Σε μια πολυκατοικία, που τη λένε «Σιωπηλό σπίτι», μένει ο ήρωας του έργου, μόνος του, αφότου άφησε την πολύ νεότερη γυναίκα του, επειδή τη στιγμή του γάμου τους, της είχε πει πως όταν η ηλικία του θα γινόταν βάρος για τη σχέση τους θα της έδινε την ελευθερία της. Τη γυναίκα που άφησε την έλεγαν Γκέρντα, που στα αρχαία σκανδιναβικά σημαίνει καταφύγιο. Αυτό που δεν κατάφερε να βρει ποτέ της και περιπλανώμενη αναζητεί. Ο κύριος του σπιτιού και η σύζυγός του, έμεναν στο σιωπηλό σπίτι πριν χωρίσουν. Εχουν περάσει πέντε χρόνια και η Γκέρντα επιστρέφει στην πολυκατοικία με το παιδί και το νέο της σύζυγο. Ερχεται να ανακόψει την πορεία του Κυρίου «εν ειρήνη», απελπισμένη και βουτηγμένη μέσα στη «φασαρία» των ενοχών της και της συνείδησής της. Ο Κύριος και η Γκέρντα θα βρεθούν για μια τελευταία φορά σ' αυτό το σιωπηλό σπίτι που μαζί έχτισαν πριν από χρόνια για να γίνουν οι αστραπές καταιγίδα και να επέλθει η γαλήνη.