ΑΛΦΡΕΝΤ ΧΙΤΣΚΟΚ
Σιωπηλός μάρτυρας
Πέμπτη 3 Ιούλη 2008

Ο χρόνος με πολλά πράγματα είναι πολύ σκληρός. Ακόμα και στον Αλφρεντ Χίτσκοκ δε χαρίζεται, όταν και όπου τον βρει αδύνατο. Στον «Σιωπηλό Μάρτυρα», ταινία που γυρίστηκε το 1954, τον βρήκε φλύαρο, ιδεολογικά λανθασμένο και χωρίς ιδιαίτερο σασπένς και τον λύγισε! Ακόμα και η πανέμορφη και πολύ κομψή Γκρέις Κέλι την πλήρωσε. Η ταινία δεν τραβάει, πια. Κουράζει! Και ενοχλεί!

Κι ωστόσο κανένας δεν ξεχνάει πως και αυτή η ταινία του μετρ του τρόμου, μετρ του τρόμου χωρίς σταγόνα αίμα όμως, τελείως διαφορετικού από τους σημερινούς αιμοσταγείς τρομοκατασκευαστές του κινηματογράφου, τρομοκράτες του κινηματογράφου σωστότερα, όταν πρωτοπαίχτηκε έκανε πάταγο. Μεταγενέστεροι του Χίτσκοκ σκηνοθέτες άντλησαν έμπνευση (και) από τη συγκεκριμένη ταινία του.

Ο «Σιωπηλός Μάρτυρας» δε στερείται ευφυΐας! Η σύλληψή του είναι «μαγική». Κατ' εικόνα και ομοίωση του δημιουργού της. Ενας δαιμόνιος και δραστήριος φωτορεπόρτερ, φωτορεπόρτερ με μεγάλες επιτυχίες στο ενεργητικό του, βρίσκεται καθηλωμένος στο σπίτι του σε μια πολυθρόνα, έχοντας το πόδι του στο γύψο (μετά από ατύχημα). Ερευνητικός όπως, και λόγω επαγγέλματος, είναι, το μάτι του δεν ησυχάζει. Από το παράθυρό του παρακολουθεί τους γείτονές του. Σχεδόν έχει καταγράψει την κάθε τους κίνηση. Είναι, δηλαδή, μια σημερινή «κρυφή» κάμερα, από αυτές που χρησιμοποιεί ο Τριανταφυλλόπουλος, ας πούμε, ή από αυτές που χρησιμοποιεί το επίσημο κράτος και «καταγράφουν την κίνηση στους δρόμους», τις οποίες, στη συνέχεια χρησιμοποιεί ο καθένας, ακόμα και η Νικολούλη και βρίσκει τους δολοφόνους (περίπτωση Θεσσαλονίκης).

Αυτή η «κρυφή κάμερα», ο καθηλωμένος ρεπόρτερ, ο χαφιές, με άλλα λόγια, κάποια μέρα βρίσκεται απέναντι σε ένα έγκλημα. Ενας γείτονάς του σκοτώνει τη γυναίκα του και στη συνέχεια προσπαθεί να εξαφανίσει το πτώμα της. Ολα τα παραπάνω χωρίς ίχνος αίματος, χωρίς πτώματα και χωρίς σφαγές. Αυτές ήταν οι αρετές του Χίτσκοκ.

Στο τέλος ο ρεπόρτερ θα νικήσει. Κόντρα στην καχυποψία του φίλου του αστυνομικού που δεν πιστεύει τα «στοιχεία» που του προσκομίζει. Ο δολοφόνος, τελικά, θα συλληφθεί και η δικαιοσύνη, για άλλη μια φορά, θα θριαμβεύσει!

Η παραπάνω αστυνομική ιστορία, πέρα από τη φλυαρία της και την... ακινησία της, έχει, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα, και μεγάλα ιδεολογικά λάθη. Η παρακολούθηση των γειτόνων, η οποία, εκ του αποτελέσματος, δικαιολογείται, δεν πρέπει να προτείνεται από τον κινηματογράφο και τους κινηματογραφιστές, του ύψους μάλιστα του Χίτσκοκ. Και μη φανταστείτε ότι ο μετρ δεν ήταν πονηρεμένος. Ηταν, γιατί ασκήθηκε κριτική στον ρεπόρτερ από τη φίλη του (μέχρι να ενδώσει στην κρυφή παρακολούθηση και αυτή). Και ο ίδιος ο ρεπόρτερ έκανε την αυτοκριτική του, άλλο αν στο τέλος, το αποτέλεσμα τον αποκατέστησε στους φίλους του και στη συνείδησή του!

Με την παραπάνω παρατήρηση δε θέλω να πω, πως ο Χίτσκοκ δικαιολόγησε και συνειδητά αθώωσε τις κρυφές κάμερες. Η ταινία του, όμως, το πράττει! Ο απλός θεατής φεύγει από την αίθουσα δικαιολογώντας και αυτός με τη σειρά του την πράξη του καθηλωμένου ρεπόρτερ. Η σύλληψη ενός δολοφόνου φαντάζει μεγαλύτερη αξία από την προστασία της ιδιωτικής ζωής. Και αυτό πρέπει να σημειωθεί!

Παίζουν: Γκρέις Κέλι, Τζέιμς Στιούαρτ.