ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ»
Υπέρ «χορηγών» και ... «τουρ οπερέιτορς»!

Το μεγάλο «πολιτιστικό φαγοπότι» ετοιμάζει η κυβέρνηση για το κεφάλαιο και το «σερβίρει» με την ανάλογη ιδεολογική προετοιμασία

Κυριακή 4 Φλεβάρη 2007

Γρηγοριάδης Κώστας

Οι διεργασίες για την πλήρη ενσωμάτωση του πολιτισμού στη «στρατηγική» της Λισαβόνας για αύξηση της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού κεφαλαίου έναντι, κυρίως, των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας, εντείνονται, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό.

Η διαδικασία αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο των γενικότερων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, από τις εργασιακές σχέσεις, μέχρις ό,τι γνωρίζαμε έως τώρα ως αστικό «κράτος πρόνοιας». Λόγω της τεράστιας προπαγανδιστικής δύναμης που εμπεριέχει ο πολιτιστικός τομέας - από την πολιτιστική κληρονομιά μέχρι τη δημιουργική χρήση των νέων τεχνολογιών - το κεφάλαιο δεν αρκείται μόνο στο «ξεζούμισμα» του πολιτισμού για αύξηση της κερδοφορίας του, αλλά επενδύει σε αυτόν ακόμη πιο οργανωμένα για την πλήρη ιδεολογική χειραγώγηση της εργατικής τάξης.

Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεται ο πολιτισμός από το κεφάλαιο στο φόντο των νέων αναγκών του περιγράφεται σε μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το «μεταβαλλόμενο τρόπο, με τον οποίο οι Ευρωπαίοι κερδίζουν τη διαβίωσή τους», στοιχεία της οποίας δημοσίευσε πριν μερικές βδομάδες η βρετανική εφημερίδα «Ιντιπέντεντ». «Μυστικό οικονομικό όπλο» χαρακτηρίζεται ο πολιτισμός στο άρθρο, σε «ένα οικονομικό περιβάλλον, όπου η βιομηχανία βρίσκεται σε πτώση και οι "κεντρικές αρτηρίες" εξουσιάζονται από τις εισαγωγές από την Ανατολή».

Οι «εύκαμπτοι»...

«Οι τέχνες και οι δημιουργικές βιομηχανίες κερδίζουν περισσότερα από τα διπλά μετρητά που παράγουν Ευρωπαίοι κατασκευαστές αυτοκινήτων και συμβάλλουν περισσότερο στην οικονομία από τη χημική βιομηχανία, τα ακίνητα, τα τρόφιμα και την επιχείρηση ποτών». Ο πολιτιστικός τομέας απασχολεί περίπου 5,8 εκατομμύρια άτομα, «περισσότερο από τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της Ελλάδας και της Ιρλανδίας μαζί». Κι ενώ οι θέσεις εργασίας «εξαφανίστηκαν» συνολικά στην ΕΕ μεταξύ του 2002 - 2004 αυξήθηκαν κατά 1,85% στον πολιτισμό και τους «δημιουργικούς τομείς». Οπου «οι δημιουργικοί εργαζόμενοι (σ.σ. οι εργαζόμενοι στις "πολιτιστικές βιομηχανίες") τείνουν να εκπαιδευτούν καλύτερα και είναι πιο εύκαμπτοι από άλλους».

Ο αρμόδιος για τον πολιτισμό Ευρωπαίος επίτροπος, Γιαν Φίγκελ, δηλώνει ότι «αυτή η μελέτη επιβεβαιώνει ότι οι τέχνες και ο πολιτισμός απέχουν μακράν από την άποψη ότι η οικονομική συμβολή τους είναι περιθωριακή». Η μελέτη, εκτός των «παραδοσιακών» τομέων (θέατρο, κινηματογράφος, μουσική, εκδόσεις), περιλαμβάνει τον έντυπο Τύπο, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, τη μόδα, το αρχιτεκτονικό και βιομηχανικό σχέδιο, τον «πολιτιστικό», τουρισμό, τις εφαρμοσμένες τέχνες, τα εικαστικά και την πολιτιστική κληρονομιά.

Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση συνεχίζει και επεκτείνει τη διαδικασία εμπορευματοποίησης του πολιτισμού, «πατώντας» στα «χνάρια» του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, θυμίζουμε, λειτούργησε ακόμη και ως εισηγητής των αντιδραστικών κατευθύνσεων για τον πολιτισμό στα διάφορα συμβούλια της ΕΕ. Οι διαδικασίες επιταχύνονται, τόσο σε νομοθετικό (π.χ. νόμος για την «πολιτιστική χορηγία») όσο και σε προπαγανδιστικό επίπεδο, «επιστρατεύοντας» αστούς διανοούμενους και ακαδημαϊκούς. Η χρονική στιγμή αυτής της επιτάχυνσης δεν είναι τυχαία: Στον τομέα του πολιτισμού η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί για την περίοδο 2007 - 2013 μια χρηματοδότηση που προσεγγίζει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ.

...και ο «βίρτουαλ» Πελοποννησιακός Πόλεμος!

Η κυβέρνηση δε σκοπεύει να αλλάξει τα θλιβερά οικονομικά δεδομένα του πολιτισμού σε σχέση με τον κρατικό προϋπολογισμό, το ποσοστό του οποίου είναι καθηλωμένο επί δεκαετίες γύρω στη μισή ποσοστιαία μονάδα, ενώ έχει τη μικρότερη συμμετοχή στο ΑΕΠ (γύρω στο 1%) σε σχέση με την ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι δε σκοπεύει να ασκήσει μια πολιτική για τον πολιτισμό που να καλύπτει τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες, γεγονός που συμπληρώνεται από την αναγωγή των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης σε «θέσφατο». Ετσι κι αλλιώς όμως, έχει ταυτίσει πλήρως την πολιτιστική πολιτική της με τις προτεραιότητες της ΕΕ. «Ιδιαίτερα για τον Πολιτισμό, που επί δεκαετίες έχει υποστεί τις συνέπειες της υποχρηματοδότησης, τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης αποτέλεσαν μια εξαιρετική ευκαιρία, ώστε να αντιμετωπιστούν προβλήματα και αδυναμίες του παρελθόντος, αλλά και ταυτόχρονα να δημιουργηθεί μια νέα δυναμική, νέες ευκαιρίες και προοπτικές», έλεγε ο υπουργός Πολιτισμού, Γ. Βουλγαράκης, στις 19/1 με αφορμή την παρουσίαση της πορείας του Γ' ΚΠΣ.

Ασφαλή συμπεράσματα για το τι πολιτισμό θέλει το κεφάλαιο στην Ελλάδα μπορούν να βγουν από τις προτεραιότητες των χρηματοδοτήσεων. Ως προς αυτό, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ είναι «λαλίστατη». Για παράδειγμα, στη συζήτηση για τα οικονομικά του ΥΠΠΟ στις 16/1, όπου κλήθηκαν να καταθέσουν απόψεις καθηγητές και «μάνατζερ» χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων επί το πλείστον, ο υπουργός είπε ότι στον πολιτισμό δεν ισχύουν οι «παραδοσιακές αρχές της οικονομίας, γιατί το κόστος δεν ανταποκρίνεται στο όφελος. Ο συντελεστής της κοινωνικής επιλογής πρέπει να είναι εξαιρετικά μεγάλος». Αλλά πώς «δένεται» μια μη αγοραία προσέγγιση για τον πολιτισμό... με τον καπιταλισμό; «Τα μουσεία δεν είναι πουθενά κερδοφόρα. Αλλά τα προϊόντα τους μπορούν να είναι εξαγώγιμα», λέει ο υπουργός. Το παράδειγμα δεν είναι τόσο «αθώο» όσο ακούγεται. Ηδη επί ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε η εκχώρηση της διαχείρισης των πωλητηρίων των μουσείων, ακόμη και των αντιγράφων, σε ιδιώτες ή στην ιδιωτικοοικονομική λογική μέσω του Οργανισμού Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού ΑΕ (ο οποίος διαχειρίστηκε και την «Πολιτιστική Ολυμπιάδα» με κωμικοτραγικά αποτελέσματα).

Το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων κάνει ακριβώς την ίδια δουλιά με τον ΟΠΕΠ (γεγονός που ήδη έχει φέρει τους δύο φορείς σε σύγκρουση) με τη διαφορά ότι το πρώτο έδινε τα έσοδα στο ΥΠΠΟ, ενώ ο ΟΠΕΠ τα δίνει ...για να λειτουργεί. Στην ίδια συζήτηση ο πρόεδρος του ΤΑΠ, Κ. Ρερρές, παραπονέθηκε για το μεγάλο κόστος παραγωγής αντιγράφων «στοχοποιώντας» το εργατικό κόστος και καταλήγοντας ότι «επιδοτούμε την αγορά των αντικειμένων από τους τουρίστες». Παρουσίασε και καθοδική πορεία στα εισιτήρια των αρχαιολογικών χώρων. Αρα «τα οικονομικά της πολιτείας δεν μπορούν να στηρίξουν το πολιτιστικό μας απόθεμα», γι' αυτό να κάνουμε εκπτώσεις στους «τουρ οπερέιτορς» (στα τουριστικά γραφεία δηλαδή) στην περίπτωση που εντάξουν αρχαιολογικούς χώρους στα τουριστικά «πακέτα» τους! Μετά από αυτό έρχεται και ο ΟΠΕΠ με «ρηξικέλευθες» προτάσεις όπως την παραγωγή παιχνιδιού στα πρότυπα αντίστοιχου με τον «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών», αλλά με θέμα τον Πελοποννησιακό Πόλεμο!

Ο «πραγματισμός» των ...«τουρ οπερέιτορς»

Η σύνδεση του τουριστικού κεφαλαίου με τον πολιτισμό είδαμε ότι αποτελεί μια από τις προτεραιότητες του κεφαλαίου. Σε συνέντευξή του στο ραδιόφωνο της ΝΕΤ (19/1), ο Γ. Βουλγαράκης σημείωνε: «Κάνουμε μία πολιτική εισιτηρίων, η οποία θα επιτρέπει στους tour operators και σε όλους αυτούς που ασχολούνται με τον τουρισμό, να θεωρήσουν ότι έχουν κέρδος απ' αυτή τη διαδικασία. Αυτοί είναι οι όροι της αγοράς, δυστυχώς. Είναι ευτελές να το συζητάει κανείς, πλην όμως είναι πραγματιστικό».

Ο «πραγματισμός» είναι ακόμη ένας όρος, για να εξηγεί με προπαγανδιστικούς όρους τις ανάγκες του κεφαλαίου. Γι' αυτό και στην ομιλία του για το Γ' ΚΠΣ ο υπουργός ξεκαθάριζε ότι «τα μνημεία και τα μουσεία της χώρας αποτελούν πόλους, γύρω από τους οποίους αναπτύσσονται σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες, προσδίδοντας υπεραξία στην περιοχή όπου βρίσκονται». Αυτή η πολιτική σημαίνει ότι χρηματοδοτείται το «φιλέτο» της πολιτιστικής κληρονομιάς, αυτό που θα είναι «πιασάρικο» για το τουριστικό κεφάλαιο καταρχήν και μετά για το κατασκευαστικό ή για οποιοδήποτε άλλο κομμάτι του. «Εντελώς ενδεικτικά», λέει ο υπουργός, «αναφέρονται η Ενοποίηση των Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας, τα Μουσεία και ο Αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας, το Μουσείο και ο Αρχαιολογικός χώρος των Δελφών, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η Βεργίνα, το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη, κ.ά. Σε όλες αυτές τις παρεμβάσεις, αμέσως μετά την παράδοσή τους σε χρήση, έχει διαπιστωθεί αλματώδης αύξηση της επισκεψιμότητας, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη υπηρεσιών άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένων με αυτές τις πολιτιστικές υποδομές. Το ίδιο θα συμβεί και με τα υπόλοιπα έργα που θα παραδοθούν σε χρήση με την ολοκλήρωση του Γ΄ ΚΠΣ, αλλά και με αυτά που θα υλοποιηθούν κατά την επόμενη προγραμματική περίοδο. Στο σημείο αυτό, ο προγραμματισμός για την περίοδο 2007 - 2013 προβλέπει το συντονισμό των δράσεων στον τομέα του πολιτισμού και στον τομέα του τουρισμού». Και είναι και αυτό το τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς που μπορεί ταυτόχρονα να λειτουργήσει και ιδεολογικά, δεδομένου ότι τα διάφορα επικουρικά χρηματοδοτικά προγράμματα της ΕΕ σε διάφορους επιμέρους πολιτιστικούς τομείς θέτουν σαν κριτήριο επιλογής το κατά πόσον οι ...«δράσεις» που θα αναπτυχθούν θα «συνεισφέρουν» στο αντιδραστικό ιδεολόγημα της «ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτιστικής ταυτότητας».

Το «παζλ» αρχίζει, λοιπόν, να παίρνει μορφή και αυτή η μορφή είναι αποκρουστική και επικίνδυνη για το αν θα θεωρείται πολιτιστική κληρονομιά μετά από μερικές γενιές. Πολύ περισσότερο που, όπως λέει και ο υπουργός, «ο τομέας του Πολιτισμού έχει άμεση και στενή σχέση με την Παιδεία και τη γενική εκπαίδευση, η οποία αποτελεί τη βάση, πάνω στην οποία μπορεί να οικοδομηθεί η οποιαδήποτε επαγγελματική ή τεχνική εκπαίδευση και εξειδίκευση. Το Πρόγραμμα Παιδεία και Πολιτισμός, που σήμερα υλοποιείται ως μια πιλοτική δράση στο Γ΄ ΚΠΣ θα αποτελέσει μια κύρια δράση κατά την επόμενη προγραμματική περίοδο». Είδαμε παραπάνω, στο δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας, τι είδους εργαζόμενους στον πολιτισμό «ονειρεύεται» το κεφάλαιο.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ