Associated Press |
Σε μία άλλη εποχή και σε μία άλλη χώρα. Αυστρία 1994. Το ακροδεξιό «Κόμμα της Ελευθερίας» για πρώτη φορά θα κατέλθει στις γενικές εκλογές, υπό την ηγεσία του Γιέργκ Χάιντερ, ενός ανθρώπου που πολλάκις είχε «προσδώσει τιμές», λεκτικά πάντα, στα τάγματα των Ες-Ες, στην εργατική πολιτική που ακολούθησε κατά τη διάρκεια της ναζιστικής διακυβέρνησης ο Αδόλφος Χίτλερ και είχε υποσχεθεί να απαλλάξει την Αυστρία από τους μετανάστες που την καταδυναστεύουν. Ωστόσο, για να λάβει κάποιο κόμμα μέρος στην προεκλογική εκστρατεία απαιτεί χρόνο και χρήμα. Και ναι μεν ο χρόνος ήταν άφθονος αλλά το χρήμα δεν περίσσευε στα ταμεία του κόμματος για να λάβει μέρος σ' αυτές τις «πολυδάπανες εκλογικές ασκήσεις». Αυτή τη φορά η πολυεθνική αθλητικών ειδών «Reebok» θα έρθει να διασώσει τον Χάιντερ. Είναι η ίδια εταιρία που κατόρθωσε να αποσπάσει μεγάλη μερίδα του καταναλωτικού κοινού στις πωλήσεις αθλητικών παπουτσιών και αξεσουάρ, εξαιτίας της «αντιρατσιστικής πολιτικής» της, καθώς ήταν η πρώτη πολυεθνική που έδωσε το σύνθημα του μποϊκοτάζ και εγκατέλειψε «διαμαρτυρόμενη» τη Νότια Αφρική εξαιτίας της πολιτικής του απαρτχάιντ! Είναι η ίδια εταιρία που χρηματοδότησε την τηλεοπτική παρουσία, το διαφημιστικό χρόνο και το βίντεο της εκστρατείας του κόμματος και του Γιέργκ Χάιντερ. Και όχι μόνο...
Φυσικά, ούτε ο Μουσολίνι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '30, ούτε και ο Χάιντερ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '90 ήταν οι μόνοι φασίστες ή φασίζοντες ηγέτες που έλαβαν χορηγίες από βιομηχάνους και πολυεθνικές.
Μόνο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '30, που σηματοδότησε την άνοδο και την επικράτηση του φασισμού στην Ευρώπη, στη Γερμανία πολύ μεγάλα τραστ της βαριάς βιομηχανίας της χώρας, όπως η Thyssen, η Krupp, η Gelsenkirchen και η Rheinmetall-Boersig, ο γίγαντας στο χώρο των χημικών IG Farben (που αργότερα μετονομάστηκε σε Bayer, Hoechst and BASF), καθώς επίσης και τραπεζίτες, όπως ο φον Σρέντερ της Dresdner Bank, καθώς και η Deutsche Bank, στήριξαν οικονομικά και πολιτικά την άνοδο και κυριαρχία του Χίτλερ. Το γεγονός ότι η δημαγωγία των ναζί στηριζόταν σε μία «αντικαπιταλιστική πολιτική» φυσικά δεν ήταν καμία αντίφαση, αν και μπορεί για κάποιους να αντηχεί ακόμη και σήμερα ως αντίφαση και αντίθεση. Οπως πολύ χαρακτηριστικά διατυπώνει ο Ντανιέλ Γκουερίν (Guerin Daniel: Fascism and big business. Pathfinder, New York, 1973), «το παιχνίδι του φασισμού είναι να ονομαστεί από μόνο του αντικαπιταλιστικό, φυσικά χωρίς να κάνει καμία πραγματική επίθεση στο φασισμό», αλλά να μεταστοιχειωθεί σε αντισημιτισμό, αντικομμουνισμό, ρατσισμό.