Στο απαντητικό κείμενο προς την Κομισιόν, το υπουργείο Απασχόλησης θριαμβολογεί για τη φιλεργοδοτική νομοθεσία που έχει θεσπίσει και ανάβει το «πράσινο φως» για νέες μεταρρυθμίσεις
Σημειώνεται ότι με την «Πράσινη Βίβλο» η ΕΕ, μεταξύ άλλων, στοχεύει στην αποδυνάμωση και παραπέρα στην κατάργηση του συλλογικού εργατικού δικαίου, στην αντικατάσταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας από εξατομικευμένες συμβάσεις, στην επέκταση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου στη θέση των συμβάσεων αορίστου χρόνου, στην αποδυνάμωση του νομικού πλαισίου για τις απολύσεις και τις αποζημιώσεις, ενώ στην «Προκρούστεια κλίνη» μπαίνει και ο σταθερός ημερήσιος χρόνος εργασίας και το καθεστώς των υπερωριών.
Η κεντρική αντίληψη που διέπει τις απαντήσεις της κυβέρνησης είναι ο προκλητικός ισχυρισμός ότι με το υπάρχον «νομικό κεκτημένο» «επωφελείται ήδη ένα τμήμα εργαζομένων με άτυπες μορφές απασχόλησης», για να συγκαλυφθεί το γεγονός, ότι στη χώρα μας οι εργαζόμενοι σε αυτές τις «άτυπες» και «ευέλικτες μορφές» είναι ουσιαστικά έρμαια των εργοδοτών. Με δεδομένο μάλιστα ότι τα τελευταία χρόνια, μια σειρά βαθιά αντεργατικοί νόμοι (από την ενοικίαση εργαζομένων, μέχρι το χρόνο εργασίας), έχουν δώσει στις επιχειρήσεις νέες δυνατότητες και εργαλεία αύξησης της εκμετάλλευσης, ενώ η ανυπαρξία ελεγκτικών μηχανισμών έχει αφήσει ασύδοτους τους εργοδότες, η κυβέρνηση παραπέμπει τις νέες αλλαγές στο «διάλογο» που θα γίνει στο μέλλον και υποστηρίζει ότι οι προσαρμογές «στην εργατική νομοθεσία πρέπει να γίνουν στη βάση των εθνικών ιδιαιτεροτήτων».
Κανέναν εφησυχασμό δεν πρέπει να προκαλούν στους εργαζόμενους ούτε οι διατυπώσεις του υπουργείου Απασχόλησης πως «οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά» και πως «οι άτυπες μορφές πρέπει να χρησιμοποιούνται σε υγιή βάση και να καλύπτουν αντίστοιχες ανάγκες των επιχειρήσεων, χωρίς να υποκαθιστούν σταθερές θέσεις απασχόλησης». Το ευχολόγιο αυτό καμιά σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα, αφού οι επιχειρηματίες, για να αυξήσουν την κερδοφορία, χρησιμοποιούν τις ευέλικτες μορφές και απολύουν εργαζόμενους με σταθερές θέσεις και τους αντικαθιστούν με φτηνούς και «απασχολήσιμους».
Στο πλαίσιο της ισχυροποίησης και γενίκευσης του θεσμού των ενοικιαζόμενων εργαζόμενων, η κυβέρνηση, με τις θέσεις της για την «Πράσινη Βίβλο», τάσσεται υπέρ μιας συμφωνίας για τη θέσπιση σχετικής οδηγίας. Παράλληλα, υποστηρίζει το στόχο για τη «μετάβαση μεταξύ διαφορετικών καταστάσεων απασχόλησης» και σε αυτό προτείνει «ένα πιο ευέλικτο σύστημα επιδότησης της ανεργίας», δηλαδή μέτρων που μέσω του οικονομικού εκβιασμού ή της επιδότησης των επιχειρήσεων θα σπρώχνουν τους ανέργους σε οποιαδήποτε απασχόληση.
Για την οργάνωση του χρόνου εργασίας, η κυβέρνηση, έχοντας ψηφίσει το 2005 έναν νόμο που καταργεί ουσιαστικά το οχτάωρο και μειώνει το κόστος των υπερωριών, σπεύδει να αρνηθεί εκ του ασφαλούς τη θεσμική κατοχύρωση «ρήτρας αυτοεξαίρεσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο» (ρήτρα opt-out, που ισχύει σε χώρες όπως η Μ. Βρετανία και προβλέπει την «εθελούσια» παράταση του εργάσιμου χρόνου). Ενώ καλυμμένη πίσω από τις εσκεμμένες ασάφειες στο κείμενο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την Οδηγία Μπολκεστάιν, εμφανίζεται υπέρμαχη «της αρχής της χώρας υποδοχής».