ΟΤΕ
Συνέταιροι στο ξεπούλημα και οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες
Τετάρτη 6 Σεπτέμβρη 2000

Οι εργαζόμενοι πρέπει να πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση ματαίωσης του ξεπουλήματος του ΟΤΕ
Νερό στο μύλο της κυβέρνησης, προκειμένου να ξεπουλήσει απρόσκοπτα τον ΟΤΕ, ρίχνουν οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες των εργαζομένων. Σε συνέντευξη Τύπου, που έδωσε χτες η διοίκηση της Ομοσπονδίας Εργαζομένων - ΟΤΕ, παρουσία των ηγεσιών της ΓΣΕΕ και Ομοσπονδιών των ΔΕΚΟ, δεν αναφέρθηκε κανένα συγκεκριμένο μέτρο ενάντια στις σχετικές κυβερνητικές αποφάσεις. Και ας έχουν περάσει ήδη δυο μήνες από τη δημοσιοποίηση των κυβερνητικών σχεδιασμών. Αντιθέτως, οι προαναφερόμενοι συνδικαλιστές συμφωνούν με το να παραμένει σχεδόν ο μισός Οργανισμός υπό ιδιωτικό έλεγχο.

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος φρόντισε να δηλώσει την αντίθεσή του στην παράδοση νέου μετοχικού πακέτου και του μάνατζμεντ του ΟΤΕ σε συγκεκριμένο ιδιώτη. Αν γίνει αυτό, το Δημόσιο χάνει την πλειοψηφία των μετοχών του Οργανισμού. Ο πρόεδρος της ΟΜΕ - ΟΤΕ, Π. Κοτρώνης, ξεκαθάρισε το πώς εννοούν την «αντίθεση» οι συνδικαλιστές, που συμφωνούν με την κυβερνητική πολιτική. Αναφερόμενος στο «στρατηγικό σύμμαχο» που αναζητά η κυβέρνηση για να του παραδώσει το πακέτο, χαρακτήρισε τη «στρατηγική συμμαχία» ως «απαραίτητη».

Επιπλέον, οι εν λόγω συνδικαλιστές δεν αντιτίθενται στο να παραμείνει το 49% του ΟΤΕ στους ιδιώτες. Δηλαδή σχεδόν ο μισός τηλεπικοινωνιακός κολοσσός που στήθηκε με το μόχθο των εργαζομένων του και τα χρήματα του ελληνικού λαού. Απλά, διαφωνούν - φραστικά κατά πώς φαίνεται - στο να εκχωρηθεί το πλειοψηφικό πακέτο και το μάνατζμεντ.

Μάλιστα - στο πλαίσιο διαχείρισης του προβλήματος που δημιούργησε η κυβερνητική πολιτική ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας - προτείνουν να δοθούν στο «σύμμαχο», μετοχές που θα αγοράσουν από τις ήδη διανεμημένες στην αγορά ή να γίνει αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου στην οποία να συμμετέχει ο «σύμμαχος», χωρίς να χαθεί το 51% για το Δημόσιο.

Σε αυτό το πνεύμα, η διοίκηση της ΟΜΕ - ΟΤΕ απέφυγε και χθες να παρουσιάσει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα κινητοποιήσεων. Απλά επαναδιατυπώθηκε η πρόθεση, μόλις κατατεθεί στη Βουλή η κυβερνητική τροπολογία - που θα δίνει άνω του 50% των μετοχών του ΟΤΕ σε ιδιώτες - να προχωρήσουν οι εργαζόμενοι σε επαναλαμβανόμενες 24ωρες απεργίες.

Ομως, από τις αρχές Ιούλη, που δημοσιοποιήθηκαν οι σχετικές αποφάσεις της κυβέρνησης, η ηγεσία της ΟΜΕ άφησε να περάσουν ανεκμετάλλευτοι δύο μήνες. Δεν έκανε καμία ουσιαστική προσπάθεια ζύμωσης ενάντια στο οριστικό ξεπούλημα του Οργανισμού. Αν αποφασίσει τελικά κινητοποιήσεις, εκτιμάται ότι θα περιοριστεί σε δυο - τρεις 24ωρες απεργίες. Οτι θα εκμεταλλευτεί την ενδεχόμενη απάθεια των εργαζομένων του ΟΤΕ και γενικότερα, προκειμένου να δικαιολογήσει τη διαφαινόμενη, τελική υποχώρησή της μπροστά στις κυβερνητικές αποφάσεις.

Και να σημειωθεί το γεγονός ότι προεκλογικά η ΠΑΣΚΕ - ΟΤΕ, με ανακοίνωσή της καλούσε τους εργαζομένους του Οργανισμού να ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ, διαβεβαιώνοντας για τον έλεγχο των πλειοψηφικών πακέτων από το δημόσιο. Αναμασούσε μάλιστα τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, οι οποίοι χαρακτήριζαν προσωπικές και αυθαίρετες τις δημόσιες δηλώσεις του τότε υπουργού Μεταφορών - Επικοινωνιών, Τ. Μαντέλη,ότι για την κυβέρνηση δεν είναι «ταμπού» η διατήρηση της πλειοψηφίας των μετοχών. Τώρα ενδύονται την περιβολή της εξαπατημένης παρθένας.

Η ΕΣΚ

Από την πλευρά της η Ενιαία Συνδικαλιστική Κίνηση - ΟΤΕ επισημαίνει την ανάγκη αγωνιστικής απάντησης στα κυβερνητικά σχέδια ξεπουλήματος του ΟΤΕ και παράδοσης των τηλεπικοινωνιών στο μεγάλο κεφάλαιο. Καλεί τους εργαζόμενους να αντιταχθούν στο σύνολο της κυβερνητικής πολιτικής και να εκφράσουν την αντίθεσή τους δυναμικά και μαζικά. Καλεί επίσης τους εργαζομένους να μην περιορίσουν την αντίδρασή τους στην παραπέρα ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ, αλλά να αντιταχθούν και στο νομοσχέδιο για απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών από το 2001 και στα σχέδια ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ μέσω ίδρυσης νέων θυγατρικών. Να αντισταθούν στο νομοσχέδιο που ανοίγει το δρόμο για την ιδιωτικοποίηση όλων των ΔΕΚΟ που έχουν απομείνει στο κράτος και στην προωθούμενη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων.