ΑΡΚΑΔΙΑ
Αναρίθμητα τα «πώς» και τα «γιατί»
Κυριακή 27 Αυγούστου 2000

Ολοκληρωτική καταστροφή, που όμοιά της δεν έχει ξανασυμβεί στο οικοσύστημα της περιοχής, προκάλεσαν οι φωτιές στην ορεινή Αρκαδία. Το χωριό Χρυσοβίτσι στις πλαγιές του Μαίναλου, τη Στεμνίτσα, την Καρύταινα κι ακόμα δυτικότερα, προς τα χωριά Ατσίχωλο, Βλαχοράφτη, Σαρακίνι, δάση αιώνων, χιλιάδες στρέμματα εξαιρετικής ομορφιάς καταστράφηκαν μέσα σε λίγες ώρες. Μεγαλύτερη απώλεια θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί η καταστροφή της κοιλάδας του Λούσιου ποταμού, με τα πέτρινα γεφύρια, ακριβώς πίσω από το ύψωμα που είναι χτισμένη η Καρύταινα. Πρόσφατα ιδιώτες προσπάθησαν να ιδρύσουν υδροηλεκτρικό εργοστάσιο εκεί, που όμως δεν τους επιτράπηκε από τη Νομαρχία. Ισως να 'ναι η απελπισία που προκάλεσε η καταστροφή, ίσως η αναζήτηση εύκολης απάντησης για το ποιος φταίει, ή ακόμη και η «εγγενής καχυποψία» των Γορτύνιων. Πάντως, ο συσχετισμός στο μυαλό των κατοίκων γίνεται αυτόματα...

Στην πλατεία του χωριού Βλαχοράφτη, ο «Ρ» συνάντησε κάποιους από τους ελάχιστους μόνιμους κατοίκους που έχουν απομείνει. «Αυτά τα χωριά θα ερημώσουν. Τις ελιές εδώ και χρόνια δεν τις καλλιεργούν. Ολη η οικονομία του τόπου στηριζόταν στην κτηνοτροφία. Τώρα πλέον θα χαθούν και τα κοπάδια μας», λέει στο «Ρ» ο Θ. Δημητρακόπουλος, κάτοικος του χωριού και συνεχίζει: «Τα χωράφια ήταν εγκαταλειμμένα και γεμάτα ξερόχορτα. Το μπαρούτι δηλαδή για να επεκταθεί η φωτιά».


Απάντηση στα αναρίθμητα πώς και γιατί που προκάλεσε η φωτιά οι κάτοικοι των περιοχών αυτών δεν μπορούν να δώσουν, τουλάχιστον ακόμη. Το σημαντικότερο που τους απασχολεί αυτή τη στιγμή, είναι πώς θα μπορέσουν να μείνουν στον τόπο τους.

«Αυτά τα χωριά είχαν εγκαταλειφθεί πολλά χρόνια πριν. Εμείς οι γέροι μείναμε εδώ, είτε γιατί δε θέλαμε να φύγουμε, είτε γιατί δεν μπορούσαμε. Δεν έχει σημασία. Το θέμα είναι ότι τώρα κινδυνεύουμε να φύγουμε και μεις οι λίγοι. Απαγορεύεται πλέον πλήρως η βοσκή. Αν δεν οριστούν αμέσως ζώνες βοσκής θα χαθούμε και μεις οι λίγοι που μείναμε εδώ πάνω. Αυτά τα χωριά θα τα ξέρουμε μόνο απ' τα βιβλία της Ιστορίας», μας είπε ο Μανώλης Πανταζής.