφέραμε (π.χ. κατάργηση των δωρεάν φαρμάκων και αντικατάσταση με χρηματικό επίδομα)], έγιναν πάλι «συντάξιμα» τα χρόνια της στρατιωτικής θητείας και της μητρικής άδειας.
Σήμερα, για να ολοκληρωθεί ο «κύκλος» της αντιδραστικής αναδιάρθρωσης, γίνεται λόγος για την «απορρόφηση» του ενιαίου Συνταξιοδοτικού Ταμείου, από μικρότερα (που ήδη έχουν συγκροτηθεί), ώστε αυτά ευκολότερα να μπορέσουν να «συγχωνευτούν» με τις νέες ιδιωτικές τράπεζες και τις ιδιωτικές ασφαλιστικές - συνταξιοδοτικές εταιρείες.
Επίσης, αναμένεται να μειωθούν κατά 20% οι συντάξεις για όσους εξακολουθούν να δουλεύουν μετά τη συνταξιοδότησή τους, ενώ μετά τις προεδρικές εκλογές του 2008 θα γίνει πράξη η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης από τα σημερινά επίπεδα στα 62 χρόνια, για άντρες και γυναίκες, κάτι στο οποίο αναφέρονται τα κυβερνητικά στελέχη με το επιχείρημα της «γήρανσης» του πληθυσμού και της μείωσης αυτών που συνεισφέρουν στο Συνταξιοδοτικό Ταμείο (ΣΤ). (Μάλιστα ο Γκ. Μπατάνοφ, πρόεδρος του ΣΤ, ζήτησε αύξηση κατά 5 χρόνια!). Οι ίδιοι βέβαια δεν κάνουν «κουβέντα» για τα εκατομμύρια μετανάστες, που εργάζονται παράνομα κι ανασφάλιστα, στη σημερινή καπιταλιστική Ρωσία.
Ο Β. Τιούλκιν χαρακτήρισε «λάθος» την αλλαγή στάσης των υπόλοιπων βουλευτών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ρωσικής Ομοσπονδίας (ΚΚΡΟ), που στην 3η ψηφοφορία ψήφισαν τον προϋπολογισμό και πρόσθεσε: «Οι σύντροφοι αυτοί θεώρησαν πως δε θα γίνει κατανοητή η ψήφος τους. Πως τα ΜΜΕ κι οι αντίπαλοί μας θα διαδώσουν ότι εμείς ήμασταν αντίθετοι να πάρουν οι συνταξιούχοι έστω κι αυτές τις μίζερες αυξήσεις. Κατά την άποψή μας πρόκειται για χαρακτηριστικό λάθος (...). Εμείς θεωρούμε πως ακριβώς μια τέτοια "ελαστικότητα" είναι που ο λαός δεν την καταλαβαίνει. Αντίθετα, αν είμαστε ευθείς, συνεπείς, τότε θα μας καταλάβουν. Αρχικά αυτοί που σκέφτονται και ασχολούνται και στη συνέχεια και οι υπόλοιποι».
Την ίδια ώρα το ίδιο το αστικό καθεστώς προσπαθεί να επωφεληθεί (!) ακόμη και από την ιδιαίτερα δυσχερή θέση στην οποία βρέθηκαν οι συνταξιούχοι, εξαιτίας της κατάργησης των κοινωνικών κατακτήσεων που υπήρχαν επί σοσιαλισμού. Στην κατεύθυνση αυτή έχει δημιουργηθεί από το 1997 το «Κόμμα των συνταξιούχων», που μάλιστα στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές (2003) συγκέντρωσε ποσοστό 3%, με σημαντικές επιτυχίες τον τελευταίο χρόνο στις τοπικές εκλογές. Το κόμμα αυτό λειτουργεί με σαφή στόχο την «απορρόφηση» της διαμαρτυρίας των συνταξιούχων σε μια πολιτική καλύτερης διαχείρισης του αντιλαϊκού συστήματος. Ζητά την «κοινωνική υπεράσπιση» των συνταξιούχων και τον «λαϊκό έλεγχο» του Συνταξιοδοτικού Ταμείου, όπως και των κερδών από τους φυσικούς πόρους της Ρωσίας, χωρίς όμως να θίγει τις βάσεις στις οποίες στηρίζεται το σημερινό σύστημα της κοινωνικής αδικίας. Οχι τυχαία, άλλωστε, αυτό το κόμμα είναι [μαζί με τα κόμματα «Ρόντινα» («Πατρίδα») και «Ζωής»] ένα από τα τρία κόμματα, που πρόσφατα, με τις «ευλογίες» του Κρεμλίνου, ίδρυσαν το κόμμα «Δίκαιη Ρωσία», που προορίζεται να γίνει ο κεντροαριστερός «στύλος» του νέου δικομματικού συστήματος της Ρωσίας, δίπλα στο κόμμα της «Ενιαίας Ρωσίας».
Ενώ και η σύγκριση της σημερινής κατάστασης των συνταξιούχων με αυτήν της σοβιετικής περιόδου δείχνει πως ουσιαστικές κατακτήσεις μπορούν να επιτευχθούν μόνο με την επαναφορά της οικονομίας και της κοινωνίας στις σοσιαλιστικές «ράγες» εξέλιξης.