Ο πρώτος αφορά «την αλλαγή του συσχετισμού των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στην Ευρωπαϊκή Ενωση» (πολύ sic), διασκεδάζοντας το γεγονός ότι η «καπιταλιστική ενοποίηση», οι συνθήκες που τη στηρίζουν (Μάαστριχτ, Λευκή Βίβλος κ.ά.) και οι πολιτικοί, ιδεολογικοί, οικονομικοί άξονες στους οποίους κινείται η Ευρωπαϊκή Ενωση, είναι αποτέλεσμα συναίνεσης των Σοσιαλδημοκρατικών, Συντηρητικών και των αποκαλούμενων «νεοαριστερών» κομμάτων, και των αντίστοιχων συνδικαλιστικών παρατάξεων.
Η πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΕ καλεί το συνδικαλιστικό κίνημα να παλέψει για μια «Ευρώπη της ανάπτυξης (της καπιταλιστικής ανάπτυξης), με πλήρη απασχόληση» (τι υποκρισία), προσβλέποντας σε ένα «πανευρωπαϊκό σύμφωνο απασχόλησης» με τις πολυεθνικές και τα μονοπώλια, στην προοπτική της μετάλλαξης των «λύκων σε αρνιά».
Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, αναμασά τα κυβερνητικά συνθήματα.
Υπάρχει ανάπτυξη και ανάπτυξη. Το ερώτημα ανάπτυξη προς όφελος «ποίου», για το συμφέρον «ποίας» κοινωνικής τάξης, είναι ο καταλύτης. Η απάντηση καθορίζεται από το ποια τάξη κατέχει τα μέσα παραγωγής, ποια δύναμη είναι στην εξουσία, κι αυτό το γνωρίζουν καλά οι απολογητές του συστήματος, αλλά επιδιώκουν με κάθε τρόπο να «θολώσουν τα νερά».
Οι εργαζόμενοι έχουν παράγει και παράγουν τεράστιο πλούτο. Η καπιταλιστική ανάπτυξη, διά μέσου βεβαίως του φάσεων, των επαναλαμβανόμενων κύκλων της καπιταλιστικής κρίσης υπερπαραγωγής, έχει προχωρήσει με έντονους ρυθμούς.. Η ΑΝΕΡΓΙΑ όμως είναι παρούσα. Το πρόβλημα δεν είναι καινούριο. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, στη διάρκεια της 20ετίας '60-'80 παρατηρήθηκε για τα κράτη μέλη του διπλασιασμός του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ)... αλλά και τριπλασιασμός του ποσοστού ανεργίας.
Σήμερα, οι αστοί αναλυτές αναφέρονται στο φαινόμενο της αύξησης των ρυθμών της καπιταλιστικής ανάπτυξης, της αύξησης του ΑΕΠ και της ταυτόχρονης αύξησης της ανεργίας. Αρνούνται, βεβαίως, να αποδεχτούν την αδυσώπητη δράση των νόμων, των αντιθέσεων του συστήματος και προσπαθούν να τα φορτώσουν στη λεγόμενη «ακαμψία της αγοράς εργασίας».
«Αν ίσχυε η διαπίστωση ότι η ανάπτυξη απορροφά την ανεργία, τότε έπρεπε στη χώρα μας το ποσοστό ανεργίας να είχε μειωθεί, τουλάχιστον από το 1994, από 9,7% σε περίπου 7%, το 1998! Αυτό σημαίνει ότι όσο επιτείνεται η ανάπτυξη στη χώρα μας αυξάνεται η ανεργία», επισημαίνει ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος» (22/4/00).
Η καπιταλιστική, λοιπόν, ανάπτυξη προχώρησε, παράχθηκε τεράστιος πλούτος, η ανεργία αυξήθηκε και οι καπιταλιστές καρπώθηκαν τα οφέλη αυτής της διαδικασίας, αυξάνοντας τα υπερκέρδη τους.
Το 1960 το 20% των πλουσίων κατείχε το 31% του συνολικού εισοδήματος της ανθρωπότητας, ενώ στις μέρες μας κατέχει το 83%!
Στον τόπο μας οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές, οι τραπεζίτες και τα άλλα τμήματα της αστικής τάξης, τρίβουν τα χέρια τους για το ύψος των κερδών και ορκίζονται στο όνομα της ανάπτυξης και της παραγωγικότητας. Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ παραθέτει στοιχεία τα οποία μαρτυρούν ότι το «10% και πλουσιότερο τμήμα του πληθυσμού καρπώνεται το 26.3% του εθνικού εισοδήματος, έναντι του αντίστοιχου 2.2%,! πού καρπώνεται το 10% και φτωχότερο τμήμα του πληθυσμού».
Τα στοιχεία βεβαίως πού παραθέτει αποκαλύπτουν τον επικίνδυνο χαρακτήρα του προσανατολισμού της, τις εγκληματικές της ευθύνες γι' αυτή την κατάσταση και τα αδιέξοδα της τακτικής της «κοινωνικής συναίνεσης», που φτάνει μέχρι το ανεκδιήγητο κάλεσμα στους καπιταλιστές «να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να αποδεχτούν τον περιορισμό των «κεκτημένων» τους, ως σώφρονες πολίτες.
Οι καπιταλιστές, με στόχο την απόσπαση περισσότερης υπεραξίας και αποκόμισης μεγαλύτερου κέρδους, στα πλαίσια του ανταγωνισμού, καταφεύγουν στη νέα τεχνική για να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας και την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Αυτό έχει ως συνέπεια την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου.
Την αύξηση δηλαδή του σταθερού κεφαλαίου πού προορίζεται για την αγορά μέσων παραγωγής (υποδομή, μηχανήματα κ.ά.), έναντι του μεταβλητού κεφαλαίου που προορίζεται για την αγορά εργατικής δύναμης.
Ετσι ένα μέρος των εργατών πλεονάζει σχετικά, γιατί αυτό επιβάλλουν οι ανάγκες του κεφαλαίου πού καθορίζονται από το κυνηγητό του κέρδους.
«Οσο μεγαλύτερος είναι ο κοινωνικός πλούτος, το κεφάλαιο που λειτουργεί, η έκταση και η ένταση της αύξησής του, επομένως και το απόλυτο μέγεθος του προλεταριάτου και η παραγωγική δύναμη της εργασίας του, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός», η στρατιά των ανέργων.
Αυτή ακριβώς η διαπίστωση του ΜΑΡΞ, επιβεβαιώνεται καθημερινά.
Στη χώρα μας, η εισβολή κοιναγορίτικων προϊόντων, η γενικότερη αύξηση των εισαγωγών, εκτοπίζει εγχώρια προϊόντα από την εσωτερική αγορά, οδηγεί σε κλείσιμο παραγωγικών μονάδων και στην απώλεια θέσεων εργασίας.
Σημαντικές επιδράσεις στη μείωση των θέσεων απασχόλησης και την αύξηση της ανεργίας ασκούν οι ιδιωτικοποιήσεις και οι συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, η μεταφορά επιχειρήσεων προς τις βαλκανικές χώρες.
Το ξεκλήρισμα χιλιάδων μικρομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών και το κλείσιμο χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων συντελούν στην αύξηση της ανεργίας. Η διαδικασία αυτή θα γίνει ακόμα πιο επώδυνη το επόμενο διάστημα, γι' αυτό το λόγο οι διαχειριστές και οι απολογητές του συστήματος, κατά τα πρότυπα άλλων χωρών της ΕΕ και των ΗΠΑ, ετοιμάζονται για το «μοίρασμα της ανεργίας», την τεχνητή μείωση και την απόκρυψη των πραγματικών διαστάσεών της.
Στα πλαίσια αυτά προκλητικά εκφράζεται η αποδοχή στη «μερική απασχόληση» και τα «Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης», εν μέσω προσχηματικών προϋποθέσεων και ενώ έχει αποδειχθεί ότι αποτελούν βασικά εξαρτήματα της αντεργατικής μηχανής για την υπονόμευση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και των εργασιακών κατακτήσεων.