ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ
«Οχι» στην επιβολή των όρων της αγοράς

  Αποσπάσματα από την ομιλία του Πρύτανη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, στο διήμερο Σεμινάριο για τη Διακήρυξη της Μπολόνια

Κυριακή 21 Γενάρη 2001

Ο πρύτανης του ΕΜΠ, Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος
Παρά τις μεθοδευμένες προσπάθειες του υπουργείου Παιδείας να προωθήσει τις διατάξεις της Διακήρυξης της Μπολόνια και να πείσει ότι αυτές κινούνται σε θετική κατεύθυνση, οι αντιδράσεις είναι ισχυρές. Οι πρυτάνεις των ελληνικών πανεπιστημίων από την πρώτη στιγμή είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους σε όσα "μαγειρεύονται" στο καζάνι της ΕΕ.

Ο "Ρ" δημοσιεύει σήμερα εκτενή αποσπάσματα από την εισήγηση του Πρύτανη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Θεμιστοκλή Ξανθόπουλου, στο διήμερο σεμινάριο για τη Διακήρυξη της Μπολόνια, που πραγματοποιήθηκε χτες και προχτές στην Αθήνα, και απηχεί αυτή ακριβώς την αντίθεση του επιστημονικού κόσμου στην κατεύθυνση των αλλαγών.

Το σενάριο επιβολής της κυριαρχίας της αγοράς

Συγκεκριμένα, λοιπόν, ο πρύτανης του ΕΜΠ τονίζει ότι «προωθείται με συστηματικό τρόπο το σενάριο της υπαγωγής και της Παιδείας στους νόμους μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Σύμφωνα με τους κυρίαρχους στόχους αυτής της αγοράς, το νέο παγκόσμιο μοντέλο της Παιδείας στον πανεπιστημιακό (και όχι μόνο) χώρο συνοψίζεται ενδεικτικά στα εξής:


Θεμελιώνεται έτσι σε βάθος, συνεχώς διευρυνόμενη, η ανισότητα της πρόσβασης στην επιστημονική γνώση και επαγγελματική εκπαίδευση, δεδομένου ότι οι γόνοι των εχόντων και κατεχόντων, ως απόφοιτοι των κέντρων αριστείας, θα έχουν κατά κύριο λόγο και την ουσιαστική πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες.

Οι ολίγοι εναπομείναντες ρομαντικοί του 20ού αιώνα θα παρατηρήσουν εδώ ότι η πραγμάτωση του παραπάνω σεναρίου καταλύει όλα τα βάθρα μιας δημοκρατικής κοινωνίας, αφού όχι μόνο καταργείται οριστικά και αμετάκλητα η ισότητα των ευκαιριών πρόσβασης στις διάφορες βαθμίδες της παιδείας, με κορύφωμα τον ωμά αγοραίο και αυστηρά ταξικό διαχωρισμό τους, αλλά και κατασκευάζεται διά της "υπο-παιδείας" μια απαίδευτη και βαθύτατα ανασφαλής πλειοψηφία φτηνού εργατικού δυναμικού χωρίς ουσιαστικές δυνατότητες αλλαγής επαγγελματικού επιπέδου ή αντιστάσεων στη συνεχή υποβάθμιση των δημοκρατικών της δικαιωμάτων».

Τι προωθείται - στόχοι της Διακήρυξης

Είναι προφανές, σύμφωνα με τον Θ. Ξανθόπουλο, ότι «κύριο σημείο τομής της πρότασης των μεγάλων της Ευρώπης (συντακτών της αρχικής διακήρυξης της Σορβόνης) και των πολλών μικρότερων που τους ακολούθησαν με τη διακήρυξη της Μπολόνια, είναι η ικανοποίηση των απαιτήσεων της αγοράς εργασίας, η οποία επιβάλλει τη γρήγορη και μαζική χορήγηση πρακτικών και άμεσα αναλώσιμων επαγγελματικών εφοδίων, με παράλληλη δραστική μείωση του κόστους των ευρωπαϊκών πανεπιστημιακών σπουδών μέσω της υιοθέτησης των δύο κύκλων του Αγγλοσαξονικού συστήματος σπουδών, οι οποίοι διαχωρίζονται λειτουργικά και δομικά με την απόκτηση ενός πρώτου επαγγελματικού πτυχίου και ονομάζονται, αντίστοιχα, "προπτυχιακός" και "μεταπτυχιακός"».


Ετσι, εξηγεί ότι επιδιώκεται «επίτευξη τριών μείζονος πολιτικής και οικονομικής σημασίας στόχων:

Η αγορά είναι έτσι πολλαπλά ικανοποιημένη: Σύμφωνα και με τη Λευκή Βίβλο για τη διδασκαλία και τη μάθηση (... προς την κοινωνία της γνώσης), μέσω της οποίας προβάλλονται υπέρμετρα οι οικονομικές πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας και διευκρινίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση δε δύναται να καλύψει νέες χρηματοδοτήσεις για την παιδεία, η διακήρυξη της Μπολόνια επιχειρεί να δημιουργήσει ένα μαζικό, μέσου επιπέδου εργατικό δυναμικό, μικρού εκπαιδευτικού κόστους και περιορισμένης, αλλά χρήσιμης για τις άμεσες ανάγκες της αγοράς εργασίας, εμβέλειας, μειώνοντας δραστικά τις δαπάνες για την Ανώτατη Παιδεία και καλύπτοντας παράλληλα την αυξημένη ζήτηση του πελάτη - Ευρωπαίου πολίτη για πανεπιστημιακούς τίτλους, έστω και μεταλλαγμένους».

Στα συμπεράσματα της εισήγησής του ο πρύτανης του ΕΜΠ σημειώνει ότι διάφοροι φορείς της ΕΕ «επιδιώκουν μέσω μιας γενικότερης κινητοποίησης γύρω από τη διακήρυξη της Μπολόνια και την προετοιμασία της συνάντησης της Πράγας, την ταυτόχρονη επίτευξη τριών μείζονος πολιτικής και οικονομικής σημασίας στόχων, οι οποίοι ικανοποιούν πολλαπλά τις βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις της αγοράς, σύμφωνα και με τις επιταγές της Λευκής Βίβλου: Δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφάσισε να μην καλύψει νέες χρηματοδοτήσεις για την παιδεία, η διακήρυξη της Μπολόνια επιχειρεί να προωθήσει τη δημιουργία ενός μαζικού εργατικού δυναμικού μέσου επιπέδου, μικρού εκπαιδευτικού κόστους και περιορισμένης, αλλά χρήσιμης για τις άμεσες ανάγκες της αγοράς εργασίας, εμβέλειας, μειώνοντας δραστικά τις δαπάνες για την Ανώτατη Παιδεία και καλύπτοντας παράλληλα την αυξημένη ζήτηση του πελάτη - Ευρωπαίου πολίτη για πανεπιστημιακούς τίτλους, έστω και μεταλλαγμένους».

Τα αιτήματα της πανεπιστημιακής κοινότητας

Η πρόταση των πρυτάνεων σύμφωνα με τον Θ. Ξανθόπουλο συνοψίζεται στο ότι: «το αναφαίρετο δημοκρατικό δικαίωμα της ισότιμης πρόσβασης του Ευρωπαίου πολίτη στα πανεπιστήμια (και τις κατ' ουσία ισότιμες μ' αυτά σχολές) του ευρωπαϊκού χώρου, σε συνδυασμό με την απόρριψη της σχεδιαζόμενης συρρίκνωσης των δαπανών για την ανώτατη εκπαίδευση στην Ευρώπη, (όχι μόνο για λόγους ιστορικούς ή αρχής, αλλά και διότι μεσομακροπρόθεσμα αποδείχτηκε ότι η επένδυση αυτή είναι και για τις ανάγκες της αγοράς ωφελιμότερη από τις όποιες προσωρινές εξυπηρετήσεις οικονομικών συμφερόντων) οδηγούν μονοσήμαντα στην απόρριψη του "σημείου τομής" της Διακήρυξης της Μπολόνια δηλαδή την αναγκαστική και καθολική διάσπαση των πανεπιστημιακών σπουδών σε δυο κύκλους».

Παράλληλα, κάνουν σαφές ότι «το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων με τη σύμφωνη γνώμη των συναρμόδιων υπουργείων οφείλει να διπλασιάσει με σαφές και σύντομο χρονοδιάγραμμα τις χρηματοδοτήσεις των ΑΕΙ». Ενώ επίσης, θίγοντας το θέμα της λεγόμενης «ανωτατοποίησης των ΤΕΙ», ο πρύτανης του ΕΜΠ σημειώνει ότι επιβάλλονται οι προσπάθειες «των σχετικών με τα πανεπιστήμια φορέων, στην ουσιαστική πανεπιστημιοποίηση των σπουδών τόσο στα οιονεί πανεπιστήμια όσο και σε ορισμένες Ανώτερες Δημόσιες Επαγγελματικές σχολές που το δικαιούνται από τις εξελίξεις των επιστημών και της τεχνολογίας και έχουν αποδείξει ότι μπορούν να γίνουν πραγματικά πανεπιστήμια (όπως π.χ. συμβαίνει σε ορισμένα από τα Ελληνικά ΤΕΙ)».