Από κάπου ακούστηκε ένα μουσικό κομμάτι του Σοστακόβιτς, που ταίριαζε τόσο πολύ με τα λόγια του Μπέικον, ώστε δεν ξέρεις αν πρέπει να λυπηθείς που δε συναντήθηκαν ποτέ οι δυο τους.
Αυτό συμβαίνει συχνά μέσα στα όρια της Ιστορίας: Πρόσφατα οι ιστορικοί ανακάλυψαν ότι την εποχή που ο Αρθούρος Ρεμπώ διάβαζε στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Λονδίνου, ο Κάρολος Μαρξ μελετούσε απέναντί του...
Ενας από τους βιογράφους του παρατήρησε κάποτε πως στον Σοστακόβιτς δεν άρεσε να μιλά για τον εαυτό του ή για τα έργα του, γιατί θεωρούσε ότι τα πάντα είχαν ήδη ειπωθεί στη μουσική του. Γι' αυτό ίσως κι ο ίδιος μιλάει περισσότερο για τις αγάπες του παρά για τον εαυτό του: «Αγαπώ πολύ τον Τσέχοφ. Διαβάζω και ξαναδιαβάζω όχι μόνο τα διηγήματα και τα θεατρικά του, αλλά και τις σημειώσεις και τα γράμματά του. Αν ήμουν υποχρεωμένος να γράψω μια διατριβή για κάποιον συγγραφέα, θα διάλεγα τον Τσέχοφ. (...) Ποιοι είναι οι πιο αξιόλογοι συνθέτες και ποια τα καλύτερα έργα σοβαρής μουσικής: Αυτές οι ερωτήσεις με προβληματίζουν πάντοτε. Κάποτε με είχε ρωτήσει ένας Γάλλος δημοσιογράφος: Αν ήταν να πάτε σ' ένα ερημονήσι και μπορούσατε να πάρετε μαζί σας ένα πικάπ και έξι μονάχα δίσκους, ποιους θα διαλέγατε; Δεν μπόρεσα να του απαντήσω. Η μουσική έχει μεγάλη ποικιλία, αντανακλά, κάθε φορά, διαφορετικές σκέψεις και συναισθήματα. Ο Μούσοργκσκι διαφέρει εντελώς από τον Σοπέν, το ίδιο και ο Κόρσακοφ από τον Μπετόβεν. Αλλά εκτιμούμε και τον ηρωικό στωικισμό του Μπετόβεν και τη δύναμη του Μούσοργκσκι και τις λυσίπονες ανάλαφρες μπαλάντες και πολωνέζες του Σοπέν».
Η φωτογραφία αρχίζει να βγάζει μουσική. Είναι η Εβδομη συμφωνία του Σοστακόβιτς, στην πρώτη παγκόσμια, στην αίθουσα του Οίκου των Συνδικάτων της Μόσχας, με την Ορχήστρα του Θεάτρου Μπολσόι και της Ραδιοφωνίας. Είμαστε στα 1942. Ακριβώς όπως σήμερα.