Τοποθέτηση της Δημοκρατικής Πανεπιστημονικής Κίνησης στο 8ο Συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ
ICON |
Στην τοποθέτησή της στον απολογισμό δράσης της Διοικούσας Επιτροπής της ΠΟΣΔΕΠ, η Δημοκρατική Πανεπιστημονική Κίνηση - ΑΕΙ (ΔΗΠΑΚ - ΑΕΙ) υπογράμμισε ότι η ΠΟΣΔΕΠ είχε συμβολή στις κινητοποιήσεις πανεπιστημιακών, φοιτητών, εργαζομένων για την απόκρουση της αντιλαϊκής πολιτικής των ΕΕ - ΝΔ - ΠΑΣΟΚ στην εκπαίδευση. Η ΔΗΠΑΚ εκτιμά ότι αυτό έγινε κατορθωτό γιατί «υποχώρησε η θέση του κοινωνικού εταιρισμού, που είχε επιβληθεί στο παρελθόν. Θέση που εγκλώβιζε το κίνημα των πανεπιστημιακών στο ασφυκτικό πλαίσιο του εταίρου της κυβέρνησης σε έναν προσχηματικό, ατέρμονο και αναποτελεσματικό διάλογο». Ακόμα σημειώνει ότι «έγινε, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, πιο κατανοητό ότι η πάλη του κινήματος των πανεπιστημιακών δεν είναι δυνατό να αναπτυχθεί αποκλειστικά και μόνο πάνω σε οικονομικά αιτήματα». Προσθέτει ότι «συνειδητοποιήθηκε βαθύτερα ο συνολικός και στρατηγικός ρόλος που έρχεται να διαδραματίσει η εφαρμογή των κατευθύνσεων της ΕΕ και της Διαδικασίας της Μπολόνια» και «κέρδισε έδαφος η αντίληψη για την αναγκαιότητα των συμμαχιών, πριν απ' όλα με τους άλλους πανεπιστημιακούς φορείς - φοιτητικό κίνημα και εργαζόμενους στα ΑΕΙ, το μάχιμο εργατικό κίνημα, το μαθητικό, το σπουδαστικό κίνημα στα ΤΕΙ, αλλά και γενικότερα το λαϊκό κίνημα». Ταυτόχρονα, η ΔΗΠΑΚ άσκησε κριτική στις σοβαρές αδυναμίες που παρουσιάστηκαν το προηγούμενο διάστημα.
Στην τοποθέτησή της η ΔΗΠΑΚ σημειώνει ότι «χάθηκε πολύτιμος χρόνος την πρώτη χρονιά, όπου πέρασαν μεγάλης σημασίας νόμοι για το πανεπιστήμιο. Την ίδια στιγμή η απόφαση του προηγούμενου συνεδρίου δε βοήθησε στην αγωνιστική προετοιμασία του πανεπιστημιακού κινήματος και σωστά ξεπεράστηκε. Ασφαλώς η κατάθεση του νέου νόμου - πλαισίου έπρεπε να είναι στο επίκεντρο της δράσης της ΠΟΣΔΕΠ. Το κύριο όμως κριτήριο στη δράση της ΠΟΣΔΕΠ θα έπρεπε να ήταν η συνολική παρέμβαση της κυβέρνησης και της ΕΕ, γεγονός που άργησε να συνειδητοποιηθεί και από την άποψη αυτή να οργανωθεί και η αντίσταση ενάντια στην πολιτική των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων».
Υπογραμμίζει ότι «η ΠΟΣΔΕΠ έδειξε μια σχετική υποτίμηση στην ποικιλομορφία των κινητοποιήσεων και την κλιμάκωσή τους» και τονίζει ότι «σωστή μορφή πάλης είναι αυτή που συσπειρώνει, εξασφαλίζει ενότητα και δράση και παράλληλα προωθεί το βασικό πολιτικό στόχο. Οτι οι μορφές πάλης είναι μέσο εφαρμογής της πολιτικής και όχι η ίδια η πολιτική και ότι οι μορφές πάλης πρέπει να εναλλάσσονται».
«Συχνά - αναφέρει η ΔΗΠΑΚ - σημειώθηκαν φαινόμενα μη ισότιμης αντιμετώπισης των δυνάμεων των φοιτητικών παρατάξεων, γεγονός που επηρέασε συνολικά τη δράση της ΠΟΣΔΕΠ. Ιδιαίτερα επηρέασε το επίπεδο και το περιεχόμενο των συμμαχιών, όπου αναπτύχθηκαν προσανατολισμοί, που, όπως αποδείχτηκε, δεν ωφελούσαν τον αγώνα του κινήματος, όπως έγινε με τις συμμαχίες με τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ, οι οποίες ενίσχυαν τις θέσεις της κυβέρνησης τόσο με τις γενικότερες τοποθετήσεις, αλλά και με την πρωτοβουλία τους να δημιουργήσουν το πρώτο ιδιωτικό μη κρατικό πανεπιστήμιο. Είναι θετικό που η ΠΟΣΔΕΠ τροποποίησε έστω και στο τέλος τη θέση της αυτή».
Ακόμα, τονίζει ότι «υποτιμήθηκε πολύ σοβαρά η αντιπαράθεση με τις "άλλες προτάσεις", που έβρισκαν πλατιά δημοσιότητα και στήριξη από τον Τύπο και επηρέαζαν στη δημιουργία ενός επιθετικού κλίματος ενάντια στην ΠΟΣΔΕΠ, το οποίο η κυβέρνηση επιδίωξε να εκφραστεί ενάντια στο πανεπιστημιακό κίνημα στο σύνολό του».
Προσθέτει ότι «δεν αντιμετωπίστηκαν οι τάσεις αναδίπλωσης που παρουσιάστηκαν και οφείλονταν είτε σε πραγματικές επιφυλάξεις και ανησυχίες ή ακόμη και σε αυταπάτες, είτε στη στάση τμήματος του ΔΕΠ, όπως "η κίνηση των προθύμων", που έχει κάθε συμφέρον από την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου, είτε σε πιέσεις που εξασκούνταν από τις δικομματικές επιλογές και την αντίστοιχη τακτική της κατασυκοφάντησης και κατατρομοκράτησης του ΔΕΠ από τα ΜΜΕ, είτε ακόμη και σε κραυγαλέες μονομέρειες στο επίπεδο των συμμαχιών και των μορφών πάλης που απέστρεφαν το ΔΕΠ από το κίνημα και το εγκλώβιζαν στα παραπλανητικά επιχειρήματα περί ανοιχτού πανεπιστημίου».
Και προσθέτει ότι «ουσιαστικό πρόβλημα υπήρξε με την αντιμετώπιση της κυβερνητικής προπαγάνδας και των ΜΜΕ για το εάν η ΠΟΣΔΕΠ είχε ή δεν είχε θέσεις, αν ήταν μια συνεχής άρνηση ή όχι. Ενώ πράγματι η ΠΟΣΔΕΠ, σε μια πορεία, απέκτησε θέσεις που αντιμετώπιζαν την πολιτική των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων, στην κατάλληλη και σταθερή προβολή τους έδειξε μια σημαντική υστέρηση. Η παραπάνω εκτίμηση σχετιζόταν άμεσα και με το δεύτερο βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης ότι η ΠΟΣΔΕΠ δεν ήθελε αλλαγές στην υπάρχουσα κατάσταση των ΑΕΙ. Ενώ ήταν δικαιολογημένο μέχρι ενός σημείου να δίνεται περισσότερο έμφαση στην αντίσταση ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης, για να μην περάσουν και να μην εφαρμοστούν οι αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις, από ένα σημείο και μετά έπρεπε να αντιμετωπιστεί με ριζικό τρόπο η κυβερνητική επιχειρηματολογία, ξεκαθαρίζοντας ρητά ότι το σημερινό πανεπιστήμιο δεν έχει σχέση με τους στόχους της ΠΟΣΔΕΠ, πράγμα που δεν έγινε. Φυσικά, κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο να γίνει στο συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ».
Στην τοποθέτησή της, η ΔΗΠΑΚ επισημαίνει ότι «η ΠΟΣΔΕΠ έδωσε ένα σημαντικό αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου. Εφερε το ζήτημα της παιδείας, μαζί με το πρωτοπόρο φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα, το μάχιμο εργατικό κίνημα, τους γονείς και τους μαθητές, στο προσκήνιο της καθημερινής κοινωνικής πραγματικότητας. Αποκάλυψε τους πραγματικούς στόχους της κυβερνητικής πολιτικής».
Οπως υπογραμμίζει η ΔΗΠΑΚ, η ΠΟΣΔΕΠ «αντιστάθηκε στο τρομοκρατικό κύμα που εξαπολύθηκε, στην αστυνομική βία, στην κατασταλτική λογική που προσπάθησε να επιβάλει η κυβέρνηση και να αξιοποιήσει η αξιωματική αντιπολίτευση στο πλαίσιο της δικομματικής αντιπαράθεσης. Τέλος, υπονόμευσε το κύρος και την ισχύ της πολιτικής των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων έτσι ώστε από πλεονεκτικότερη θέση να μπορεί να αγωνιστεί, στην περίπτωση που η κυβέρνηση θα περάσει το νόμο - πλαίσιο, ενάντια στη μη εφαρμογή του».