ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Τρίτη 7 Νοέμβρη 2000
«Τέφρα και σκιά» από τη «νέα Σκηνή»

«Αγγέλα Παπάζογλου» στο «Μεταξουργείο»
Είναι ευτύχημα, που το παγκόσμιο θέατρο, στη δύση του 20ού αιώνα, έχει να επιδείξει δύο κορυφαίους δραματουργούς, τον Αρθουρ Μίλερ και τον Χάρολντ Πίντερ, οι οποίοι, με την προσωπική τους, ο καθένας, γραφή, ανήκουν στη σπάνια σήμερα κατηγορία των αληθινών ποιητών και ταυτοχρόνως των κοινωνικών ανατόμων των ανθρωπίνων πραγμάτων.

Ο λόγος της σημερινής στήλης αφορά στον ολοένα και πιο κοινωνικό, ολοένα πιο πολιτικό «ψυχαναλυτή» του σύγχρονου ανθρώπου και της αστικής κοινωνίας, Χάρολντ Πίντερ και στο μονόπρακτο έργο του «Τέφρα και σκιά», στο «Θέατρο της οδού Κυκλάδων», στη «νέα Σκηνή» του Λευτέρη Βογιατζή, σε δική του - υπέροχα απέριττη, αλλά και λεπτομερειακά μικροσκοπική και βυθοσκοπική - σκηνοθεσία, η οποία προσφέρει δύο ρεσιτάλ ερμηνείας. Του ίδιου και της Ρένης Πιττακή. Ακρως υπονοηματικός, υπαινικτικός, ελλειπτικός, αμφίσημος και πολύσημος, γι' αυτό και ανοιχτός σε πολλές ερμηνευτικές «αναγνώσεις», σκόπιμα λιγόλογος, φαινομενικά «απλοϊκός» και χωρίς εξωτερική δράση και εξελικτική πλοκή, ο «μύθος» του έργου αυτού, μέσα από τη σχέση ενός ζευγαριού, αποκαλύπτει το χτες και το σήμερα της αστικής κοινωνίας. Θέτει ερωτήματα και, εμμέσως, διατυπώνει αλυσιδωτά «κατηγορώ» για την κυνική εξουσία της. Για τα κατά κοινωνική συνθήκη ψεύδη, την υποκρισία του πουριτανισμού της, τη βία, την κοινωνική αδικία και ανισοτιμία της «δημοκρατίας» της, την ανοχή και συνενοχή της στο φασισμό, την αδιαφορία της για το σπαραγμό και το θάνατο που σκορπά ο πόλεμος. Καυστικά «κατηγορώ» που αναδύονται μέσα από μνήμες, σκέψεις, συνειρμούς, υπεκφυγές και «φυγές». Ερωτήματα και απαντήσεις, που διατυπώνονται με απλές, λιγόλογες, μισές, ανολοκλήρωτες, επαναλαμβανόμενες, διερευνητικές, εξομολογητικές, άλλοτε αποκαλυπτικές και άλλοτε συγκαλυμμένες κουβέντες. Και - κυρίως - με εύγλωττες σιωπές των δυο προσώπων του έργου. Του Ντάβλιν και της Ρεβέκκας. Ρόλοι σύμβολα - είδος εξουσιαστή ο Ντάβλιν και εξουσιαζόμενου η Ρεβέκκα (η οποία αποτελεί μια «φωνή» του ανθρώπινου σπαραγμού, «φωνή» κοινωνικής συνείδησης και καταγγελίας). Οι κουβέντες τους, σαν μια παρτίδα σκάκι, διαρκώς αμφίδρομες, μεταξύ του υπαρξιακού και κοινωνικού «τοπίου», με ενδιάμεσο κρίκο τη συμβίωση ενός ζευγαριού, συνιστούν μια μικρογραφία, μια αντανάκλαση της αστικής κοινωνίας.

«Τέφρα και σκιά» στο «Θέατρο της οδού Κυκλάδων»
Η σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή έπαιξε το ρόλο του «ανασκαφέα», του μοριακού αναλυτή του «υπεδάφους» αυτού που λέει και αυτού που δε λέει, αυτού που εννοεί και αυτού που υπονοεί κάθε λέξη, κάθε φράση, και κάθε απόχρωση της επαναλαμβανόμενης λέξης ή φράσης. Επαιξε το ρόλο του «συγγραφέα» των άγραφων λέξεων που εμπεριέχει κάθε σιωπή, του «παλμογράφου» των εντάσεων, των «αναπνοών» κάθε σιωπής. Υπέβαλε τα δύο πρόσωπα σε αυτοψυχαναλυτική και ετεροψυχαναλυτική διαδικασία. Σε συνειδησιακό, ηθικό και ιδεολογο-κοινωνικό έλεγχο. Κι όλα αυτά χωρίς ίχνος θεατρικής πόζας. Με λόγο απλό, καθημερινό, χαμηλόφωνο, «καυτό» στη φαινομενική παγερότητά του, «φουρτουνιασμένο» στη φαινομενική νηνεμία του. Μια παράσταση εξαιρετική, με «συμπαραστάτες» τη δωρικής απλότητας μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη. Το υπέροχα συμβολικό, λιτότατο σκηνικό του Γιώργου Πάτσα (δυο σφαίρες, η μια στον τοίχο να εικονίζει έναν κήπο και μια στο δάπεδο που παραπέμπει στην υδρόγειο, στη ροή, στις στροφές και περιστροφές της ζωής, της κοινωνίας, της ιστορίας). Τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου. Την ψυχοσωματική κίνηση που δίδαξε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου. Τους μελαγχολικούς ήχους του Δημήτρη Ιατρόπουλου. Και προ πάντων με τη δυναμική υποκριτική, την εσωτερικότατη ψυχοπνευματική ερμηνευτική διελκυστίνδα μεταξύ του ίδιου και της Ρένης Πιττακή.

«Αγγέλα Παπάζογλου» στο «Μεταξουργείο»

Από το κινηματογραφικό «Προξενιό της Αννας» του Παντελή Βούλγαρη, ήδη, η Αννα Βαγενά είχε δώσει δείγματα μιας υποκριτικής φλέβας, μιας ερμηνευτικής ρίζας δεμένης αδιάρρηκτα με την ψυχή, την αλήθεια, την ομορφιά, τη γλώσσα, την παράδοση, τα ήθη, τους καημούς, τους πόθους, τα πάθη, τον καθημερινό μόχθο του λαϊκού ανθρώπου. Μεγάλη απόδειξη αυτής της φλέβας της, ήταν και η ερμηνεία της στο «Γάμο» της Ξανθάκη. Τρίτη και τρανότερη απόδειξη, η ερμηνεία της ως «Αγγέλα Παπάζογλου», εμπνευσμένη και αντλημένη από τις αφηγήσεις της Σμυρνιάς, λαϊκής τραγουδίστριας Αγγέλας Παπάζογλου, αφηγήσεις που καταγράφηκαν από το γιο της Γιώργο Παπάζογλου στο βιβλίο του «Ονείρατα της άκαυτης και της καμένης Σμύρνης. Τα χέρια μας εδώ». Αφηγήσεις, μακρυγιαννικού κάλλους, που περικλείουν όλα όσα συνιστούσαν το μικρασιατικό ελληνισμό. Αφηγήσεις, που μέσα τους κυλούν η αυθεντική γάργαρη γλώσσα, η αλάνθαστη θυμοσοφία, η ορθή πολιτική κρίση, ο συναισθηματικός πλούτος, η ακέραιη ηθική, ο απέραντος πατριωτισμός, ο βαθύτατος ανθρωπισμός, η πανάρχαια κουλτούρα και η μουσική των Μικρασιατών. Η νοσταλγία για τη γενέθλια γη τους, τα πάθη του ξεριζωμού, τα βάσανά τους μέχρι να στεριώσουν στη μητροπολιτική πατρίδα, οι αγώνες των μικρασιατών για τη λευτεριά και την προκοπή της Ελλάδας. Αφηγήσεις μιας λαϊκής γυναίκας, που συναρπάζουν με την αλήθεια, την απλότητα, την τρυφερότητα, το ψυχικό σθένος, την αξιοπρέπεια, την περηφάνια, το αίσθημα της δικαιοσύνης, την κοινωνική συνείδηση, το ταξικό κριτήριο, αλλά και το χυμώδες χιούμορ τους. Η αφήγηση της Αγγέλας Παπάζογλου θυμίζει το βιβλίο στο οποίο η αξέχαστη Ελλη Παπαδημητρίου κατέγραψε όσα συγκλονιστικά της διηγήθηκαν πολλές Μικρασιάτισσες για τη γενέθλια γη, την καταστροφή, την προσφυγιά και τους αγώνες τους στην Ελλάδα.

Ολο αυτό τον ανθρώπινο και πολιτισμικό «κόσμο», συμπυκνώνει και μορφοποιεί συνταρακτικά η Αννα Βαγενά, με μοναδική συναισθηματική αλήθεια, με εκφραστική απλότητα, αναβιώνοντας όλο το δράμα αλλά και όλο το μεγαλείο του μικρασιατικού καημού. Μόνη ουσιαστικά επί σκηνής, ακτινοβολεί, λυτρωτικά, όλα τα πικραμένα όνειρα και τα αμέτρητα πάθη του λαϊκού ανθρώπου. Θετική η σκηνική παρουσία της Γιασεμί Κηλαηδόνη. Η θεατρική διασκευή και η μουσική επιμέλεια υπογράφονται από τον Λάμπρο Λιάβα. Το σκηνικό και τα κοστούμια είναι του Μάριου Σπηλιόπουλου. Οι φωτισμοί του Δημήτρη Δαμαλά. Η κίνηση της Νάνσυ Χαρμαντά.


ΘΥΜΕΛΗ