Eurokinissi |
Οι αρχαιολόγοι σημειώνουν, μεταξύ άλλων, ότι «στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς οποιαδήποτε νέα μείωση προσωπικού θα σημάνει: Περαιτέρω κινδύνους για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, της κοινής περιουσίας του ελληνικού λαού. Παροπλισμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, που μέσα από τα έργα της, τις δράσεις πολιτισμού και την επιστημονική προσφορά της συμβάλλει σε μία διαφορετική ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Καθυστερήσεις στην υλοποίηση των εκατοντάδων ενταγμένων στο ΕΣΠΑ έργων πολιτισμού και στην απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, που - σύμφωνα πάντα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες - αποτελεί στόχο πρώτης προτεραιότητας. Καθυστερήσεις στην εξυπηρέτηση των πολιτών από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Ηδη σήμερα πολλοί (πρώην) νομοί εξυπηρετούνται από έναν ή δύο αρχαιολόγους, ενώ οι συνάδελφοι σε όλη την Ελλάδα έχουν υπερβάλει εαυτόν για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στο δύσκολο και πολυσύνθετο έργο που επιτελούν».
Θεωρούν επίσης ότι «είναι άνευ αντικειμένου κάθε συζήτηση για περαιτέρω μείωση του προσωπικού στον τομέα του πολιτισμού, το οποίο με τις εφεδρείες και τις συνταξιοδοτήσεις των τελευταίων ετών έχει ήδη μειωθεί δραματικά» και ότι η λογική του «λιγότερου κράτους» σημαίνει «υποβάθμιση κάθε κοινωνικού αγαθού (Παιδείας, Υγείας, Πολιτισμού)».
«Είναι αναγκαίο», συνεχίζουν οι αρχαιολόγοι, «να υπάρξει επιτέλους ο στοιχειώδης σεβασμός σε εργαζόμενους επιστήμονες, που προσπαθούν μέσα σε αντίξοες συνθήκες σε όλη τη χώρα να επιτελέσουν το έργο τους, χωρίς κονδύλια και μέσα, με μισθούς πείνας, με την καθημερινή απειλή των συγχωνεύσεων, της "εφεδρείας" και των απολύσεων να διαλύει κάθε όραμα κοινωνικής προσφοράς. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων αντιτάσσεται στις εξαγγελίες της κυβέρνησης για νέες περικοπές μισθών, συντάξεων και εφάπαξ καθώς και νέο γύρο "εφεδρείας" και καλεί τα μέλη του να αντιδράσουν δυναμικά σε κάθε προσπάθεια επιβολής οποιασδήποτε τέτοιας ρύθμισης».
Να σημειωθεί ότι τα «πάγια» προβλήματα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, όπως οι μεγάλες ή μικρότερες καθυστερήσεις στους μισθούς, η εντατικοποίηση λόγω έλλειψης προσωπικού, η εργασιακή ομηρία και η απαξίωση γενικά της αναντικατάστατης προσφοράς των εργαζομένων της όλων των ειδικοτήτων, συνοδεύτηκαν, εδώ και περίπου ένα χρόνο, από ένα αντιδραστικό νομοθετικό «τσουνάμι» που ουσιαστικά θέτει τις κρατικές δομές προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς σε ιδιωτικοοικονομική λειτουργία.
Θυμίζουμε το νόμο για τη «βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος», που δίνει καίριο χτύπημα στο σωστικό ανασκαφικό έργο στα μεγάλα ιδιωτικά έργα, αφού δίνεται το δικαίωμα της πρόσληψης του επιστημονικού προσωπικού στον ιδιώτη. Το - προς το παρόν «παγωμένο» - σχέδιο του νέου οργανογράμματος του ΥΠΠΟΤ, που προσαρμόζει τη δομή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του ερευνητικού έργου στο αντιδραστικό πλαίσιο του «Καλλικράτη», με παράλληλο χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων μέσω των συγχωνεύσεων υπηρεσιών οι οποίες θα οδηγήσουν και σε απολύσεις κ.ά.
Τα παραπάνω «συνοδεύτηκαν» από νέο «τσεκούρωμα» στην κρατική δαπάνη στον πολιτισμό με την τροποποιημένη κατανομή των πιστώσεων του κρατικού προϋπολογισμού τον περασμένο Μάρτη, με τη μείωση σε ανασκαφές, συντήρηση και ασφάλεια αρχαιολογικών χώρων και μουσείων να φτάνει σχεδόν τα 15 εκατ. ευρώ, σε έναν έτσι κι αλλιώς διαχρονικά άθλιο προϋπολογισμό για τον πολιτισμό.