Αρχικά ο Πειραιάς ήταν μια νησίδα, εξ ου και το όνομα: «περαιώ» που σημαίνει διαπορθμεύω, μεταφέρω απέναντι. «Πειραιεύς» ήταν ο «περαματάρης», αυτός που περνούσε απέναντι. Αυτό άλλαξε με τον καιρό, μια και το κενό μεταξύ ξηράς και Πειραιά καλύφθηκε από προσχώσεις για να εξελιχθεί σε βαθύ θαλάσσιο σημείο, βάλτο και κατόπιν λασπότοπο. Την ίδια περίοδο, ο διορατικός Θεμιστοκλής προέβλεψε τη στρατηγική του σημασία, έστρεψε πάνω του την προσοχή των Αθηναίων και φρόντισε να τον οχυρώσει.
Ο Κίμωνας το 461 π.Χ. άρχισε να χτίζει τα Μακρά Τείχη, που ένωναν τον Πειραιά με την Αθήνα, κατασκευάζοντας το Βόρειο και Φαληρικό τείχος. Με το Νότιο ή Διάμεσο Τείχος, ο Περικλής ολοκλήρωσε τα τείχη, τα οποία γκρεμίστηκαν αργότερα από τους Ρωμαίους. Το μεγάλο αττικό λιμάνι γνώρισε πάλι την ακμή του στη σύγχρονη εποχή της Ελλάδας, όταν το 1835, μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, ιδρύθηκε ο Δήμος Πειραιά και συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα κατασκευής δημοσίων κτιρίων.
Αν κάνει κανείς ένα περίπατο στην ακτή Θεμιστοκλέους που χαϊδεύει απαλά ο Σαρωνικός, θα δει σε όλο της το μήκος από την Καλλίπολη ως της Φρεαττύδα πάνω στα βράχια τσιμεντένιες βάσεις και θα απορεί ίσως με το θράσος αυτών που πήγαν να οικοδομήσουν πλάι στο κύμα!
Η αλήθεια όμως βρίσκεται αλλού και για να την ανακαλύψουμε γυρίσαμε δεκαετίες πίσω στην περίοδο της γερμανικής κατοχής. Τα τσιμέντα αυτά ήταν βάσεις πολυβολίων που είχαν στήσει οι κατακτητές για να αποκρούσουν πιθανή απόβαση των Αγγλοαμερικάνων στην περιοχή που τελικά δεν αποφασίστηκε. Πήρανε ειδικούς στην πέτρα εργάτες που με λοστούς κι άλλα σιδερικά ανοίγανε λάκκους και μέσα εκεί στηρίζανε τα πολυβόλα. Τις πέτρες που έσπαγαν μεθοδικά οι μαστόροι τις κουβαλούσαν χέρι με χέρι νεαροί βοηθοί τους στην άκρη της θάλασσας και τις πετούσαν μέσα. Το μεροκάματό τους ήταν ένα κομμάτι μαύρο ξινό ψωμί και μια κονσέρβα. Η επίβλεψη του έργου, είχε ανατεθεί σε Γερμανούς στρατιώτες, τον Μπιλ και τον Φρανκ καθώς και σε μερικούς Ιταλούς στρατιώτες, που δήλωσαν πιστοί σύμμαχοι του Χίτλερ, αλλά δεν ήταν, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι παρακολουθούσαν την έκβαση του πολέμου στο ραδιόφωνο και τα δυσάρεστα για τους Γερμανούς νέα τα μετέδιδαν στους εργάτες, οι οποίοι κατά το πλείστον ανήκαν στο ΕΑΜ και ενημέρωναν την ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ. Αντ' αυτών, ζητούσαν από τους εργάτες να τους βρουν καμιά παχιά γάτα να την κάνουν μεζέ! Αλλά, πού να βρεθεί τέτοιο πράμα εκείνη την εποχή της μαύρης πείνας; Οχι μόνο τα ζώα μα και οι άνθρωποι είχαν γίνει πετσί και κόκαλο! Μόνο οι δωσίλογοι ήταν καλοθρεμμένοι!
Ηταν πράγματι μια γελαστή μέρα, ο ήλιος σκορπούσε στην ακύμαντη θάλασσα απλόχερα τα χρυσάφια του και ο ήμερος Σαρωνικός έλαμπε σ' όλο του το μήκος με τις βαρκούλες των ψαράδων να λικνίζονται ελαφρά κι εκείνοι να προσπαθούν με την πετονιά να βγάλουν το φαγητό της ημέρας. Από την έκρηξη τα σπίτια της παραλίας τραντάχτηκαν και οι ένοικοι πανικοβλήθηκαν νομίζοντας ότι πρόκειται περί βομβαρδισμού κι έψαχναν να βρουν καταφύγιο.
Οι βομβαρδισμοί του Πειραιά από τους «συμμάχους» ήταν συχνοί, όμως δεν εύρισκαν ποτέ στόχο και αυτή η αστοχία, ήταν που φόβιζε τον κόσμο! Ο επισκέπτης αυτής της όμορφης περιοχής του Πειραιά όπου θα δει αγκωνάρια από το τείχος του Θεμιστοκλή, δε θα του περάσουν απαρατήρητα και τα τσιμεντένια μερεμέτια πάνω στα βράχια της ακτογραμμής που αποδεικνύουν του λόγου το αληθές! Για τα έργα και τις ημέρες των ναζιστών στην περίοδο της Κατοχής.