ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΣΤΗΝ ΟΝΔΟΥΡΑ
Το λαϊκό κίνημα συνεχίζει την αντίσταση

Το πραξικόπημα έχει στοιχίσει πάνω από 130 νεκρούς

Κυριακή 10 Γενάρη 2010

Από τη μαχητική κινητοποίηση της περασμένης Πέμπτης
Στις 27 Γενάρη ο Πορφίριο «Πέπε» Λόμπο Σόσα εκτός απροόπτου αναμένεται να αναλάβει προεδρικά καθήκοντα. Εκτός απροόπτου, καθώς η ομάδα των πραξικοπηματιών υπό τον Ρομπέρτο Μιτσελέτι, που προέρχονται από το Φιλελεύθερο Κόμμα, δείχνει μέχρι στιγμής απρόθυμη να παραδώσει τη σκυτάλη της εξουσίας στους έτερους Καππαδόκες του Εθνικού Κόμματος.

Πάντως, ασχέτως του τι μπορεί να συμβεί έως τις 27 Γενάρη, η ανάληψη καθηκόντων υπό τον Πορφίριο Λόμπο, του Εθνικού Μετώπου, θα επισφραγίσει μία ολόκληρη διαδικασία προσπάθειας νομιμοποίησης του πραξικοπήματος της 28ης Ιούνη 2009. Νομιμοποίηση που επιχειρήθηκε από την πρώτη στιγμή μέσω της «απόφασης» του Κογκρέσου να κάνει αποδεκτή την υποτιθέμενη παραίτηση του Προέδρου Χοσέ Μανουέλ Σελάγια Ροσάλες και να εκλέξει ως «πρόεδρο» τον μέχρι τότε πρόεδρο του Κοινοβουλίου Ρομπέρτο Μιτσελέτι. Προσπάθεια που έπεσε στο κενό εξαιτίας της ακαριαίας και συντονισμένης αντίδρασης των χωρών της Λατινικής Αμερικής κατά κύριο λόγο, της σταθερής στάσης του Προέδρου Σελάγια και πρωτίστως της άμεσης λαϊκής αντίδρασης. Το λαϊκό κίνημα συνεχίζει και το 2010 μαχητικά, με πρώτη μαζική διαδήλωση την περασμένη Πέμπτη στην πρωτεύουσα Τεγκουσιγκάλπα, αντιστεκόμενο στη βάρβαρη καταστολή διεκδικώντας όχι μόνο αποκατάσταση του εκλεγμένου Προέδρου, αλλά και τη σύσταση Συντακτικής Συνέλευσης.

Οι εκλογές της 29ης Νοέμβρη, που ήταν προγραμματισμένες αρκετούς μήνες πριν την εκδήλωση του πραξικοπήματος, ήταν το επόμενο βήμα στην προσπάθεια η χούντα να ενδυθεί το μανδύα της νομιμότητας. Πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ένα περιβάλλον διευρυμένης νοθείας και καταστολής - κινητοποίηση δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών, αστυνομικών, αλλά και μισθοφόρων, κλίμα τρομοκρατίας, αθρόες συλλήψεις, άγρια καταστολή των διαδηλώσεων στην Τεγκουσιγκάλπα και το Σαν Πέδρο Σούλα - ενώ η αποχή, στην οποία είχαν καλέσει το Μέτωπο και ο Πρόεδρος Σελάγια - από την πρεσβεία της Βραζιλίας όπου έχει καταφύγει από την ημέρα της επιστροφής του στη χώρα, στις 21 Σεπτέμβρη - ήταν συντριπτική: Σύμφωνα με ανεξάρτητες πηγές και ΜΜΕ, αλλά και το Μέτωπο, το πραγματικό ποσοστό της συμμετοχής κυμάνθηκε γύρω στο 30% ή 35%. Μετά, δε, από ένα μήνα, η Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή εξαναγκάστηκε να ανακοινώσει ότι τελικά το ποσοστό συμμετοχής από το αρχικό «πάνω από 60%» μετά από μαγειρέματα - όπως μείωση του εκλογικού σώματος κατά 1/3 περίπου - κυμάνθηκε στο 49,94% ενώ τα ποσοστά που συγκέντρωσαν οι υποψήφιοι μαζί με τον αριθμό των λευκών και των άκυρων ξεπερνά το 100% του πλασματικού εκλογικού σώματος που τελικά παρουσίασαν!

Το πρώτο πραξικόπημα του... Ομπάμα

«Ηταν ελεύθερες και δίκαιες εκλογές», δήλωσε μερικές μέρες μετά ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Ιαν Κέλι, ενώ ο υφυπουργός Εξωτερικών, ειδικός για θέματα Δυτικού Ημισφαιρίου, Αρτούρο Βαλενσουέλα, αφού πρώτα δηλώνει ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν το αποτέλεσμα, συμπληρώνει ότι πρόκειται περί «σημαντικού αλλά ανεπαρκούς βήματος».

Το πραξικόπημα εκδηλώθηκε με την απαγωγή του Προέδρου Σελάγια και την αναγκαστική απέλασή του στην Κόστα Ρίκα με στάση ωστόσο την αμερικανική βάση Παλμερόλα ή αλλιώς Σότο Κάνο. Οι ΗΠΑ εννοείται ότι αρνήθηκαν οποιαδήποτε συμμετοχή.

Η άμεση και απόλυτη καταδίκη καταρχήν από τις χώρες της περιοχής, αλλά και όλη τη διεθνή κοινότητα, «εξανάγκασε» τις ΗΠΑ να καταδικάσουν «το πραξικόπημα» αποφεύγοντας χαρακτηριστικά όμως να το αποκαλέσουν «στρατιωτικό πραξικόπημα», ώστε να μην υποχρεωθούν, εξαιτίας του νόμου, να διακόψουν τις διμερείς σχέσεις και να προβούν σε κυρώσεις. Την ίδια στιγμή, ανέθεταν στον Πρόεδρο της Κόστα Ρίκα, Οσκαρ Αρίας, να αναλάβει «διαμεσολαβητική πρωτοβουλία για την επίλυση της κρίσης», αναγορεύοντας το πραξικοπηματικό καθεστώς ισότιμο συνομιλητή με τον εκλεγμένο Πρόεδρο.

Πρωτοβουλία που έπεσε στο κενό, μάλλον σχεδιασμένα, λόγω της χαρακτηριστικής αδιαλλαξίας των πραξικοπηματιών με συνεχείς παλινδρομήσεις ώστε να ροκανίσουν το χρόνο. Η επιστροφή στη χώρα του Προέδρου Μανουέλ Σελάγια, κρυφά, άλλαξε τα δεδομένα της σύγκρουσης που εξελισσόταν στην Ονδούρα.

Για άλλη μία φορά, οι ΗΠΑ αναπροσάρμοσαν την τακτική τους, αποστέλλοντας υψηλόβαθμη αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον τότε υφυπουργό Εξωτερικών Τόμας Σάνον - όχι τυχαία, ο Σάνον ανήκε στο στενό κύκλο της προεδρίας Μπους παρέμεινε το κρίσιμο χρονικό διάστημα και πλέον αναλαμβάνει άλλο κρίσιμο πόστο, του πρέσβη των ΗΠΑ στη Βραζιλία - για «επίτευξη συμφωνίας». Ενα μήνα πριν τις εκλογές, η συμφωνία ήταν «ορατή» τόσο ώστε να εξανεμιστεί ο χρόνος και να δημιουργηθούν οι συνθήκες για τη νομιμοποίησή τους. Ενα μήνα μετά, η «συμφωνία» ανασύρεται εκ νέου από τις ΗΠΑ ως μέσο πίεσης για την αναγνώριση της κυβέρνησης του Πορφίριο Λόμπο, μέσω τεχνασμάτων όπως της δίωξης της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων εκ μέρους της Γενικής Εισαγγελίας, ή με τις παραινέσεις του απεσταλμένου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Γκρεγκ Κέλι, για «σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας».

Η τακτική αυτή έχει χαρακτηριστεί ως δόγμα της «έξυπνης δύναμης», δηλαδή της σύζευξης της στρατιωτικής επιβολής με τη διπλωματία, την πολιτική και οικονομική επιρροή με την πολιτιστική διείσδυση και τους νομικούς ελιγμούς. Στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, στη Λατινική Αμερική, στην Αφρική, στους διεθνείς οργανισμούς, επιλέγεται κάθε φορά το αναγκαίο εργαλείο, ή συνδυασμός εργαλείων από την ευρεία γκάμα, των πολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών, πολιτιστικών, διπλωματικών, νομικών εργαλείων. Συνεπώς, είναι εξαιρετικά δύσκολο η πολιτική που ακολουθείται να κατηγοριοποιηθεί, να προβλεφθεί και να αποδομηθεί. Πάντως, όσον αφορά τη στρατηγική, παραμένει πάντα η ίδια, είτε βρίσκεται στο Λευκό Οίκο Δημοκρατικός πρόεδρος είτε Ρεπουμπλικανός: Ιμπεριαλιστική επιβολή.

Υπό αυτό το πρίσμα, η επιλογή της Ονδούρας για την εκδήλωση ενός «μεταμοντέρνου πραξικοπήματος», του πρώτου πραξικοπήματος του Προέδρου Ομπάμα, και την προώθηση μίας πιο επιθετικής πολιτικής και έντονης παρεμβατικότητας σε όλη τη Λατινική Αμερική, δεν ήταν τυχαία. Η Ονδούρα ήταν ο «αδύναμος κρίκος».

Ο Πρόεδρος Μανουέλ Σελάγια, εκλεγμένος με το Φιλελεύθερο Κόμμα που μαζί με το Εθνικό Μέτωπο εναλλάσσονται στην εξουσία πάνω από έναν αιώνα, είχε προκαλέσει «πονοκεφάλους» στην Ουάσιγκτον εξαιτίας της μεταστροφής του στην κατ' εξοχήν «μπανανία» τους: Απέτρεψε τις ιδιωτικοποιήσεις των τηλεπικοινωνιών, αύξησε σημαντικά τα κατώτερα ημερομίσθια, αναθεώρησε συμβάσεις με μεταλλευτικές εταιρείες, στήριξε τις κοινότητες των ιθαγενών και των Γκαριφούνα, προώθησε νόμους προστασίας των δασών, κατέστησε σαφή την πρόθεσή του να κλείσει τη βάση Παλμερόλα - θα έδινε άλλη βάση στους Αμερικανούς, όχι όμως σε στρατηγικό σημείο - και να την μετατρέψει σε πολιτικό αεροδρόμιο, προσχώρησε στην Μπολιβαριανή Συμμαχία για την Αμερική (ALBA), όπου συμμετέχουν και η Κούβα, η Βενεζουέλα, το Εκουαδόρ και η Νικαράγουα, και προκήρυξε μη δεσμευτικό δημοψήφισμα, με το ερώτημα εάν ο λαός επιθυμεί να υπάρξει «τέταρτη κάλπη» στις εκλογές του Νοέμβρη - προεδρικές, βουλευτικές, τοπικές - με το ερώτημα για τη σύσταση ή όχι Συντακτικής Συνέλευσης...

Η «ειρήνη» του νεκροταφείου

Το πραξικόπημα εκδηλώθηκε, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα για τις ΗΠΑ και την ολιγαρχία ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής, παρά το γεγονός ότι έχει προκαλέσει σοβαρά ρήγματα στην ενότητά της, καθώς χώρες όπως ο Παναμάς, η Κόστα Ρίκα, το Περού, η Κολομβία και το Ελ Σαλβαδόρ - η αναγνώριση των αποτελεσμάτων των εκλογών της Ονδούρας εκ μέρους του Προέδρου Μαουρίσιο Φούνες, που εκλέχτηκε ως υποψήφιος του Μετώπου Φαραμπούντο Μαρτί (FMLN) έχει προκαλέσει πολύ σοβαρή κρίση στην κυβέρνηση, δεδομένης της θέσης και των αρχών του FMLN - έχουν «ταχθεί στο στρατόπεδο Ομπάμα». Πάντως, η ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από την Ισπανία με εκδηλωμένες εκ των προτέρων προθέσεις για διεμβολισμό εκ νέου της Λατινικής Αμερικής για την προάσπιση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων της ΕΕ δημιουργεί νέα δεδομένα.

Επί της ουσίας, όμως, οι κύριοι λόγοι που έχουν αποτρέψει την επιτυχή έκβαση του σχεδίου είναι η σθεναρή στάση της μεγάλης πλειοψηφίας των χωρών της Λατινικής Αμερικής και κυρίως του λαϊκού κίνημα της Ονδούρας. Από την πρώτη στιγμή συστάθηκε το Εθνικό Μέτωπο Αντίστασης ενάντια στο Πραξικόπημα (Frente Nacional Contra el Golpe de Estado), βασιζόμενο μεν στις λαϊκές και ιθαγένικες οργανώσεις που είχαν σχηματίσει χρόνια πριν το Συντονιστικό της Λαϊκής Αντίστασης, αλλά σαφέστατα διευρυμένο και σταδιακά ριζοσπαστικοποιώντας τους στόχους του. Οπως την απόφαση του αγώνα για την ανατροπή του πραξικοπήματος και συνάμα για απόρριψη της συμφωνίας του περασμένου Οκτώβρη, την απόφαση της συνέχισης του αγώνα για Συντακτική Συνέλευση και, φυσικά, του επιτυχούς μποϊκοταρίσματος των εκλογών και τελευταία την απόφαση της μη αναγνώρισης της κυβέρνησης που θα σχηματιστεί υπό τον Πορφίριο Λόμπο.

Το Μέτωπο για περισσότερους από έξι μήνες συντονίζει τον αγώνα του λαού - την τακτική, τις διαδηλώσεις, τις απεργίες, τις κινητοποιήσεις, την ενημέρωση, το συντονισμό - με πρεμιέρα τις τεράστιες σε όγκο διαδηλώσεις στις 7 Ιούλη του 2009 με επίκεντρο το αεροδρόμιο Τονκοντίν κατά την αποτυχημένη απόπειρα επιστροφής του Μανουέλ Σελάγια με τη συνοδεία του ΓΓ του OAS, Χοσέ Μιγκέλ Ινσούλσα. Εκεί έπεσε από ελεύθερους σκοπευτές ο πρώτος νεκρός του αγώνα, ο νεαρός Ισις Ομπεντ Μουρίγιο. Αναβίωσαν οι παραστρατιωτικές ομάδες, καθώς ο διαβόητος Μπίλι Χόγια διορίστηκε σύμβουλος του Μιτσελέτι και λίγο αργότερα άρχισαν να εισρέουν παραστρατιωτικοί από τις χώρες της Κεντρικής Αμερικής, αλλά και την Κολομβία, καθώς και Ισραηλινοί κομάντος.

Απολογισμός του «αναίμακτου πραξικοπήματος», όπως αρέσκονται να το ονομάζουν τα διεθνή ΜΜΕ που επίσης επιλέγουν να αναφέρονται σε αυτό «ως πολιτική κρίση»: Περισσότεροι από 130 επίσημα καταγεγραμμένοι νεκροί (εργάτες, νέοι και αγρότες), άγνωστος αριθμός αγνοουμένων, πάνω από 4.000 συλλήψεις. Βασανιστήρια. Βιασμοί γυναικών. Φίμωση των ΜΜΕ. Τα «τάγματα θανάτου», ειδικά τους τελευταίους δύο μήνες, έχουν επιδοθεί σε ένα άγριο ανθρωποκυνηγητό στην προσπάθεια να επιβάλουν την «ειρήνη του νεκροταφείου». Ο λαός, όμως, δεν το βάζει κάτω.


Χρ. Μ.