Κυκλοφόρησε από τη «Σύγχρονη Εποχή» το λεύκωμα «τ' αγριολούλουδα του Βαρλάμου»
Το καλαίσθητο αυτό λεύκωμα, αποτελεί μία ακόμη ξεχωριστή κατάθεση του σημαντικού μας δημιουργού. Ερχεται να προστεθεί στους σταθμούς της καλλιτεχνικής του διαδρομής, που περιλαμβάνουν εξαιρετικά δείγματα. Ανάμεσά τους, η μνημειώδης έκδοση «Δέκα Λευκαί Λήκυθοι», για την οποία εργάστηκε ο Γιάννης Κεφαλληνός με επιλεγμένους από τον ίδιο ως συνεργάτες, τους «μαθητές» του στο Εργαστήρι Χαρακτικής της Σχολής Καλών Τεχνών: Λουίζα Μοντεσάντου, Νίκο Δαμιανάκη και Γιώργη Βαρλάμο. Ενα εικαστικό και εκδοτικό «θαύμα», που τυπώθηκε σε 400 αριθμημένα αντίτυπα και χρειάστηκε τρία χρόνια δουλειάς για να ολοκληρωθεί και να κυκλοφορήσει το 1956.
Ακόμη, η πολυτελής έκδοση του 1973, με τις επτά σωζόμενες τραγωδίες του Σοφοκλή. Ενα έργο από τις παρισινές καλλιτεχνικές εκδόσεις «Union Latin d' Editions», το οποίο κυκλοφόρησε σε τρεις τόμους, με αριθμημένα αντίτυπα, εξαιρετικής καλαισθησίας, διακοσμημένοι με 48 ακουαρέλες του διακεκριμένου ζωγράφου - χαράκτη. Μία έκδοση, που χαρακτηρίστηκε, τότε, στο Παρίσι, ως «ένα από τα σημαντικότερα καλλιτεχνικά γεγονότα, τόσο από φιλολογικής όσο και από εικαστικής πλευράς».
Πρόσφατη δραστηριότητά του στο συλλεκτικό βιβλίο, το μυθιστόρημα «Δάφνις και Χλόη», για το οποίο ο Γ. Βαρλάμος, αξιοποιώντας τις βαθιές γνώσεις του για τη χαρακτική και την τυπογραφία, βάζει την προσωπική του σφραγίδα στο έργο. Φιλοτεχνεί ξυλογραφίες και λιθογραφίες, που «μιλούν» για όλα όσα υψηλά αισθήματα και συναισθήματα απορρέουν από το κείμενο του Λόγγου.
«Αρκετά χρόνια πριν "βασάνιζα" τ' αγριολούλουδα, επειδή είχα ανάγκη από ένα θέμα για να ασκούμαι στη ζωγραφική» σημειώνει ο Γ. Βαρλάμος. «Θα 'λεγα πως τα λουλούδια στάθηκαν τα πρώτα μου μοντέλα και τα ευγνωμονώ για την αρμονική τους συνεργασία. Σ' αυτά χρωστάω ένα σημαντικό μέρος των γνώσεών μου στην τεχνική της ζωγραφικής και όχι μόνο της ζωγραφικής».
Η δουλειά αυτή εξακολούθησε να συντροφεύει το δημιουργό, και βρήκε μεγάλη ανταπόκριση στον κόσμο.
«Η ιδιαιτερότητα, όμως, που 'βλεπε ο Ν. Αλεξίου, με προβλημάτισε, καθώς και η προτίμηση και οι έπαινοι πολλών ανθρώπων, "υποψιασμένων" από την Τέχνη, και άλλων τελείως ανυποψίαστων, και μ? έκανε να μπω ξανά στο κλίμα των καιρών που μελετούσα στα μεγάλα μουσεία και τις σημαντικότατες εκθέσεις της Ευρώπης. Εκεί, για να δω όσο γινόταν περισσότερα έργα, δε στεκόμουν στο καθένα χωριστά, και με βήμα αργό περνούσα από μπροστά στους. Καμιά φορά, όμως, καθηλωνόμουν μπροστά σε κάποιο... Ηταν η ιδιαιτερότητα; Ηταν η έλξη και ο θαυμασμός που εκπέμπει το έργο τέχνης; Πάντως, σε κάθε τέτοια περίπτωση υπήρχε συνηθέστατα η υπογραφή κάποιου σημαντικού καλλιτέχνη».
Η ζωγραφική για τον Γ. Βαρλάμο «είναι μια παγκόσμια γλώσσα, η οποία δε χρειάζεται επεξηγήσεις. Εχει τη δική της "ομιλία", που είναι τα χρώματα, τα σχήματα, οι τόνοι κ.ά. Ολες οι τέχνες, όχι μόνο η ζωγραφική, εκφράζουν και βγάζουν από μέσα σου συγκεκριμένα συναισθήματα. Αυτό το έκανα πάντα στη ζωγραφική μου, γιατί αυτό πίστευα ότι είναι η ζωγραφική. Στις μέρες μας, πολλοί άγονται και φέρονται από τις μόδες. Σήμερα πρέπει να ζωγραφίζουμε έτσι, αύριο πρέπει να ζωγραφίζουμε αλλιώς... Ασχολούμαστε με τις τάσεις και τα ρεύματα. Αδιέξοδα είναι όλα αυτά. Εχουμε χάσει την ουσία, γιατί η ζωγραφική - όπως και κάθε τέχνη - είναι έκφραση συναισθημάτων. Δηλαδή, μαθαίνουμε να γράφουμε, για να πούμε τι; Μαθαίνουμε να γράφουμε για να πούμε κάτι».
Παρ' όλο που η χαρακτική και η ζωγραφική είναι διαφορετικές τέχνες με διαφορετικές εκφραστικές δυνατότητες, στη δημιουργία του Γ. Βαρλάμου και τα λουλούδια και οι φιγούρες... είναι όλα αγαπημένα θέματα για εσάς και το ένα μπαίνει μέσα στο άλλο. Δηλ. Εγώ δε βλέπω όρια ανάμεσα στη ζωγραφική, ανάμεσα στη χαρακτική, παρ' όλο που είναι διαφορετικές τέχνες, διαφορετικές εκφράσεις. Ποτέ δεν είπα ότι τώρα θα σταματήσω να κάνω ένα πράγμα και θα ξεκινήσω κάτι άλλο. Ολα αυτά ήταν μια εξέλιξη. Μια εξέλιξη ηθελημένη και λογική πέρα για πέρα. Εμπλεκε το ένα μέσα στο άλλο. Λουλούδια π.χ. στη χαρακτική και στη ζωγραφική.
Ο Γιώργης Βαρλάμος γεννήθηκε στην Πάρο, το 1922. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και δάσκαλός του ήταν ο Γιάννης Κεφαλληνός, με τον οποίο έζησε συνολικά έντεκα χρόνια ως συνεργάτης. Στη δεκαετία του 1950 σπούδασε με υποτροφία στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι (χαρακτική στο εργαστήριο του Καμί), καθώς και την τέχνη του γραμματόσημου στο Τεχνικό Κολέγιο Εστιέν.
Διεκδίκησε τρεις φορές την έδρα της Χαρακτικής στην ΑΣΚΤ, μα το «καθεστώς» της Σχολής τον απέρριψε με πείσμα, παρ' όλο που στην κοινή γνώμη ήταν δεδομένη η εκλογή του ως συνεχιστή του έργου του Κεφαλληνού, σ' ένα Εργαστήριο που είχε ήδη τη φήμη ενός από τα πρώτα, αν όχι το πρώτο στον κόσμο ολόκληρο.
Πέρα από τα αναρίθμητα ζωγραφικά και χαρακτικά έργα που φιλοτέχνησε, έχει επιμεληθεί καλλιτεχνικά ή έχει εικονογραφήσει, με χαρακτικά ή σχέδια, πάνω από 200 βιβλία, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της τέχνης του βιβλίου στη χώρα μας. Επίσης, έχει φιλοτεχνήσει δεκάδες αφίσες κοινωνικού περιεχομένου. Δικό του είναι και το σχέδιο για την πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» της Κατοχής.