Εκδήλωση τιμής, 59 χρόνια από το θάνατό του
Το φθινόπωρο του 1947, ετοιμαζόταν στη Ρούμελη το τμήμα του ΔΣΕ, που θα πήγαινε στην Εύβοια, με επικεφαλής τον Θύμιο Καψή («Ανάποδο»). Από τα στελέχη του Ανεξάρτητου Τάγματος Εύβοιας, διμοιρίτης, και ύστερα για 15 χρόνια κατάδικος, ο Πάνος Φούντας, γράφει:
«Οταν φτάσαμε στην Αργοστήλια του Παρνασσού, ανάψαμε φωτιές, πέσαμε μέσα στις φτέρες, μάσαμε πατάτες για να τις ψήσουμε να χορτάσουμε την πείνα μας τη λάμια... Εδώ ο Διαμαντής μάς έκανε το αποχαιρετιστήριο γλέντι. Κλαρίνα απ' την Αράχοβα, ψητά, ψωμί σταρίσιο και φωτογράφο για την απαθανάτισή μας. Εδώ ο Ανάποδος δε θέλησε να περάσει σε τούτη την απαθανάτιση:
"Αϊ λέει, και κάντε τη δουλειά σας. Εμένα θα φωτογραφίσουν μόνο το κεφάλι μου παλουκωμένο"!...
Ο Ανάποδος σαν στρατιωτικός ήταν καλός, ας ήτανε νέος. Είχε μαθητεύσει κοντά στον Διαμαντή και είχε πάρει πολλά χαρίσματα, ανθρώπινα και στρατιωτικά. Οσες μάχες έδωσε τις είχε κερδίσει, ακόμα και με δυνάμεις μαμούθ. Οπως εκείνη στη Φτερίτσα, στις 7 Γενάρη 1948: 150 έφεδροι αξιωματικοί με 28 αντάρτες ξυπόλυτους κι άοπλους. Μα και σε κατοικημένο χώρο δεν είχε νικηθεί. Ηταν έξυπνος. Τον ζήλευαν πολλοί. Από τα μάτια σε καταλάβαινε τι θα πεις.
...Μέσα σ' αυτόν τον κόσμο που ήρθε στη Χαλκίδα να τον δει σταυρωμένο, ήταν και καλός κόσμος, που όταν τον κοίταζε στο σταυρό έκλαιγε. Οχι μόνο τον κλάψανε αλλά και τον θαυμάσανε. Ελεγαν: "Ορέ τι άντρας ήταν αυτός! Μωρέ ήταν λεβέντης, γιεμ".
Είχαν περάσει 11 μέρες από τότε που μου περνούσαν τα σίδερα στα χέρια. Από τότε που εκείνος, πώς να τον πω... στον ύπνο σου έριξε κατάστηθα τη σφαίρα... που να του 'χαν κοπεί τα χέρια. Μου τόπε ο ανθυπολοχαγός πως σε βάρεσε δικός μας».
(Από το βιβλίο του «Στην Εύβοια σταυρώσανε τη λευτεριά»).