ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Τρίτη 13 Φλεβάρη 2001
«Ρόουζ» στο «Ιλίσια-Βολανάκης»

Σκηνή από «Το Σκλαβί»
Γέννημα δυνατής θεατρικής παιδείας, τάλαντο καλλιεργημένο με την κλασική και τη μεγάλη σύγχρονη δραματουργία και με άριστη τεχνική «σκευή» λόγου, η Αντιγόνη Βαλάκου, με την έξοχη, συνταρακτικά δραματική και ταυτόχρονα χιουμοριστικά αέρινη, ρεσιταλική ερμηνεία της στο μονολογικό έργο του Μάρτιν Σέρμαν «Ρόουζ» προσφέρει ένα υψηλότατο «μάθημα» ηθοποιίας και μια μοναδική ψυχο-αισθητική απόλαυση. Μάθημα και απόλαυση, με καθοριστική την αισθαντική, διακριτική σκηνοθετική καθοδήγηση του Κοραή Δαμάτη και με γόνιμους συντελεστές τη μετάφραση (Μαρία και Μιμή Ντενίση), το σκηνικό (Δέσποινα Βολίδη), τη μουσική επιμέλεια (Ιάκωβος Δρόσος), τους φωτισμούς (Ελευθερία Ντεκώ).

Το άπαν, όμως, είναι η Αντιγόνη Βαλάκου. Η μορφή της, η μουσική του λόγου της και οι λέξεις των σιωπών της, το πλούσιο δραματικό συναίσθημά της και η ελαφράδα του χιούμορ της, το δάκρυ της και το χαμόγελό της, με τα οποία «προικίζει» το ρόλο της, προσφέροντάς του «σάρκα και οστά». Η Α. Βαλάκου, μόνη επί σκηνής, μιάμιση σχεδόν ώρα, καθιστά ένα αξιόλογο, πάντως μη θεατρικό κείμενο- πρόκειται για αυτοβιογραφικό μονόλογο του μοναδικού προσώπου του αφηγήματος, μιας ηλικιωμένης Εβραίας, της Ρόουζ- σε θέατρο πλήρες. Σε ψυχογραφικά υπαρξιακό και ιστορικο-κοινωνικό δράμα. Το καθιστά δράμα απολογισμού της ζωής, μπροστά στο επερχόμενο τέλος. Απολογισμός που γελά και κλαίει με τα καλά και τα κακά του ανθρώπου και της κοινωνίας. Τα λογικά και τα παράλογα, τις χαρές και τις οδύνες τους. Που μέσω της προσωπικής πορείας της Ρόουζ, διεκτραγωδεί τους αλλεπάλληλους ξεριζωμούς αμέτρητων Εβραίων στη διάρκεια του 20ού αιώνα από τη γενέθλια γη τους. Επικρίνει τον - αποκομμένο από τις πατροπαράδοτες αξίες της φυλής- τρόπο ζωής τους στις νέες «πατρίδες». Πικραίνεται για το εκτραχηλισμένο «όνειρο» χιλιάδων Εβραίων να πάνε στην πατρογονική γη τους και να ζήσουν σε κιμπούτς με τους αδελφούς τους Παλαιστίνιους. Καταγγέλλει το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ, όπου ζει ο μοναχογιός της, για τον ξεριζωμό και τη γενοκτονία των Παλαιστινίων. Και αποτίει, όχι θρησκόληπτη, αλλά βαθιά ανθρώπινη μνημόσυνη «δέηση» για τα δολοφονημένα παιδιά των Παλαιστινίων από σιωνιστές. Ακριβώς, όπως οι ναζί σκότωσαν το κοριτσάκι που γέννησε η Ουκρανή Ρόουζ στην Πολωνία, με τον πρώτο της άντρα, πριν τον χάσει και η ίδια βρεθεί σε στρατόπεδο στη Γερμανία, απ' όπου μεταπολεμικά, παντρεμένη με αμερικανό μεταναστεύει στις ΗΠΑ.

«Το Σκλαβί» στη «Μικρή Πόρτα»

Η Αντιγόνη Βαλάκου
Το σημερινό θέατρο για παιδιά, γενικότερα το σημερινό μας θέατρο, οφείλει μέγιστες χάρες στην Ξένια Καλογεροπούλου. Η ενασχόληση της Ξ. Καλογεροπούλου με το θέατρο για παιδιά λειτούργησε σαν «άνεμος», που έδιωξε μακριά τα «νέφη» της αμορφωσιάς, της άνοιας, της στρέβλωσης, της κακογουστιάς εκείνου του εξαμβλώματος που λεγόταν «Παιδικό Θέατρο», από διάφορους επιτήδειους. Η δουλιά της Καλογεροπούλου είχε και έχει όραμα για το παιδί, για την τέχνη του θεάτρου και τους ανθρώπους του. Εφερε και φέρει πάντα το αίτημα για μια ανώτατης βαθμίδας γνωσιακή, ψυχική, διανοητική, αισθητική καλλιέργεια του παιδιού. Και τέτοια καλλιέργεια επιτυγχάνεται μόνο με αγνές καλλιτεχνικές προθέσεις, μόνο με υψηλής ποιότητας καλλιτεχνικά «υλικά». Με αυτά ξεκίνησε και με αυτά, αδιαλείπτως, προχωρά η - ουσιαστικά παιδαγωγική - προσφορά της Καλογεροπούλου, η οποία συνεχίζει να επιλέγει και να αναδεικνύει νέους ταλαντούχους καλλιτέχνες, να διαμορφώνει νέο θεατρόφιλο κοινό, με καλλιεργημένα αισθητικά κριτήρια και να «προκαλεί» σε ποιοτική άμιλλα τις παιδικές σκηνές. Η σπουδαία δουλιά της Ξ. Καλογεροπούλου εμπλουτίστηκε με ένα ακόμη εξαίρετο θεματολογικά και μορφολογικά θεατρικό έργο της, «Το Σκλαβί», αντλημένο από ένα λαϊκό παραμύθι της Σύμης. Το έργο της Καλογεροπούλου, ανασυνθέτοντας το παραμύθι, με προφανείς παιδαγωγικούς σκοπούς, υμνεί τη θεματολογική ομορφιά, τη μυθοπλαστική έμπνευση, αλλά κυρίως υπογραμμίζει εκείνο που διά της φαντασίας κρύβουν οι μύθοι και τα παραμύθια. Δηλαδή, τη σχέση τους με την πραγματικότητα, την άντλησή τους από τη ζωή, το αλληγορικό κοινωνικό τους υπόβαθρο. Ερωτικό σε πρώτη ανάγνωση το θέμα του έργου της, καταδεικνύει το γεγονός ότι όπου υπάρχουν ταξικοί διαχωρισμοί ακόμα και ο έρωτας υπόκειται σ' αυτούς. Η συγγραφέας με γοητευτική, ποιητική απλότητα «πλέκει» έτσι το μύθο της ώστε, με αφήγηση και διαλογικά μέρη να «τραγουδά» αφηγηματικά και δραματουργικά για την αδελφική αγάπη, την ανθρωπιά, την τιμιότητα, τη γενναιότητα, την ευφυία, την αυτοθυσία- αξίες που διακρίνουν τους λαϊκούς ανθρώπους και να σαρκάζει τον αντίποδά τους. Τη σκληρότητα, την εγωπάθεια, την έπαρση, τη βλακεία, τη δειλία των εξουσιαστών. Κεντρικοί «ήρωές» της είναι ένας βασιλιάς, το Σκλαβί - ο νόθος γιος του βασιλιά και η σκλάβα που τον γέννησε, ο δεύτερος γιος και διάδοχός του, μια βασιλοπούλα την οποία ερωτεύεται το βασιλόπουλο, αλλά εκείνη παρότι ερωτεύεται το Σκλαβί, ο οποίος διακινδυνεύοντας την έκλεψε για να την πάει νύφη στο βασιλόπουλο, παντρεύεται τον ισχυρό και ταξικά ανάλογό της, το βασιλόπουλο.

Υπηρετική της ομορφιάς, της αφηγηματικής και διαλογικής δομής του έργου είναι η ευφάνταστη σε ευρήματα, ρέουσα σαν παραμύθι, σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου, στηριγμένη στη συνθετική ευαισθησία του Νίκου Κυπουργού, στη στιχουργική εμβέλεια της Λίνας Νικολακοπούλου, στα λιτά και λειτουργικά σκηνικά και τα πολύχρωμα κοστούμια της Ελλης Παπαγεωργακοπούλου, στην εκφραστική κίνηση της Ελένης Γκασούκα, στους παραμυθικής ατμόσφαιρας φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου και στο πολύ καλό ερμηνευτικό σύνολο. Ιδιαίτερης αναφοράς αξίζουν η γλυκύτατη ερμηνεία της Ανθής Ανδρεοπούλου, η χιουμοριστική του Κώστα Μπερικόπουλου, η απλότητα και θέρμη του Πέτρου Λαγούτη (Σκλαβί), η χάρη της Γωγώς Μπρέμου, η εκφραστικότητα του Μιχάλη Ελληνα και του Παναγιώτη Μπουγιούρη, η κωμικότητα του Σωκράτη Πατσίκα.


ΘΥΜΕΛΗ