ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΗΣ ΒΔΟΜΑΔΑΣ
«12»

Του Νικίτα Μιχαλκόφ

Κυριακή 30 Νοέμβρη 2008

Πρώτα να γνωρίσουμε το ποιος είναι ο άνθρωπος. Ο Νικίτα Μιχαλκόφ γεννήθηκε στη Ρωσία, το 1945. Πατέρας του ήταν ο πολύ γνωστός και καλός ποιητής Σεργκέι Μιχαλκόφ, ο οποίος, θυμίζουμε, έγραψε τους στοίχους για τον εθνικό ύμνο της Ρωσίας. Ποιήτρια, εξίσου σημαντική, ήταν και η μάνα του, η οποία ήταν κόρη του μεγάλου ζωγράφου της ρωσικής πρωτοπορίας Πιοτρ Κοντσαλόφσκι. Αδελφός του Νικήτα Μιχαλκόφ είναι ο, επίσης γνωστός και πολύ καλός σκηνοθέτης, Αντρέι Κοντσαλόφσκι (ο οποίος έφυγε για την Αμερική, αφού πρώτα υπήρξε βοηθός και συνεργάτης του Ταρκόφσκι).

Ο Μιχαλκόφ τελείωσε την περίφημη σχολή κινηματογράφου VGIK στη Μόσχα το 1971 και άρχισε αμέσως να δουλεύει. Τρία χρόνια αργότερα, έκανε την πρώτη του επιτυχία (1974) με την ταινία «Στο Σπίτι Ανάμεσα σε Ξένους». Δυο χρόνια αργότερα (1976), γυρίζει το επίσης σημαντικό κινηματογραφικό έργο του («Σκλάβος της Αγάπης»). Ακολούθησε μια ταινία που έμεινε στη μέση από δική του ευθύνη («Ο Πιανίστας», 1977). Το 1979 γυρίζει την πολύ καλή ταινία, η οποία τον έκανε ακόμα περισσότερο γνωστό και αποδεκτό, «Μερικές Μέρες από τη Ζωή του Ι. Ι. Ομπλόμοφ».

Ο Μιχαλκόφ, με αυτό το οικογενειακό μπακγκράουντ και με τις γνώσεις που απόκτησε στην περίφημη Σοβιετική σχολή κινηματογράφου (VGIK), δεν έμεινε ούτε στιγμή έξω από τη δημιουργία. Είναι γνωστό πως υπήρξε από τους ευνοημένους, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν άξιζε της όποιας προσοχής. Η αξία του σαν καλλιτέχνη τον έφερε για μεγάλο διάστημα και πρώτον (πρόεδρο) στο σωματείο των Σοβιετικών σκηνοθετών. Οσο ο σοσιαλισμός κρατούσε καλά στη Σοβιετική Ενωση ο Μιχαλκόφ, ο οποίος είναι και πολύ καλός ηθοποιός, έδειχνε ότι του ήταν πιστός. Με τους πρώτους τριγμούς, άρχισε να διαφοροποιείται. Σήμερα, πια, επιθυμεί την επιστροφή του Τσάρου στο Θρόνο!

Την προσωπική ιδεολογική σταδιακή διαφοροποίηση, που για πολλούς επικριτές του θεωρείται μεθοδευμένος αριβισμός, ακολούθησε και το έργο του. Ηδη, από την εποχή του Γκορμπατσόφ και νωρίτερα, οι ταινίες του άρχισαν να μπάζουν νερά. Με τον καιρό, πέρασε στην επίθεση και στη στείρα και μεροληπτική κριτική. Πάντα, βέβαια, μέσα σε «αξιοπρεπή» πλαίσια τόσο από την κουλτούρα του, όσο και από τη σκοπιμότητα που τον διακρίνει και με την οποία λειτουργεί (δεν τεντώνει τα πράγματα στα άκρα). Δείγμα αυτής της τακτικής του είναι και η τελευταία του ταινία οι «12».

Στους «12», που είναι ριμέικ (ξαναγύρισμα) της ταινίας του Λιούμετ, «12 angry men» (1957), ο Μιχαλκόφ απομονώνει σε ένα δωμάτιο, σε ένα γήπεδο μπάσκετ σωστότερα, 12 ενόρκους, δώδεκα διαφορετικούς, με όλες τις έννοιες, ανθρώπους, οι οποίοι στη συζήτησή τους αν είναι ένοχος ή αθώος ένας νεαρός Τσετσένος, ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία του Ρώσου πατριού του, ανοίγουν δεκάδες πολιτικά, ηθικά και φιλοσοφικά ζητήματα. Μέσα από τις συμφωνίες τους και τις διαφωνίες τους, περνάνε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την πολιτική κατάσταση σήμερα και χτες στη Ρωσία, με την Ιστορία, με τον πόλεμο, με τον πολιτισμό, με τον άνθρωπο.

Αν η ταινία δεν υπέκυπτε στην αντικομμουνιστική εμμονή του δημιουργού της και δε μεροληπτούσε, θα ήταν ένα πραγματικό μικρό αριστούργημα. Τώρα εξακολουθεί να είναι ένα μικρό αριστούργημα, αλλά ένα άδικο και μεροληπτικό μικρό αριστούργημα.

Παίζουν: Σεργκέι Μοκοβέτσκι, Σεργκέι Γκάρμας, Αλεξέι Πετρένκο, Νικίτα Μιχαλκόφ, κ.ά.


Ν. Α.