ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΙΡΑΚ
Αντιθέσεις και παρασκήνιο για τον ενεργειακό πλούτο
Σάββατο 15 Αυγούστου 2009 - Κυριακή 16 Αυγούστου 2009

Μισφοφόροι αμερικανικής εταιρείας, προστάτες των πετρελαιοπηγών, που κάτω από το βάρος των εγκλημάτων που αποκαλύφθηκαν έχουν επίσημα αποσυρθεί
Σε δεύτερο γύρο κατάθεσης προσφορών για επενδύσεις στα κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου της χώρας αναμένεται να προχωρήσει, μέχρι τα τέλη του χρόνου, η ιρακινή κυβέρνηση μετά την, κοινώς ομολογουμένη, αποτυχία της να προσελκύσει ξένες πολυεθνικές στα μέσα Ιούνη. Η πολυαναμενόμενη και πολυδιαφημισμένη «δημοπρασία» έξι κοιτασμάτων πετρελαίου και δύο φυσικού αερίου, μια διαδικασία που μεταδόθηκε τηλεοπτικά στο Ιράκ, δεν απέφερε όσα η ιρακινή δοσίλογη κυβέρνηση επιδίωκε.

Οπως όλα δείχνουν η ιρακινή κυβέρνηση αποπειράθηκε να υπερσκελίσει το γεγονός ότι δεν έχει υιοθετηθεί ακόμη νομοθεσία για τη διαχείριση του ενεργειακού πλούτου της χώρας. Αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς ότι η κατάσταση στο Ιράκ είναι μάλλον ρευστή (με τις αμερικανικές κατοχικές δυνάμεις ν' αποσύρονται αλλά να είναι πάντα παρούσες μέσα σ' ένα εξαιρετικά θολό πλαίσιο δράσης) και τα επίπεδα ασφαλείας αβέβαια, τότε είναι σαφές ότι το «κουβάρι» μπλέκεται ακόμη περισσότερο.

Φιλόδοξος στόχος

Η ιρακινή κυβέρνηση διά στόματος υπουργού Πετρελαίου, Χουσεΐν αλ Σαχριστάνι, δηλώνει ότι επιδιώκει να προσελκύσει επενδύσεις ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην πετρελαϊκή της βιομηχανία μέσα, το αργότερο, στην επόμενη 6ετία. Οι επενδύσεις αυτές σχετίζονται, κυρίως, με υποδομές οι οποίες βρίσκονται σε εξαιρετικά άσχημη κατάσταση, όχι μόνο λόγω της εισβολής, αλλά και λόγω του πολυετούς εμπάργκο που είχε επιβληθεί στο Ιράκ μετά τον πόλεμο στον Κόλπο το 1991.

Associated Press

Από διαδήλωση στη Βαγδάτη ενάντια στην κατοχή
Στόχος, όπως τόνιζε ο Σαχριστάνι, είναι μέχρι τα τέλη του 2015 η παραγωγή αργού πετρελαίου να έχει φτάσει τα 6 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα από 2,4 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα που είναι σήμερα (με τα 1,9 εκατομμύρια να εξάγονται). Επίσης, στόχος είναι να τριπλασιαστεί η δυναμικότητα της χώρας σε διύλιση μέχρι το 2017 φθάνοντας το 1,5 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα από 540.000 που είναι σήμερα.

Η Βαγδάτη αποσκοπεί μέσα στην 20ετία να έχει έσοδα 1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια από τις ενεργειακές της πηγές, εκ των οποίων, όπως τουλάχιστον δηλώνει, μόνο τα 30 δισεκατομμύρια θα καρπωθούν οι ξένες εταιρείες που θα πραγματοποιήσουν επενδύσεις. Ο στόχος αυτός χαρακτηρίζεται εξαιρετικά αναγκαίος, καθώς το 90% του προϋπολογισμού της χώρας βασίζεται στα ενεργειακά της έσοδα. Και επειδή αυτά είναι μειωμένα, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε αναπροσαρμογή του φετινού προϋπολογισμού από 79 δισεκατομμύρια δολάρια σε 58,6 δισεκατομμύρια, ενώ πολλές περιοχές της χώρας ακόμη υποφέρουν από έλλειψη ενέργειας.

Εμπλοκή στη νομοθεσία

Οι φιλόδοξοι προαναφερόμενοι σχεδιασμοί της κυβέρνησης Μάλικι είναι μάλλον αποτέλεσμα αναγκαιότητας παρά επιλογής. Το Κοινοβούλιο δεν έχει ακόμη ψηφίσει πετρελαϊκή νομοθεσία. Για την ακρίβεια, η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου διαφωνεί με την πρόταση νόμου που έχει κατατεθεί από το 2007 υπό την εποπτεία των κατοχικών δυνάμεων και προβλέπει πώληση μεγάλου μέρους του ενεργειακού πλούτου της χώρας σε ξένες πολυεθνικές.

Associated Press

Παιδιά στα ερείπια ψάχνουν βαρέλια πετρελαίου στα ερείπια
Οι περισσότεροι Ιρακινοί βουλευτές θέλουν το Ιράκ να διατηρήσει την κυριότητα των πετρελαιοπηγών αλλά και να διαχειρίζεται το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων από τον ενεργειακό πλούτο της χώρας. Οι μικροαλλαγές που έχει υποστεί το νομοσχέδιο από το 2007 δεν έχουν οδηγήσει σε άρση του αδιεξόδου, με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία να διαφωνεί με την ουσία του περιεχομένου του αλλά και με την κουρδική επιμονή για ανεξάρτητη διαχείριση των κοιτασμάτων του βορρά.

Η «δημοπρασία»

Οι αντιθέσεις αυτές εκφράστηκαν και στο πλαίσιο που τέθηκε για την κατάθεση προσφορών στην πρώτη αυτή «δημοπρασία». Σύμφωνα με αυτό, οι ξένες εταιρείες που θα σύναπταν συμφωνία, καλούνταν, κατ' αρχάς, να συνεταιριστούν με την Ιρακινή Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου (που είχε διαλυθεί στις αρχές του '80 από τον Σαντάμ Χουσεΐν και γίνεται τώρα προσπάθεια ανασύστασής της, χωρίς, όμως, να έχει καταληχθεί το ακριβές πεδίο δραστηριοποίησής της εξαιτίας της μη ύπαρξης πετρελαϊκής νομοθεσίας).

Καλούνταν, επίσης, να αυτοχρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους αλλά να μοιραστούν τη διαχείριση της εξαγωγής πετρελαίου με την ιρακινή πλευρά. Τέλος, οι απολαβές τους θα ήταν η προμήθεια που προσφέρει η ιρακινή κυβέρνηση ανά κάθε βαρέλι που εξάγεται πάνω από το ελάχιστο αναγκαίο όριο εξαγωγής που θέτει η Βαγδάτη για το εκάστοτε κοίτασμα.

Οι επιθέσεις που έφερε η κατοχή είναι καθημερινότητα
Υπ' αυτούς τους όρους, η μοναδική συμφωνία που κλείστηκε στις αρχές Ιούλη αφορούσε στο γιγάντιο πετρελαϊκό κοίτασμα της Ρουμάιλα, στο νότιο Ιράκ, που εκτιμάται ότι έχει 17,8 δισεκατομμύρια βαρέλια. Η σύμπραξη του βρετανικού κολοσσού της BP και του κινεζικού κονσόρτιουμ «China National Petroleum Corporation» (CNPC) συμφώνησε, τελικά, με το ιρακινό υπουργείο Πετρελαίου σε μια 20ετή συμφωνία εκμετάλλευσης της πετρελαιοπηγής μειώνοντας τις απαιτήσεις για προμήθεια ανά, επιπλέον της ελάχιστης παραγωγής, βαρέλι από 3,99 δολάρια σε 2 δολάρια.

Η τελική προσφορά των ΒΡ και CNPC ανάγκασε σε απόσυρση την προσφορά του αμερικανικού κολοσσού «Exxon-Mobil» που ζητούσε προμήθεια 4,80 δολάρια ανά βαρέλι. Η συμφωνία εγκρίθηκε από την κυβέρνηση και στη συνέχεια από το ιρακινό Κοινοβούλιο για να ισχύσει και αναμένεται να υπογραφτεί εντός των επόμενων βδομάδων.

Πέραν αυτού, όμως, ουδέν, παρά το γεγονός ότι προσφορές κατέθεσαν περισσότερες από 32 ενεργειακές εταιρείες, πολλές εκ των οποίων ιδιαίτερα ισχυρές, όπως οι «Chevron», «Exxon- Mobil», «Total», «Repsol». Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες έχουν, ήδη, συνάψει συμφωνίες τεχνικής υποστήριξης στις πετρελαϊκές ιρακινές εγκαταστάσεις, για τις οποίες πληρώνονται κανονικά και όχι σε πετρέλαιο.

Μεγαλύτερα θύματα της κατοχής τα παιδιά
Οσον αφορά, όμως, στο κομμάτι της εξόρυξης και διύλισης, οι εκπρόσωποί τους δεν έκρυβαν τη δυσαρέσκειά τους για τους όρους, όπως υποστήριζαν, που θέτει το ιρακινό υπουργείο Πετρελαίου, οι οποίοι, κατά τη γνώμη τους, καθιστούν αμφισβητούμενο το κέρδος των επενδύσεών τους. Πόσο μάλλον, που για να υλοποιηθεί η οποιαδήποτε επένδυση, όπως υπογραμμίζουν, θα πρέπει να ληφθούν ισχυρότατα μέτρα ασφαλείας πιθανότατα μέσα από τη μίσθωση ιδιωτικών εταιρειών ασφαλείας, καθώς, όπως εκτιμούν, οι ιρακινές δυνάμεις δεν είναι σε θέση ακόμη να εξασφαλίσουν ηρεμία πέραν πάσης αμφιβολίας.

Εσωτερικές αντιθέσεις

Στην πρόσφατη «δημοπρασία» του ιρακινού υπουργείου Πετρελαίου, αν κάτι αναδείχθηκε σαφώς ήταν το αδιέξοδο, διαφόρων επιπέδων, στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα λόγω της κατοχής. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η αμερικανική εισβολή και κατοχή είχαν ως αιτία τον ενεργειακό πλούτο της χώρας, η οποία βρίσκεται στην τρίτη θέση των διαπιστωμένων παγκοσμίως πετρελαϊκών αποθεμάτων, με 115 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου στο υπέδαφός της.

Σε αυτό θα πρέπει κανείς να προσθέσει ότι πρόκειται, όπως υποστηρίζουν ειδικοί, για τα πλέον εύκολα και φτηνά εξορυσσόμενα πετρελαϊκά αποθέματα, λόγω του ότι βρίσκονται σε μικρό βάθος. Δεν είναι, δε, λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι το ιρακινό υπέδαφος μπορεί να κρύβει και άλλα κοιτάσματα, που δεν έχουν ακόμη γίνει γνωστά, ενώ έχει και βεβαιωμένα κοιτάσματα φυσικού αερίου. Τα χαρακτηριστικά αυτά αποσαφηνίζουν τόσο τους λόγους της εισβολής και της κατοχής, όσο και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις που εκδηλώνονται με επίκεντρο το Ιράκ.

Και στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εντάξει και να ερμηνεύσει κανείς τις εξελίξεις στον τομέα των επενδύσεων και της κατάθεσης προσφορών. Είναι γεγονός ότι οι αιματηρές εξελίξεις που ακολούθησαν την επιβολή της κατοχής δεν επέτρεψαν στο αμερικανικό κεφάλαιο, κατ' αρχάς, και στο κεφάλαιο των «προθύμων», όπως η Βρετανία, να προχωρήσει στο σφετερισμό του ιρακινού ενεργειακού πλούτου. Για την ακρίβεια, μόνο μία πετρελαϊκή συμφωνία κλείστηκε με τη Βαγδάτη μετά από την κατοχή, και αυτή από την κινεζική CNPC στο κοίτασμα Αχντάντ, 100 χλμ νοτίως της Βαγδάτης, η οποία και προχωρά μετ' εμποδίων καθώς οι ντόπιοι αντέδρασαν έντονα και προχώρησαν ακόμη και σε σαμποτάζ επειδή δεν τους δόθηκαν θέσεις εργασίας και δε λήφθηκαν μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.

Η επιλογή των κατοχικών δυνάμεων να προχωρήσουν σε διενέργεια εκλογών, προκειμένου να δώσουν περισσότερη νομιμοποίηση στην κατοχή, αποδεικνύεται, σήμερα, δίκοπο μαχαίρι. Από τη μία αναδείχτηκαν δυνάμεις φίλα προσκείμενες στους κατακτητές, από την άλλη, όμως, αναδείχτηκαν και δυνάμεις που θέτουν εμπόδια στον τρόπο ανάπτυξης της ιρακινής οικονομίας που οι κατοχικοί προσπάθησαν να προωθήσουν μέσα από νόμους, σαν αυτόν για τη διαχείριση των πετρελαϊκών πόρων.

Τα εμπόδια αυτά δεν έχουν απαραίτητα ως κίνητρο κάποια σαφή αντιιμπεριαλιστική ή αντικαπιταλιστική λογική. Σχετίζονται, μάλλον περισσότερο, με την, πάντα, κυρίαρχη στο Ιράκ, όπως και σε πολλές άλλες αραβικές χώρες, λογική των φατριών και των φυλών, η οποία παραμένει κραταιά υπερσκελίζοντας τις εθνοτικές ή θρησκευτικές διαφορές παρά τα αλλεπάλληλα κρούσματα σεχταριστικής βίας.

Και όπως φαίνεται υπάρχουν ακόμη πολλές φατρίες που δεν είναι ικανοποιημένες από όσα οι κατοχικοί και οι συνεργάτες τους είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν από τον αστρονομικό πλούτο που το υπέδαφος της χώρας μπορεί να αποφέρει. Σε αυτό το σημείο «σκοντάφτει» η υιοθέτηση του πετρελαϊκού νόμου και από εδώ φαίνεται ότι προκύπτουν οι όροι που τίθενται στις επενδύσεις, με αποτέλεσμα να κρίνονται ως «μη αποδοτικές» από τους επενδυτές.

«Απόσυρση» με το βλέμμα στο πετρέλαιο

Η ιρακινή κυβέρνηση, από την πλευρά της, «άνοιξε» την πετρελαϊκή της αγορά στις ξένες εταιρείες γενικώς και όχι μόνο σε αυτές αμερικανικών συμφερόντων. Επέλεξε, μάλιστα, να το κάνει όταν θα είχε ολοκληρωθεί η απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το εσωτερικό των πόλεων προκειμένου να δώσει μια αίσθηση «εθνικής κυριαρχίας» στους επίδοξους επενδυτές.

Είναι όμως γεγονός ότι περισσότεροι από 130.000 Αμερικανοί στρατιώτες παραμένουν στη χώρα και, όπως σχολίαζαν αναλυτές, αν το επίπεδο των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας δεν κάνει άλματα βελτίωσης, θα παραμείνουν, έστω και αν όχι σε αυτόν τον αριθμό, για πολύ ακόμη. Ηδη, συζητιέται το ενδεχόμενο να προκύψει η αναγκαιότητα επαναδιαπραγμάτευσης της τελικής ημερομηνίας αποχώρησης των Αμερικανών (τέλη 2011), ενδεχόμενο που, ούτως ή άλλως, αναφέρεται στο κείμενο της υπάρχουσας συμφωνίας.

Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που εκτιμούν ότι η αβέβαιη κατάσταση ασφαλείας της χώρας, για την οποία οι αμερικανικές δυνάμεις, ως εισβολείς και κατακτητές, φέρουν ακέραιη την ευθύνη, καλλιεργείται μεθοδικά έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βασικό επιχείρημα σε μια ενδεχόμενη επαναδιαπραγμάτευση των όρων αποχώρησης του αμερικανικού στρατού. Αν οι ιρακινές αρχές δεν κατορθώσουν να ελέγξουν τη χώρα και η βία, σε συνδυασμό με τις εσωτερικές διαφωνίες, αποτρέψει και άλλες επενδύσεις που κρίνονται κρίσιμες για την επιβίωση της χώρας, τότε η ιρακινή πλευρά εκτός από παράταση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας (έστω και σε μια σαφώς μειωμένη και ...διακριτική εκδοχή) δεν αποκλείεται να αναγκαστεί ν' αποδεχτεί, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, και την κατοχική πρόταση οριστικού ξεπουλήματος του πετρελαϊκού του πλούτου.

Μια τέτοια προοπτική δεν είναι δυσάρεστη για την Ουάσινγκτον (ιδιαίτερα αν πρόκειται για την ελάχιστη δυνατή στρατιωτική δύναμη) που, με τον τρόπο αυτό, εγκαθιδρύει ισχυρό λόγο για την επιλογή του δρόμου οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, για το ποιος θα διαχειριστεί και τελικά θα καρπωθεί τον πλούτο του υπεδάφους της αλλά και για το πώς θα χρησιμοποιηθεί αυτή η ενεργειακή δύναμη για να ελεγχθούν άλλες ιμπεριαλιστικές ή περιφερειακές δυνάμεις. Μια τέτοια προοπτική, όμως, είναι δυσοίωνη για τον ιρακινό λαό. Οσο το Ιράκ παραμένει υπό κατοχή, είτε ανοιχτή είτε συγκαλυμμένη, ο ιρακινός λαός θα πληρώνει με το αίμα του, εγκλωβισμένος ανάμεσα στη βία και στην «ασφάλεια» της κατοχής, τη δίψα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για το πλούσιο υπέδαφός του και τις, μεταξύ τους, αντιπαραθέσεις.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ