Μέχρι να ξημερώσει η μέρα της απεργίας
Αυτή είναι η κατεύθυνση στην οποία το ΠΑΜΕ, καταγγέλλοντας με ανακοίνωσή του την περασμένη Πέμπτη τις αποφάσεις ΓΙΟΥΡΟΓΚΡΟΥΠ - ΕΚΟΦΙΝ χάραξε τους άξονες στους οποίους πρέπει να δυναμώσει η δουλειά μέχρι να ξημερώσει η 17η Δεκέμβρη:
Οι απαιτήσεις σήμερα είναι μεγάλες για το ταξικό κίνημα. Δεν είναι μόνο η σφοδρή επίθεση σε δικαιώματα και κατακτήσεις. Είναι η δυνατότητα που υπάρχει σήμερα πιο πολύ από χθες για καλύτερη ζωή για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Επιπλέον, η σημερινή κυβέρνηση, προβάλλει πιο έντεχνα και έντονα το ζήτημα της «ταξικής ειρήνης και συνεργασίας», έχει τη δυνατότητα με καλύτερους όρους να ελέγχει τον εκφυλισμένο κι εργοδοτικό συνδικαλισμό, κι αυτός με τη σειρά του να χειραγωγεί τους εργαζόμενους. Αυξάνει τις αυταπάτες των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας, τρομοκρατεί αξιοποιώντας την κρίση, τις συστάσεις της ΕΕ, του ΕΚΟΦΙΝ, του ΓΙΟΥΡΟΓΚΡΟΥΠ. Πότε με το μαστίγιο, πότε με το καρότο επιδιώκει να κάνει τους εργαζόμενους «συνένοχους», «κοινωνούς» στο αντιλαϊκό «έγκλημα».
Χρέος για κάθε πρωτοπόρο εργάτη, κάθε εργάτη που οργίζεται ή προβληματίζεται για την κατάσταση που αντιμετωπίζει στον τόπο δουλειάς και κατοικίας του, είναι να ξεσηκωθεί. Να μεταφέρει το κάλεσμα του ΠΑΜΕ, των ταξικών συνδικάτων, εργατικών κέντρων, ομοσπονδιών, επιχειρησιακών σωματείων, για την απεργία και τις συγκεντρώσεις σε όσο το δυνατόν περισσότερους χώρους δουλειάς. Αυτό το κάλεσμα, πρέπει να τονίζεται σε όλους τους τόνους, ότι αποκτά πρόσθετη αξία τη στιγμή που οι πλειοψηφίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ νομιμοποιούν τα αντεργατικά μέτρα της κυβέρνησης και πασχίζουν αυτά να παρουσιαστούν σαν το αποτέλεσμα «κοινωνικού διαλόγου». Πρέπει να ξεσκεπαστούν οι συμβιβασμένες πλειοψηφίες, να γίνουν κοινή πείρα τα παραδείγματα: Οπως του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Βόλου και του Εργατικού Κέντρου Ξάνθης, όπου ΠΑΣΚΕ (ΠΑΣΟΚ), ΔΑΚΕ (ΝΔ) και Αυτόνομη Παρέμβαση (ΣΥΝ) αρνήθηκαν ακόμα και να συζητηθεί η συμμετοχή στην απεργία στις 17 Δεκέμβρη. Να απομονωθούν οι εργοδοτικές και κυβερνητικές πλειοψηφίες όπως στην ΕΝΚΛΩ (που έσερναν τους εργαζόμενους να διεκδικούν επιδοτήσεις για τον ιδιοκτήτη Λαναρά κι εκείνος αφού «τσέπωσε» τα λεφτά τώρα βάζει «λουκέτα»), στην ΠΟΕ - ΟΤΑ (που βάζουν εμπόδια στην ένταξη των συμβασιούχων στα σωματεία και στηρίζουν την πολιτική χτυπήματος της μόνιμης και σταθερής εργασίας), στο λιμάνι του Πειραιά (όπου η ΟΜΥΛΕ «φρέναρε» τους απεργιακούς αγώνες των εργαζομένων για να κάνουν «διάλογο» με όσους υπηρετούν τα μονοπώλια που «μπούκαραν» στο λιμάνι) και αλλού. Να πάρουν οι εργαζόμενοι την υπόθεση της απεργίας στα χέρια τους.
Το θέμα για συμμετοχή στην απεργία πρέπει να μπει σε όλα τα ΔΣ των σωματείων, ανεξαρτήτως συσχετισμού. Να οργανωθούν ανοιχτές συζητήσεις με τους εργαζόμενους για την αναγκαιότητα η εργατική τάξη να αντεπιτεθεί, προβάλλοντας τις δικές της σύγχρονες ανάγκες απέναντι στις ανάγκες των μονοπωλίων. Να αποκαλυφθούν οι λόγοι που οι συμβιβασμένες πλειοψηφίες αρνούνται κάθε κουβέντα για απεργία, εμποδίζουν καθετί που συμβάλλει στην οργάνωση των εργαζομένων, υπερασπίζονται πάντα σε τελευταία ανάλυση τα συμφέροντα της εργοδοσίας. Να γίνουν γενικές συνελεύσεις στους χώρους δουλειάς, να δοθεί ο λόγος στους ίδιους τους εργαζόμενους, μέσα από συλλογικές διαδικασίες που βοηθούν στον εμπλουτισμό της ατομικής και συλλογικής πείρας. Ηδη, προσπερνώντας σχετικές δυσκολίες, πολλά πρωτοβάθμια συνδικάτα δουλεύουν για την επιτυχία των απεργιακών συγκεντρώσεων όπως το Σωματείο Τουριστικών Επαγγελμάτων Ν. Εβρου, πρωτοβάθμιες ΕΛΜΕ που πήραν απόφαση για 3ωρες στάσεις εργασίας κ.ά.
Ηδη έχουν γίνει κι έχουν προγραμματιστεί δεκάδες γενικές συνελεύσεις, συσκέψεις σωματείων, συζητήσεις και ημερίδες από εργατικά κέντρα, περιοδείες σε τόπους δουλειάς. Οι διοικήσεις και τα μέλη κάθε σωματείου πρέπει να βάλουν σχέδιο με υψηλές απαιτήσεις. Να ανεβάσουν τους ρυθμούς δουλειάς. Το κάθε αγωνιστικό ψηφοδέλτιο του χώρου να εξοπλιστεί, προγραμματίζει συγκεκριμένα το κάλεσμα και την οργάνωση της απεργίας. Βασική προτεραιότητα πρέπει να είναι η ολοκληρωμένη οργάνωση της περιφρούρησης, η μαζική συμμετοχή στις απεργιακές συγκεντρώσεις.
Η κυβέρνηση και οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες κρύβουν από τους εργαζόμενους τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα, με βάση τον παραγόμενο πλούτο, την παραγωγικότητα της εργασίας, την εξέλιξη της τεχνολογίας και της επιστήμης, να δουλεύουν λιγότερο, να αμείβονται περισσότερο και να ζουν συνολικά καλύτερα. Αντίθετα, επιλέγουν να κλαψουρίζουν για την «κρίση», για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, να ζητούν νέες θυσίες, να δικαιολογούν με το ... «ρεαλισμό» της εκμετάλλευσης κάθε αντεργατικό μέτρο.
Αυτό είναι ένα από τα ισχυρότερα όπλα των ταξικών δυνάμεων, στη δράση για να ανοίξει η προοπτική, για να δυναμώσει η πάλη, ώστε να πάρουν οι παραγωγοί του πλούτου όσα τους ανήκουν. Οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ στους κλάδους πρέπει να ανοίγουν αποφασιστικά ζητήματα που απαντούν στο «Ανάπτυξη για ποιον;». Τα αιτήματα, για παράδειγμα, για Ενιαίο Δημόσιο Φορέα Παραγωγής, Εισαγωγής και Διανομής φαρμάκων, για Ενιαίο Κρατικό Φορέα Λιμανιών και Ναυπηγείων, Μεταφορών, για Αποκλειστικά Δημόσια και Δωρεάν Υγεία και Παιδεία κ.ά. αποτελούν αιτήματα που δίνουν ώθηση στη ριζοσπαστικοποίηση των εργατικών συνειδήσεων, στην ανάδειξη της πηγής του προβλήματος που είναι η καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Η συσπείρωση και οργάνωση γύρω από τέτοιους στόχους αναδεικνύει ότι για να εξασφαλίσει ο εργάτης φιλολαϊκή και φιλοπεριβαλλοντική ανάπτυξη, μόνιμες και σταθερές θέσεις εργασίας, μέτρα υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους δουλειάς, για να αποκτήσει η πάλη του αποτελεσματικότητα και προοπτική, πρέπει να συγκρουστεί με τα μονοπώλια και την κερδοφορία τους. Δείχνει το μόνο, δύσκολο αλλά νικηφόρο, δρόμο για την οριστική αντιμετώπιση των προβλημάτων του.
Ολοι στη μάχη λοιπόν και με όλες μας τις δυνάμεις.