Κ. ΜΑΡΞ, ΦΡ. ΕΝΓΚΕΛΣ, Β. Ι. ΛΕΝΙΝ ΓΙΑ ΤΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΖΗΤΗΜΑ
Η προέλευση του «γυναικείου ζητήματος»
Κυριακή 7 Μάρτη 2010

Μεγάλη συμβολή των Μαρξ και Ενγκελς ήταν το γεγονός ότι απέδειξαν πως η κοινωνική ανισότητα του άνδρα και της γυναίκας είναι ένα ιστορικό κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο εμφανίστηκε σε μιαν ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης του ανθρώπινου πολιτισμού. Είναι ένα σύμπλεγμα οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών ανισοτιμιών και διακρίσεων που εκδηλώνονται σε όλες τις κοινωνικές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των σχέσεων των δυο φύλων και πηγάζει από τις ταξικές σχέσεις εκμετάλλευσης. Μπήκε στην πραγματική κοίτη του, από τους ιδρυτές του επιστημονικού σοσιαλισμού που ανέδειξαν την ταξική φύση του, την αντανάκλασή του στο εποικοδόμημα, νομικό, πολιτικό, ιδεολογικό, πολιτιστικό, κάθε εκμεταλλευτικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού και τις προϋποθέσεις για τη λύση του. Απέδειξαν, επίσης, οτι η ανισοτιμία των φύλων σε βάρος της γυναίκας ως κοινωνικό φαινόμενο έχει και τη λήξη του, όταν εκλείψουν οι όροι που το δημιούργησαν. Πάνω σ' αυτό ακριβώς το ζήτημα, δημοσιεύουμε αποσπάσματα από το έργο του Φρ. Ενγκελς «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους» και το κοινό έργο των Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς «Το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος».

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ, ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ*
Η εξέλιξη της οικογένειας

«Η εξέλιξη της οικογένειας στην προϊστορική εποχή αποτελείται έτσι από ένα συνεχές στένεμα του κύκλου, που πρώτα περιλάβαινε ολόκληρη τη φυλή, του κύκλου που μέσα στα πλαίσιά του ζούνε σε γαμήλια κοινότητα τα δυο γένη. Με τον συνεχή αποκλεισμό πρώτα των κοντινότερων, ύστερα όλο και πιο μακρινών, στο τέλος ακόμα και των εξ αγχιστείας συγγενών, γίνεται αδύνατος τελικά οποιοσδήποτε ομαδικός γάμος και μένει ουσιαστικά το ένα, για ένα διάστημα ακόμα χαλαρά συνδεμένο ζευγάρι, το μόριο που με τη διάλυσή του παύει γενικά ο γάμος. Απ' αυτό κιόλας το γεγονός φαίνεται πόσο λίγη σχέση έχει ο ατομικός σεξουαλικός έρωτας, στη σημερινή έννοια της λέξης, με την ανάπτυξη του ατομικού γάμου.


(...)

Η ζευγαρωτή οικογένεια πολύ αδύνατη και πολύ άστατη η ίδια για να προκαλέσει την ανάγκη ενός δικού της νοικοκυριού ή και για να το κάνει μονάχα επιθυμητό, δε διαλύει καθόλου το κομμουνιστικό νοικοκυριό που κληρονομήθηκε από παλιά. Κομμουνιστικό νοικοκυριό όμως θα πει κυριαρχία των γυναικών στο σπίτι, καθώς και αποκλειστική αναγνώριση μιας πραγματικής μητέρας, επειδή ήταν αδύνατο να γνωρίζουν με βεβαιότητα τον πραγματικό πατέρα, θα πει μεγάλος σεβασμός των γυναικών, δηλαδή των μητέρων. Είναι μια από τις πιο παράλογες αντιλήψεις, που μας κληροδότησαν οι διαφωτιστές του XVIII αιώνα, η αντίληψη ότι η γυναίκα στις αρχές της κοινωνίας ήταν τάχα σκλάβα του άντρα. Η γυναίκα σ' όλους τους άγριους και σ' όλους τους βάρβαρους της κατώτερης και μέσης, εν μέρει ακόμα και της ανώτερης βαθμίδας, κατέχει μια θέση όχι μονάχα λεύτερη μα και πολύ σεβαστή...

(...)

Η ζευγαρωτή οικογένεια εμφανίστηκε στο πέρασμα από την άγρια κατάσταση στη βαρβαρότητα, τις περισσότερες φορές στην ανώτερη κιόλας βαθμίδα της άγριας κατάστασης, και μόνο πού και πού στην ανώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας. Είναι η χαρακτηριστική μορφή της οικογένειας για τη βαρβαρότητα, όπως ο ομαδικός γάμος για την άγρια κατάσταση και η μονογαμία για τον πολιτισμό. Για να εξελιχθεί παραπέρα σε σταθερή μονογαμία χρειάζονταν άλλα αίτια από τα αίτια που δρούσαν ως τώρα. Στο ζευγάρωμα, η ομάδα είχε περιοριστεί κιόλας στην τελευταία της ενότητα, στο διατομικό της μόριο: στον έναν άντρα και στη μια γυναίκα. Η φυσική επιλογή είχε εκπληρώσει το έργο της αποκλείοντας όλο και περισσότερους από την κοινότητα του γάμου. Προς την κατεύθυνση αυτή δεν της απόμεινε να κάνει τίποτα άλλο. Αν λοιπόν δεν μπαίνανε σε ενέργεια νέες κοινωνικές κινητήριες δυνάμεις, δε θα υπήρχε λόγος να ξεπηδήσει από το ζευγάρωμα μια νέα μορφή οικογένειας. Ομως, οι κινητήριες αυτές δυνάμεις μπήκαν σε ενέργεια.

Νέες κοινωνικές σχέσεις


Αφήνουμε τώρα την Αμερική, το κλασικό έδαφος της ζευγαρωτής οικογένειας. Καμιά ένδειξη δε μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι εκεί είχε αναπτυχθεί μια ανώτερη μορφή οικογένειας, ότι εκεί πριν από την ανακάλυψη και την κατάχτησή της υπήρξε ποτέ σταθερή μονογαμία. Διαφορετικά ήταν τα πράγματα στον παλιό κόσμο.

Εδώ το ημέρωμα των οικιακών ζώων και η συντήρηση κοπαδιών αναπτύξανε μιαν άγνωστη ως τώρα πηγή πλούτου και δημιουργήσανε ολότελα νέες κοινωνικές σχέσεις. Ως την κατώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας, τον μόνιμο πλούτο τον αποτελούσαν σχεδόν μονάχα το σπίτι, τα ρούχα, τα ακατέργαστα κοσμήματα και τα εργαλεία για την απόχτηση και την ετοιμασία της τροφής: βάρκα, όπλα και πολύ απλά οικιακά σκεύη. Την τροφή έπρεπε να την κερδίζουν μέρα με τη μέρα. Τώρα με τις αγέλες τα άλογα, τις καμήλες, τα γαϊδούρια, τα βόδια, τα πρόβατα, τα γίδια και τα γουρούνια, οι ποιμενικοί λαοί που όλο και προχωρούσαν - οι άριοι στην Ινδική Πεντοποταμία και στην περιοχή του Γάγγη, καθώς και στις τότε ακόμα πολύ πιο πλούσιες σε νερό στέπες του Οξου και του Ιαξάρτη, οι σημίτες στον Ευφράτη και στον Τίγρη - απόχτησαν μια περιουσία που χρειαζόταν μονάχα επίβλεψη και στοιχειώδη περιποίηση για ν' αναπαράγεται σ' όλο και μεγαλύτερο αριθμό και ν' αποδίνει την πιο άφθονη τροφή σε γάλα και κρέας. Ολα τα προηγούμενα μέσα εξεύρεσης τροφής πέρασαν σε δεύτερη μοίρα. Το κυνήγι, που ήταν πρώτα απαραίτητο, έγινε τώρα πολυτέλεια.

Σε ποιον ανήκε όμως αυτός ο νέος πλούτος; Αρχικά ανήκε αναμφισβήτητα στο γένος. Ομως από νωρίς ακόμα θα πρέπει να 'χει αναπτυχθεί η ατομική ιδιοκτησία στα κοπάδια.(...) Και είναι ακόμα βέβαιο ότι στο κατώφλι της ντοκουμενταρισμένης ιστορίας βρίσκουμε κιόλας παντού τις αγέλες να είναι ξεχωριστή ιδιοκτησία του αρχηγού της οικογένειας, ακριβώς όπως γινόταν με τα δημιουργήματα της τέχνης της βαρβαρότητας, με τα μεταλλικά σκεύη, τα είδη πολυτελείας και τέλος με τα ανθρώπινα κτήνη - τους δούλους.


Γιατί τώρα είχαν εφεύρει και τη δουλεία. Για το βάρβαρο της κατώτερης βαθμίδας, ο δούλος δεν είχε αξία. Γι' αυτό και οι Ινδιάνοι της Αμερικής φέρνονταν εντελώς διαφορετικά στους νικημένους εχθρούς απ' ό,τι γινόταν στην ανώτερη βαθμίδα. Τους άντρες τους σκότωναν ή τους δέχονταν σαν αδέρφια στη φυλή των νικητών. Τις γυναίκες τις παντρεύονταν, ή ακόμα τις υιοθετούσαν μαζί με τα παιδιά τους που είχαν επιζήσει. Η ανθρώπινη εργατική δύναμη σε αυτή τη βαθμίδα δεν δίνει ακόμα κανένα αξιοπρόσεχτο περίσσευμα πέρα από τα έξοδα της συντήρησής της. Με την εισαγωγή της κτηνοτροφίας, της επεξεργασίας του μετάλλου, της υφαντουργίας και τέλος της γεωργίας, τα πράγματα άλλαξαν. Οπως οι γυναίκες, που προηγούμενα τις έπαιρναν τόσο εύκολα, είχαν αποκτήσει τώρα ανταλλακτική αξία και τις αγόραζαν, το ίδιο έγινε και με τις εργατικές δυνάμεις, ιδιαίτερα από τότε που τα κοπάδια πέρασαν οριστικά στην οικογενειακή ιδιοκτησία. Η οικογένεια δεν πληθαίνει τόσο γρήγορα όσο τα ζώα. Για να τα φυλάνε χρειάζονται τώρα περισσότεροι άνθρωποι. Γι' αυτή τη δουλειά ήταν κατάλληλος ο εχθρός αιχμάλωτος πολέμου, που άλλωστε μπορούσε να πολλαπλασιάζεται ακριβώς όπως τα ζώα.

Μόλις τα πλούτη αυτά πέρασαν στην ατομική ιδιοκτησία των ξεχωριστών οικογενειών και πλήθυναν γρήγορα, έδωσαν πολύ γερό χτύπημα στην κοινωνία που βασιζόταν στο ζευγαρωτό γάμο και στο μητριαρχικό γένος. Ο ζευγαρωτός γάμος είχε μπάσει ένα καινούριο στοιχείο στην οικογένεια. Δίπλα στην πραγματική μητέρα έβαλε τον βεβαιωμένο πραγματικό πατέρα, που πιθανόν να ήταν ακόμα γνησιότερος από πολλούς σημερινούς "πατεράδες". Σύμφωνα με τον τοτινό καταμερισμό της εργασίας στην οικογένεια, στο μερτικό του άντρα έπεφτε η εξεύρεση της τροφής και τα αναγκαία για την εξεύρεσή της μέσα εργασίας, επομένως και η ιδιοκτησία των τελευταίων. Τα έπαιρνε μαζί του σε περίπτωση χωρισμού, όπως η γυναίκα κρατούσε τα οικιακά της σκεύη. Σύμφωνα λοιπόν με το έθιμο της τοτινής κοινωνίας, ο άντρας ήταν επίσης ιδιοκτήτης της καινούριας πηγής τροφών, των ζώων, και αργότερα του νέου μέσου εργασίας, των δούλων...

Με την εμφάνιση της δουλείας, της πρώτης ταξικής κοινωνίας, εμφανίζεται η ανισοτιμία


Ο άντρας πήρε το πηδάλιο και στο σπίτι, η γυναίκα ταπεινώθηκε, υποδουλώθηκε, έγινε σκλάβα των ορέξεών του και απλό εργαλείο για την παραγωγή παιδιών. (...)

Για να εξασφαλιστεί η πίστη της γυναίκας, δηλαδή η πατρότητα των παιδιών, παραδίδεται η γυναίκα χωρίς όρους στην εξουσία του άνδρα: Αν τη σκοτώσει, εξασκεί μονάχα το δικαίωμά του...

Γεννιέται (η μονογαμική οικογένεια), όπως το δείξαμε, από ζευγαρωτή οικογένεια, στο πέρασμα από τη μεσαία στην ανώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας. Η οριστική της νίκη είναι ένα από τα γνωρίσματα του πολιτισμού που αρχίζει. Βασίζεται στην κυριαρχία του άντρα, με ρητό σκοπό τη γέννηση παιδιών που η πατρότητά τους να είναι αδιαφιλονίκητη, και η πατρότητα αυτή απαιτείται, γιατί αυτά τα παιδιά θα γίνουν μια μέρα οι άμεσοι κληρονόμοι της πατρικής περιουσίας. Διακρίνεται από το ζευγαρωτό γάμο με την πολύ μεγαλύτερη σταθερότητα του γαμήλιου δεσμού, που τώρα πια δε λύνεται με αμοιβαία συναίνεση. Τώρα, κατά κανόνα, μονάχα ο άντρας μπορεί να τον λύσει και να διώξει τη γυναίκα του. Και σήμερα ακόμα τουλάχιστο το έθιμο του εξασφαλίζει το δικαίωμα της συζυγικής απιστίας (ο ναπολεόντειος κώδικας του το αναγνωρίζει ρητά, εφόσον δε φέρνει την παλλακίδα στο συζυγικό σπίτι)1 και το εξασκεί όλο και περισσότερο, όσο προχωρεί η κοινωνική εξέλιξη. Αν θυμηθεί η γυναίκα την παλιά σεξουαλική πράξη και θελήσει να την ξαναζωντανέψει, τιμωρείται τόσο αυστηρά όσο ποτέ άλλοτε.

(...)

Αυτή ήταν η καταγωγή της μονογαμίας, όσο μπορούμε να την παρακολουθήσουμε στον πιο πολιτισμένο και τον περισσότερο αναπτυγμένο λαό της αρχαιότητας. Δεν ήταν καθόλου καρπός του ατομικού σεξουαλικού έρωτα, που δεν έχει καμιά σχέση μ' αυτόν, αφού οι γάμοι, όπως και πρώτα, έμειναν συμβατικοί γάμοι. Ηταν η πρώτη μορφή οικογένειας που δε στηριζόταν σε φυσικούς μα σε οικονομικούς όρους, δηλαδή στη νίκη της ατομικής ιδιοχτησίας πάνω στην αρχική φυσική κοινή ιδιοκτησία. Η κυριαρχία του άντρα στην οικογένεια και η παραγωγή παιδιών, που να μπορούν να είναι μονάχα δικά του, και που προορίζονταν να κληρονομούν τα πλούτη του, αυτοί μονάχα ήταν οι αποκλειστικοί σκοποί της μονογαμίας.. (...)


Ετσι η μονογαμία καθόλου δε μπαίνει στην ιστορία σα συμφιλίωση του άντρα και της γυναίκας, και πολύ λιγότερο σαν η ανώτατη μορφή της. Αντίθετα. Εμφανίζεται σαν υποδούλωση του ενός φύλου από το άλλο, σαν κήρυξη πολέμου ανάμεσα στα δυο φύλα, πολέμου άγνωστου σ' όλη την προϊστορία. Σε ένα παλιό ανέκδοτο χειρόγραφο που γράψαμε ο Μαρξ και γω το 1846, βρίσκω τα παρακάτω: "Ο πρώτος καταμερισμός της εργασίας είναι ο καταμερισμός ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα για την παραγωγή παιδιών".2 Και σήμερα μπορώ να προσθέσω: Η πρώτη ταξική αντίθεση που εμφανίζεται στην ιστορία συμπέφτει με την ανάπτυξη του ανταγωνισμού του άντρα και της γυναίκας στη μονογαμία και η πρώτη ταξική καταπίεση με την καταπίεση του γυναικείου φύλου από το αντρικό. Η μονογαμία ήταν μια μεγάλη ιστορική πρόοδος, ταυτόχρονα όμως, πλάι στη δουλεία και τον ατομικό πλούτο, εγκαινίασε την εποχή που κρατά ως τα σήμερα και όπου κάθε πρόοδος είναι μαζί και μια σχετική πισωδρόμηση, όπου η προκοπή και η ανάπτυξη του ενός κατορθώνεται με τον πόνο και την καταπίεση του αλλουνού. Η μονογαμία είναι η κυτταρική μορφή της πολιτισμένης κοινωνίας όπου μπορούμε κιόλας να μελετήσουμε τη φύση των αντιθέσεων και αντιφάσεων που αναπτύσσονται πλέρια μέσα της.

(...)

Και δεν μπορεί κανείς να έχει τη μια πλευρά της αντίθεσης χωρίς την άλλη, ακριβώς όπως δεν έχει κανείς πια στο χέρι του ολόκληρο το μήλο άμα φάει το μισό. Φαίνεται, όμως, ότι δεν ήταν αυτή η γνώμη των ανδρών, ώσπου τους έβαλαν μυαλό οι γυναίκες τους. Με τη μονογαμία εμφανίζονται δυο μόνιμες κοινωνικές χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες που ήταν άγνωστες πριν: Ο μόνιμος εραστής της γυναίκας και ο κερατάς. Οι άντρες είχαν νικήσει τις γυναίκες, μα οι νικημένες ανέλαβαν μεγαλόψυχα να στεφανώσουν τους νικητές. Πλάι στη μονογαμία και τον εταιρισμό, έγινε η μοιχεία αναπόφευκτος κοινωνικός θεσμός - που απαγορευόταν, που τιμωριόταν σκληρά, μα που δεν μπορούσε να ξεριζωθεί. Η βεβαιότητα για την πατρότητα των παιδιών στηριζόταν όπως και πριν το πολύ πολύ σε ηθική πεποίθηση και για να λύσει την άλυτη αντίφαση, ο Ναπολεόντειος κώδικας ορίζει με το άρθρο 312 ότι: "L' enfant concu pendant le marriage a pour pere le mari", δηλαδή "το παιδί που η σύλληψή του έγινε κατά τη διάρκεια του γάμου έχει πατέρα το σύζυγο". Αυτό είναι το τελικό αποτέλεσμα τριών χιλιάδων χρόνων μονογαμίας.


(...)

Η οικονομική βάση του γάμου στη μονογαμία

Αν όμως από όλες τις γνωστές μορφές της οικογένειας η μονογαμία είναι η μορφή που μ' αυτή μονάχα μπορούσε ν' αναπτυχθεί ο νεότερος σεξουαλικός έρωτας, αυτό δε σημαίνει ότι αποκλειστικά, ή έστω και κυρίως σ' αυτήν αναπτύχθηκε σαν έρωτας ανάμεσα στους συζύγους. Ολόκληρη η φύση της σταθερής μονογαμίας κάτω από την κυριαρχία του άντρα το αποκλείει αυτό. Σ' όλες τις τάξεις που έδρασαν ιστορικά, δηλαδή σ' όλες τις κυρίαρχες τάξεις, το συνοικέσιο έμεινε ό,τι ήταν από τον καιρό του ζευγαρωτού γάμου, υπόθεση συναλλαγής που την ταχτοποιούσαν οι γονείς.

(...)

Και για όλους τους γάμους συναλλαγής ισχύουν τα λόγια του Φουριέ: "Οπως στη γραμματική δυο αρνήσεις κάνουν μια κατάφαση, έτσι και στη γαμήλια ηθική δυο πορνείες περνάνε για μια αρετή".3 Ο έρωτας για τη γυναίκα γίνεται και μπορεί να γίνει πραγματικός κανόνας μονάχα στις καταπιεζόμενες τάξεις, δηλαδή σήμερα στο προλεταριάτο - αδιάφορο αν η σχέση αυτή είναι επισημοποιημένη, είτε όχι. Εδώ όμως έχουν παραμεριστεί όλες οι βάσεις της κλασικής μονογαμίας. Εδώ λείπει κάθε ιδιοχτησία, που για τη διατήρηση και την κληροδότησή της δημιουργήθηκε ακριβώς η μονογαμία και η κυριαρχία του άντρα, εδώ συνεπώς λείπει επίσης κάθε παρότρυνση, για να επιβληθεί η κυριαρχία του άντρα. Κάτι ακόμα, λείπουν και τα μέσα. Το αστικό δίκαιο, που προστατεύει αυτή την κυριαρχία, υπάρχει μόνο για τους πλούσιους και για τις σχέσεις τους με τους προλετάριους. Στοιχίζει λεφτά και γι' αυτό, εξαιτίας της φτώχειας, δεν παίζει κανένα ρόλο στις σχέσεις του εργάτη με τη γυναίκα του. Εδώ αποφασίζουν εντελώς άλλες προσωπικές και κοινωνικές συνθήκες. Και χώρια απ' αυτό, από τότε που η μεγάλη βιομηχανία μετάθεσε τη γυναίκα από το σπίτι στην αγορά της εργασίας και στο εργοστάσιο, και που αρκετά συχνά την κάνει προστάτρια της οικογένειας, αφαιρέθηκε κάθε έδαφος για το τελευταίο υπόλειμμα της κυριαρχίας του άντρα στο προλεταριακό σπίτι, εκτός ίσως από ένα μέρος της βαναυσότητας απέναντι στις γυναίκες που έχει ριζώσει από τον καιρό της εισαγωγής της μονογαμίας. Ετσι, η οικογένεια του προλετάριου δεν είναι πια μονογαμική με την αυστηρή έννοια, ακόμα και στην περίπτωση της πιο θερμής αγάπης και της σταθερότερης πίστης και των δυο, και παρόλη την ενδεχόμενη εκκλησιαστική και κοσμική ευλογία. Γι' αυτό και οι αιώνιοι συνοδοί της μονογαμίας, ο εταιρισμός και η μοιχεία, παίζουν εδώ μηδαμινό σχεδόν ρόλο. Η γυναίκα έχει ουσιαστικά ξαναποχτήσει το δικαίωμα του διαζυγίου, και όταν δεν μπορούν να συνεννοηθούν ο άντρας και η γυναίκα προτιμούν να τραβήξει ο καθένας το δρόμο του. Κοντολογίς, ο προλεταριακός γάμος είναι μονογαμικός στην ετυμολογική έννοια της λέξης, καθόλου όμως στην ιστορική της έννοια.


(...)

Τα πράματα δεν είναι καλύτερα σχετικά με τη νομική ισοτιμία του άντρα και της γυναίκας στο γάμο. Η νομική ανισότητα των δυο, που την κληρονομήσαμε από προηγούμενες κοινωνικές καταστάσεις, δεν είναι η αιτία, μα το αποτέλεσμα της οικονομικής καταπίεσης της γυναίκας. Στο παλιό κομμουνιστικό νοικοκυριό, που περιλάβαινε πολλά αντρόγυνα με τα παιδιά τους, η διεύθυνση του νοικοκυριού, που είχε ανατεθεί στις γυναίκες, ήταν εξίσου δημόσιο, κοινωνικά αναγκαίο λειτούργημα, όπως και η εξεύρεση μέσων διατροφής από τους άντρες. Με την πατριαρχική οικογένεια, και ακόμα περισσότερο με τη μονογαμική ξεχωριστή οικογένεια, άλλαξαν τα πράγματα. Η διοίκηση του νοικοκυριού έχασε το δημόσιο χαρακτήρα της. Επαψε να ενδιαφέρει την κοινωνία. Εγινε ιδιωτική υπηρεσία. Η γυναίκα, παραμερισμένη από τη συμμετοχή στην κοινωνική παραγωγή, έγινε η πρώτη υπηρέτρια. Μονάχα η μεγάλη βιομηχανία της εποχής μας της άνοιξε ξανά το δρόμο προς την κοινωνική παραγωγή - και πάλι μόνο στην προλετάρισσα. Ωστόσο, όσο είναι υποχρεωμένη να εκπληρώνει τα καθήκοντά της στην ιδιωτική υπηρεσία της οικογένειας, μένει αποκλεισμένη από την κοινωνική παραγωγή και δεν μπορεί να κερδίζει τίποτα. Αν θέλει να πάρει μέρος στην κοινωνική εργασία και να βγάλει το ψωμί της ανεξάρτητα, δεν είναι σε θέση να εκπληρώνει τα οικογενειακά της καθήκοντα. Κι όπως στο εργοστάσιο, το ίδιο συμβαίνει στη γυναίκα σε όλους τους κλάδους δουλειάς ως την ιατρική και τη δικηγορική. Η νεότερη ξεχωριστή οικογένεια στηρίζεται πάνω στην ανοιχτή ή σκεπασμένη σπιτική σκλαβιά της γυναίκας, και η νεότερη κοινωνία είναι μια μάζα που τα μόριά της αποτελούνται μονάχα από ατομικές οικογένειες. Ο άντρας, στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, πρέπει σήμερα να είναι ο βιοπαλαιστής, ο τροφοδότης της οικογένειας, τουλάχιστον στις ιδιοκτήτριες τάξεις, και αυτό του δίνει μια κυριαρχική θέση, που δεν έχει ανάγκη από κανένα έκτακτο νομικό προνόμιο. Μέσα στην οικογένεια ο άντρας είναι ο αστός, η γυναίκα εκπροσωπεί το προλεταριάτο. Στο βιομηχανικό κόσμο, ωστόσο, ο ειδικός χαρακτήρας της οικονομικής καταπίεσης που βαραίνει πάνω στο προλεταριάτο φαίνεται σε όλη του την οξύτητα, μόνον αφού παραμεριστούν όλα τα νομικά ειδικά προνόμια της κεφαλαιοκρατικής τάξης και αποκατασταθεί η πλέρια νομική ισοτιμία των δυο τάξεων. Η δημοκρατία δεν αναιρεί την αντίθεση των δυο τάξεων, αντίθετα προσφέρει ίσα - ίσα το έδαφος που λύνεται με την πάλη η αντίθεση αυτή. Το ίδιο επίσης θα φωτιστούν πλέρια ο ιδιόμορφος χαρακτήρας της κυριαρχίας του άντρα πάνω στη γυναίκα στη νεότερη οικογένεια και η ανάγκη, καθώς και ο τρόπος της δημιουργίας μιας πραγματικής κοινωνικής ισοτιμίας και των δυο, μόλις θα 'ναι και οι δυο νομικά πλέρια ισότιμοι. Θα φανεί τότε ότι η απελευθέρωση της γυναίκας έχει για πρώτη προϋπόθεση το ξαναμπάσιμο ολόκληρου του γυναικείου φύλου στην κοινωνική εργασία και ότι αυτό πάλι απαιτεί να πάψει η ξεχωριστή οικογένεια να είναι οικονομική μονάδα της κοινωνίας.


(...)

Η πλέρια ελευθερία στη σύναψη του γάμου. Μια γενιά χωρίς εκμετάλλευση

Η πλέρια ελευθερία στη σύναψη του γάμου μπορεί λοιπόν τότε μονάχα να πραγματοποιηθεί γενικά, όταν η κατάργηση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και των σχέσεων ιδιοκτησίας που δημιούργησε βγάλει από τη μέση όλους τους δευτερεύοντες οικονομικούς λόγους που και τώρα ακόμα επιδρούν τόσο πολύ στην εκλογή συζύγου. Τότε πια δε μένει κανένα άλλο κίνητρο από την αμοιβαία κλίση.

Και επειδή ο σεξουαλικός έρωτας από τη φύση του είναι αποκλειστικός - αν και αυτή η αποκλειστικότητα πραγματοποιείται σήμερα πέρα για πέρα μονάχα στη γυναίκα - ο γάμος που βασίζεται στον έρωτα είναι από τη φύση του μονογαμικός. Είδαμε πόσο δίκιο είχε ο Μπαχόφεν που θεωρούσε την πρόοδο από τον ομαδικό στον ατομικό γάμο κυρίως σαν έργο των γυναικών. Στο ενεργητικό των αντρών μπαίνει μόνον η πρόοδος από το ζευγαρωτό γάμο στη μονογαμία. Και η πρόοδος αυτή σήμαινε ιστορικά την ουσιαστική χειροτέρευση της θέσης της γυναίκας και διευκόλυνση της απιστίας των ανδρών. Οταν λοιπόν λείψουν και οι οικονομικοί λόγοι, που έκαναν τις γυναίκες να δέχονται αυτή την από συνήθεια απιστία των ανδρών - η έγνοια για την ύπαρξή τους, κι ακόμα περισσότερο η έγνοια για το μέλλον των παιδιών - τότε η ισοτιμία της γυναίκας που θα επιτευχθεί μ' αυτόν τον τρόπο, κρίνοντας απ' όλη την πείρα που έχουμε ως τώρα, μάλλον θα συντελέσει σε άπειρα πιο μεγάλο βαθμό, να γίνουν οι άντρες πραγματικά μονογαμικοί, παρά να γίνουν οι γυναίκες πολυανδρικές.

Αυτά όμως που θα χάσει οπωσδήποτε η μονογαμία είναι όλα τα χαρακτηριστικά που απόχτησε με την προέλευσή της από τις σχέσεις ιδιοκτησίας, και τα χαρακτηριστικά αυτά είναι πρώτα η κυριαρχία του άντρα, και δεύτερο το αδιάλυτο του γάμου. Η κυριαρχία του άντρα στο γάμο είναι απλή συνέπεια της οικονομικής του κυριαρχίας και πέφτει αυτόματα μαζί της. Το αδιάλυτο του γάμου είναι εν μέρει συνέπεια της οικονομικής κατάστασης, μέσα στην οποία αναπτύχθηκε η μονογαμία, εν μέρει παράδοση από την εποχή που δεν καταλάβαιναν καλά ακόμα τη σχέση αυτή της οικονομικής κατάστασης με τη μονογαμία και την υπερέβαλαν θρησκευτικά. Σήμερα έχει κιόλας σπάσει από χίλιες μεριές. Αν είναι ηθικός μονάχα ο γάμος που βασίζεται στην αγάπη, το ίδιο παραμένει ηθικός μονάχα ο γάμος που εξακολουθεί να υπάρχει η αγάπη. Η διάρκεια όμως του ατομικού έρωτα διαφέρει πολύ από άτομο σε άτομο, ιδίως στους άντρες, κι ένα ουσιαστικό σταμάτημα της κλίσης, ή το παραμέρισμά της από μια καινούρια φλογερή αγάπη, κάνει ευεργετικό το χωρισμό, τόσο για τα δύο μέρη, όσο και για την κοινωνία. Πρέπει μόνο ν' απαλλαγούν οι άνθρωποι από την ανάγκη να τσαλαβουτούν μέσα από την άχρηστη λάσπη μιας δίκης διαζυγίου.


Αυτό λοιπόν που μπορούμε σήμερα να υποθέσουμε για τη ρύθμιση των σεξουαλικών σχέσεων ύστερα από το επικείμενο σάρωμα της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, έχει κυρίως αρνητικό χαρακτήρα, περιορίζεται συνήθως σε ό,τι πρόκειται να λείψει. Τι όμως θα προστεθεί; Αυτό θα κριθεί όταν αντρωθεί μια νέα γενιά, μια γενιά από άντρες, που ποτέ στη ζωή τους δε θα έχουν βρεθεί στην ανάγκη ν' αγοράσουν με λεφτά ή με άλλα κοινωνικά μέσα το δόσιμο μιας γυναίκας, και μια γενιά από γυναίκες, που ποτέ δε θα έχουν βρεθεί στην ανάγκη να δοθούν σ' έναν άντρα για κανένα άλλο λόγο εκτός από την αληθινή αγάπη, ούτε ν' αρνηθούν το δόσιμό τους στον αγαπημένο τους από το φόβο μπρος στις οικονομικές συνέπειες. Οταν θα υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, θα γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια αυτά που πιστεύουμε σήμερα ότι θα πρέπει να κάνουν, θα φτιάξουν τη δική τους ζωή και τη δική τους αντίστοιχη κοινή γνώμη για τις πράξεις του καθενός και - τελεία και παύλα.

Ας γυρίσουμε ωστόσο στον Μόργκαν από τον οποίο απομακρυνθήκαμε αρκετά. Η ιστορική έρευνα των κοινωνικών θεσμών που αναπτύχθηκαν στη διάρκεια της εποχής του πολιτισμού, ξεπερνά τα πλαίσια του βιβλίου του. Γι' αυτό η μοίρα της μονογαμίας σ' αυτό το χρονικό διάστημα τον απασχολεί πολύ λίγο. Κι αυτός βλέπει στην πιο πέρα διαμόρφωση της μονογαμικής οικογένειας μια πρόοδο, ένα ζύγωμα προς την πλέρια ισοτιμία των φύλων, χωρίς όμως να θεωρεί φτασμένο το σκοπό αυτό. Ομως, λέει, "όταν παραδεχτούμε το γεγονός ότι η οικογένεια πέρασε τέσσερις διαδοχικές μορφές και βρίσκεται τώρα σε μια πέμπτη, τότε γεννιέται το ερώτημα, αν αυτή η μορφή μπορεί να 'ναι μόνιμη στο μέλλον. Η μόνη δυνατή απάντηση είναι ότι θα πρέπει να προχωρεί όπως προχωρεί η κοινωνία, ν' αλλάζει στο βαθμό που αλλάζει η κοινωνία, ακριβώς όπως γινόταν τώρα. Είναι δημιούργημα του κοινωνικού συστήματος και θα αντικαθρεφτίζει την κατάσταση της διαμόρφωσής του. Και μια που η μονογαμική οικογένεια καλυτέρεψε από την αρχή του πολιτισμού, και πολύ αισθητά στη νεότερη εποχή, μπορεί κανείς τουλάχιστο να υποθέσει ότι είναι ικανή για πιο πέρα τελειοποίηση ώσπου να φτάσουμε στην ισότητα των δύο φύλων. Αν στο μακρινό μέλλον η μονογαμική οικογένεια δε θα 'ναι σε θέση να εκπληρώσει τις απαιτήσεις της κοινωνίας, είναι αδύνατο να πει κανείς από τα πριν τι είδους θα 'ναι η διάδοχός της"».

1. Πρόκειται για το άρθρο 230 του Αστικού Κώδικα, που ψηφίστηκε την περίοδο του Ναπολέοντα, στα 1804.

2. Ο Ενγκελς παραθέτει μια ιδέα που έχει διατυπωθεί στην εργασία των Μαρξ και Ενγκελς «Η γερμανική ιδεολογία» (βλ. Κ. Μαρξ και Φρ. Ενγκελς. Απ., τόμ. 3, σελ. 30).

3. Ο Ενγκελς παραφράζει εδώ ένα μέρος από το έργο του Σ. Φουριέ «Η θεωρία της παγκόσμιας ενότητας», τόμ. ΙΙΙ, 2η έκδ. Απαντα, τόμ. Χ, Παρίσι, 1841, σελ. 120.

*Οι υπότιτλοι είναι του «Ριζοσπάστη»

«ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ»

«Κατάργηση της οικογένειας! Ακόμα και οι πιο ριζοσπάστες αγανακτούν γι' αυτή την επαίσχυντη πρόθεση των κομμουνιστών.

Πάνω σε ποια βάση στηρίζεται η σημερινή, η αστική οικογένεια; Πάνω στο κεφάλαιο, πάνω στο ατομικό κέρδος. Η οικογένεια αυτή στην ολωσδιόλου αναπτυγμένη μορφή της υπάρχει μονάχα για την αστική τάξη. Εχει όμως το συμπλήρωμά της στην αναγκαστική έλλειψη της οικογένειας για τον προλετάριο και στη δημόσια πορνεία.

Η αστική οικογένεια εξαλείφεται φυσικά μαζί με την εξάλειψη αυτού του συμπληρώματός της, και το ένα όσο και το άλλο εξαφανίζονται μαζί με την εξαφάνιση του κεφαλαίου.

Μας κατηγοράτε γιατί θέλουμε να καταργήσουμε την εκμετάλλευση των παιδιών από τους γονείς τους; Το ομολογούμε αυτό το έγκλημα.

Μας λέτε όμως ότι καταργούμε τις πιο προσφιλείς σχέσεις αντικατασταίνοντας τη σπιτική ανατροφή με την κοινωνική ανατροφή.

Και μήπως και η δική σας ανατροφή δεν καθορίζεται απ' την κοινωνία; Μήπως δεν καθορίζεται από τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες ανατρέφετε τα παιδιά σας, με την άμεση ή έμμεση ανάμειξη της κοινωνίας, με το σχολειό κλπ.; Την επίδραση της κοινωνίας στην ανατροφή δεν την εφευρίσκουν οι κομμουνιστές, μόνο που αλλάζουν το χαρακτήρα της, αποσπούν την ανατροφή από την επίδραση της κυρίαρχης τάξης.

Οι αστικές φλυαρίες για την οικογένεια και την ανατροφή, για τις προσφιλείς σχέσεις των γονιών με τα παιδιά, γίνονται τόσο πιο αηδιαστικές, όσο περισσότερο, εξαιτίας της μεγάλης βιομηχανίας, σπάνε όλοι οι οικογενειακοί δεσμοί για τους προλετάριους και τα παιδιά μεταβάλλονται σε απλά είδη του εμπορίου και σε όργανα εργασίας.

Μα εσείς οι κομμουνιστές θέλετε να φέρετε την κοινοκτημοσύνη των γυναικών, φωνάζει "εν χορώ" ολόκληρη η αστική τάξη.

Ο αστός βλέπει στη γυναίκα του ένα απλό εργαλείο παραγωγής. Ακούει να λένε πως τα εργαλεία παραγωγής πρόκειται να τα εκμεταλλεύονται από κοινού και φυσικά δεν μπορεί να σοφιστεί τίποτα άλλο, παρά ότι η μοίρα της κοινοκτημοσύνης θα βρει και τις γυναίκες.

Δεν υποπτεύεται καν πως πρόκειται ακριβώς να καταργηθεί η θέση της γυναίκας σαν απλό εργαλείο παραγωγής.

Κατά τα άλλα, δεν υπάρχει τίποτα που να είναι πιο γελοίο από την υπερηθική φρίκη που προκαλεί στους αστούς μας η δήθεν επίσημη κοινοκτημοσύνη των γυναικών από τους κομμουνιστές. Οι κομμουνιστές δεν έχουν ανάγκη να καθιερώσουν την κοινοκτημοσύνη των γυναικών: αυτή υπήρχε σχεδόν πάντα.

Οι αστοί μας, μη όντας ευχαριστημένοι απ' το γεγονός ότι έχουν στη διάθεσή τους τις γυναίκες και τις θυγατέρες των εργατών τους, χωρίς καν να γίνεται λόγος για την επίσημη πορνεία, βρίσκουν μιαν ιδιαίτερη ευχαρίστηση να ξελογιάζουν ο ένας τη γυναίκα του άλλου.

Ο αστικός γάμος είναι στην πραγματικότητα η κοινοκτημοσύνη των παντρεμένων γυναικών. Το πολύ - πολύ θα μπορούσαν να κατηγορήσουν τους κομμουνιστές ότι θέλουν στη θέση μιας υποκριτικά σκεπασμένης κοινοκτημοσύνης των γυναικών να βάλουν μια επίσημη, ανοιχτόκαρδη κοινοκτημοσύνη των γυναικών. Κατά τα άλλα, είναι αυτονόητο πως με την κατάργηση των σημερινών σχέσεων παραγωγής εξαφανίζεται και η κοινοκτημοσύνη των γυναικών που απορρέει από αυτές, δηλαδή η επίσημη και η ανεπίσημη πορνεία».