Η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού δεν σηματοδοτεί κάποιο φαινόμενο τοπικής παρέκκλισης ή μια ψυχωτικού τύπου, μαζική «συναισθηματική υπερχείλιση» - όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Θ. Παπαρήγα, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ουσιαστικό βοήθημα στην κατανόηση της ιστορικής στροφής και της επικράτησης του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία στις αρχές της δεκαετίας του '30 και στο υφιστάμενο κείμενο. Ο ναζισμός εν προκειμένω είναι φαινόμενο άρρηκτα συνδεδεμένο με την εξέλιξη του ιμπεριαλισμού και την πορεία του προς τον πόλεμο και φέρει μέσα του τις δύο ομάδες αντιθέσεων, εκείνες ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά και τις αντιθέσεις κεφαλαίου - εργασίας. Αυτή η διαπίστωση καθιστά και σήμερα το θέμα επίκαιρο, η οποία κατ' επέκταση, επικαιροποιεί και την κλασική ταινία του Τσάπλιν, την οποία το κοινό πρέπει να δει και να ξαναδεί. Γιατί και η συγκεκριμένη ταινία λειτούργησε σωρευτικά στη διαμόρφωση ενός πολιτικά έντιμου πορτρέτου του δημιουργού, ιδιότητα, που την εποχή του μακαρθισμού και της «μαύρης λίστας» συνεπάγεται κομμουνιστική προδοσία. Το 1952, στο απόγειο του «ψυχρού πολέμου» ο Τσάπλιν πέφτει σε δυσμένεια λόγω αριστερών φρονημάτων. Την απόφαση αυτή πληροφορείται, ενώ ταξιδεύει προς το Λονδίνο και αποφασίζει να μην επιστρέψει ξανά στην Αμερική και να εγκατασταθεί οριστικά σε ευρωπαϊκό έδαφος, στην πόλη Βεβέ της Ελβετίας. Ο «ψυχρός πόλεμος» έρχεται σαν επακόλουθο της παλαιάς θέσης που λέει «η ΕΣΣΔ πρέπει να σβήσει από προσώπου Γης», θέση με την οποία, ήδη από τη δεκαετία του '20, είναι σύμφωνοι τόσο οι Αμερικανοί μεγαλοβιομήχανοι όσο και οι Γερμανοί ομόλογοί τους. Αυτή η θέση συνιστά μια κύρια διάσταση και εξηγεί το ενδιαφέρον της μεγαλοαστικής τάξης των ΗΠΑ από την έναρξη της σταδιοδρομίας του ναζισμού, αλλά και την ηρεμία, με την οποία αντιμετωπίζει την άνοδό του, μια που διέβλεπε σε αυτόν τον εξολοθρευτή του επαναστατικού κινήματος. Χαρακτηριστικά, στις 30.1.1933, εφημερίδα του Αμερικανού μεγιστάνα του τύπου Ουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ, αναφέρεται στη δημιουργία της πρώτης ναζιστικής κυβέρνησης με τα εξής λόγια: «Οι κόκκινοι εξαφανίστηκαν ταχυδακτυλουργικά από τους δρόμους μέσα σε 24 ώρες». Ο ίδιος ο Χίτλερ επιβεβαιώνει τις προθέσεις με το παραπάνω, μέσα από ένα χειμαρρώδες αντισοβιετικό παραλήρημά του, ήδη το 1935, στο ετήσιο Συνέδριο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Η άλλη, εξίσου σημαντική, διάσταση που επεξηγεί τη συμπάθεια των υπερατλαντικών μονοπωλιακών κύκλων της εποχής προς το ναζισμό ήταν φύσης οικονομικής. Μετά το κραχ του '29, στη Γερμανία συρρέουν πλήθος αμερικανικών επενδυτικών κεφαλαίων που θεωρούν την οικονομική πολιτική της ναζιστικής κυβέρνησης «ατμομηχανή οικονομικής ανάκαμψης». Ακόμα, η μη ενιαία πολιτική των μονοπωλίων στιγματίζει ολόκληρη την προπολεμική περίοδο, με προσπάθειες εγκαθίδρυσης δικτατοριών φασιστικού τύπου...
Λέγεται ότι ο Τσάπλιν άρχισε να συνειδητοποιεί ότι θα μπορούσε να κάνει χρήση της ιδιότητας της ομοιότητας για να «επιτεθεί» στη ναζιστική πολιτική του Χίτλερ, όταν ο στενός του φίλος, σκηνοθέτης και παραγωγός Αλεξάντερ Κόρντα, παρατήρησε ότι η κινηματογραφική περσόνα του Σαρλό, ο «αλήτης», θύμιζε πολύ τον Χίτλερ, ιδιαίτερα στο μουστάκι...
Ο Τσάπλιν στην κινηματογραφική του μυθοπλασία ερμηνεύει διπλό ρόλο. Τον Αντενόιντ Χίνκελ, τον δεσποτικό ηγεμόνα της Τομανίας - σάτιρα του Χίτλερ μέσα από τη ρητορική και τον μανιερισμό του - και έναν ντροπαλό Εβραίο κουρέα με αμνησία, που επιστρέφει στην πατρίδα του από τα χαρακώματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μετά από είκοσι χρόνων παραμονή σε νοσοκομείο βετεράνων. Στην πατρίδα Τομανία, όμως, όλα έχουν αλλάξει καθώς ο δικτάτορας Χίνκελ - ολόιδιος ο Εβραίος κουρέας - βάζει πλώρη να κατακτήσει στρατιωτικά όλο τον κόσμο, έχοντας ήδη ξεκινήσει αντισημιτικά πογκρόμ. Η εκπληκτική ομοιότητα του κουρέα με τον δικτάτορα θα γίνει η αιτία τρομερών παρεξηγήσεων. Η σεκάνς που ο Τσάπλιν χορεύει μπαλέτο με την υδρόγειο συνιστά από τις σημαντικότερες σκηνές της ιστορίας του κινηματογράφου, ενώ η καταληκτική ομιλία μνημονεύεται για το ανθρωπιστικό της μήνυμα.
Η γενναία και αμφιλεγόμενη αυτή ταινία του Τσάπλιν που έχει a priori γραμμένο σενάριο είναι η πρώτη του εξ ολοκλήρου ομιλούσα και πραγματοποιείται 10 ολόκληρα χρόνια μετά την εισαγωγή του ήχου στον κινηματογράφο. Ο ήχος, ιδιαίτερα η ομιλία, οι μονόλογοι αλλά και μορφές εκτενέστερων διαλόγων μπορεί να επιδεικνύουν στο κοινό «νεόκτητες» ικανότητες του πρωταγωνιστή, ταυτόχρονα όμως μειώνουν ελαφρώς τη γοητεία της βωβής κωμωδίας του Τσάπλιν. Το «βωβό» των προγενέστερων ταινιών έκανε τον «αλήτη» παιδιάστικο και κατά τι ναΐφ, καθιστώντας τον ιδιαίτερα αγαπητό όταν θύμωνε, εξαγριωνόταν, εκπλησσόταν ή χαιρόταν...
Στις 15 Οκτωβρίου 1940 έγινε η πρεμιέρα της ταινίας, της ισχυρής - λόγω της παιδικότητάς της - σάτιρας Ευρωπαίων δικτατόρων της εποχής που ήταν πολλοί, πάρα πολλοί. Ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι απαγόρευσαν την προβολή της. Στην Ισπανία, η ταινία πρωτοπροβλήθηκε μόνο μετά το θάνατο του Φράνκο το 1975! Παρά το μποϊκοτάζ, το φιλμ προβλήθηκε σε γερμανικό ακροατήριο, κάπου στα κατεχόμενα Βαλκάνια μία και μοναδική φορά. Μέλη αντιστασιακής οργάνωσης, αντικατέστησαν την κόπια μιας κωμωδίας που πρόβαλε στρατιωτικό σινεμά με μια κόπια της ταινίας «Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΙΚΤΑΤΩΡ» που εισήγαγαν από την Ελλάδα κι έτσι μια ομάδα Γερμανών στρατιωτών είχε την ευκαιρία να δει την ταινία...
Παραγωγή: ΗΠΑ (1940)