Εκ γενετής «θεατροπαίδι» - έτσι τον έλεγαν - ο Δημήτρης Χορν, δεν επιθύμησε να κάνει κάτι άλλο στη ζωή του. Κι ας ήξερε ότι «το επάγγελμα του ηθοποιού είναι το πιο ερημικό. ΕΦΗΜΕΡΟ!». Ο παππούς του ήταν Αυστριακός. Ουδεμία σχέση είχε με τους Βαυαρούς και το παλάτι. Ηρθε στην Ελλάδα πολλά χρόνια μετά τον Οθωνα. Ερωτεύτηκε μιαν Ελληνίδα, την Ευγενία, την παντρεύτηκε, έζησαν στην Αθήνα και γέννησαν δυο γιους. Ο ένας, ο Παντελής Χορν (πατέρας του ηθοποιού), αξιωματικός του Ναυτικού, απολυμένος λόγω των φιλοβενιζελικών του ιδεών, υπήρξε ένας από τους σπουδαίους «θεμελιωτές» της νεοελληνικής δραματουργίας.
Γεννημένος το 1921, βαφτισμένος από την Κυβέλη, ο Δημήτρης Χορν οχτώ μηνών πήρε το βάπτισμα της σκηνής, πάνω στην αγκαλιά της νονάς του. Από νήπιο έβλεπε αδιάκοπα θέατρο. Ολα του φάνταζαν σαν θέατρο. Ακόμα και η ναυτική στολή του πατέρα του. Από την ευζωία, μετά την απόλυση του πατέρα του από το Ναυτικό, όπως ο ίδιος αφηγούνταν «έζησα πολύ φτωχά παιδικά χρόνια. Νομίζω πως αυτό έπαιξε ρόλο θετικό. Θυμάμαι μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου κι έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω».
Στο Δημοτικό συμμετείχε στις σχολικές παραστάσεις και έκανε την πρώτη του επιτυχία στο παιδικό έργο «Βιολαντώ», παίζοντας τον γελωτοποιό «Μπουμπουρίκο». Θεατρικός πρωτοδάσκαλός του, στο Γυμνάσιο του Κολεγίου Αθηνών ήταν ο Κάρολος Κουν. Οχι μόνον έπαιξε σε παραστάσεις του Κουν, αλλά έγραψε κι ένα εργάκι. Δεκατεσσάρων ετών παίζει δίπλα στη Μαρίκα Κοτοπούλη, στην κωμωδία «Μαντάμ Κολιμπρί». Το 1936 εισάγεται στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Δάσκαλός του ο Δημήτρης Ροντήρης. Αποφοιτά και δουλεύει αδιάκοπα. Αργότερα (1950 - 1952) σπουδάζει θέατρο στη Ν. Υόρκη και το Λονδίνο. Επιστρέφει και επί τρεις δεκαετίες λάμπει το μοναδικό, αληθινό, πηγαίο, πολύ καλλιεργημένο, αλλά και ανοιχτό σε όλα τα θεατρικά είδη, υποκριτικό του «άστρο». Πλήθος οι σπουδαίες ερμηνείες που «κατέθεσε» στο θέατρο, στον κινηματογράφο και το ραδιόφωνο. Δύσκολο, ποιες να πει κανείς και ποιες να παραλείψει...