Η μελέτη αρχίζει με τον σημαντικότερο εκ των δύο σατιρικών. Τον Ανδρέα Λασκαράτο, τον «μεγάλο φιλόνικο, φιλόσοφο, μαχητή», προτάσσοντας ένα σονέτο του Μ. Αβλιχου για τα γενέθλια του Λασκαράτου (1879). Η μελέτη παρακολουθεί τον πικρό, περιπετειώδη βίο του Λασκαράτου (υπήρξε μαθητής του Κάλβου στην Ιόνιο Ακαδημία). Κυρίως αναλύει (με γραπτά ντοκουμέντα, παραπομπές σε παλαιότερες μελέτες, ποιήματα κλπ.) τη διχασμένη προσωπικότητα του Λασκαράτου. Την απίστευτη και όμως αληθινή αντίφαση μεταξύ της αστικής καταγωγής του και των συντηρητικών ιδεών του από τη μια, και του πρωτοποριακού, αφυπνιστικού για τις λαϊκές μάζες, επαναστατικού έργου του από την άλλη. Εργο, καυστικής, αμείλικτης πολεμικής ενάντια στη θρησκοληψία και στο σκοταδιστικό ρόλο της εκκλησίας και των δημοκόπων. Πολεμική, που του κόστισε τον αφορισμό και μακρόχρονες διώξεις του από την εκκλησία, με συνένοχη μάλιστα την κεφαλονίτικη, άρχουσα τάξη.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου αφορά στον Μικέλη Αβλιχο (1844-1917), τον «ποιητή της ειρήνης και της επανάστασης», τον συνεχιστή της λασκαράτειας σάτιρας. Σάτιρα, με βαθιές και πολυφωνικές «ρίζες» στα Επτάνησα, μεταξύ των οποίων και του εθνικού ποιητή Δ. Σολωμού. Ο, επίσης, άθεος Ληξουριώτης Μ. Αβλιχος έγραψε πλήθος σατιρικά ποιήματα, συχνότατα υπογράφοντας με κάποιο από τα είκοσι πέντε, εύγλωττης υπονοηματικότητας, ψευδώνυμά του. Λ.χ. «Φιλαλήθης Ατσαλένιος», «Μοναχός Ακάκιος Παιγνιδογάτσουλος», «Ενας ειλικρινής Ριζοσπάστης», «Ιερεμίας Περίδρομος», «Σφογγαράκης», «Αμήν», «Χλωροκούκης», «Τρελλάκης» - καθώς χρειαζόταν και ήταν «τρέλα» για να λέει κανείς την αλήθεια: «Ενας στην Αλεξάνδρεια ξακουσμένος/ που επλούτισε στο τζόγο με καρπιαίς/ μας ήρθε κολονάτα φορτωμένος/ για βουλευτής στις νέαις εκλογαίς./ Κι έξω ντελάλη βγάνει και φωνάζει/ "Για πούλημα ποιος είναι στα χωριά/ ο Μαντζουράνης ψήφους αγοράζει/ και τους πληρώνει κι όλα στα γερά"». Χρειαζόταν «τρέλα» για να πολεμά τον πόλεμο: «Κατάρα νάχει ο πόλεμος/ που τους βλαστούς θερίζει./ Κατάρα η Δόξα η μάταιη/ που σπέρνει συμφορές/ που αγαπημένα αντρόγυνα/ αλύπητα χωρίζει/ οπού γονέων απάνθρωπα σουβλίζει τις καρδιές».