Θεματικός «πυρήνας» αυτού του - ρεαλιστικού σε πρώτη ανάγνωση, αλληγορικού σε δεύτερη - μυθιστορήματος, η μακραίωνη παράδοση της βεντέτας στην Κρήτη. Χρόνος του, το σήμερα, με συχνά φλας - μπακ, που φθάνουν μέχρι και την έναρξη μιας οικογενειακής, μεταξύ συγγενών, βεντέτας τον τελευταίο χρόνο του Εμφυλίου, το 1949. Επίκεντρο της πλοκής του, τα Σφακιά και - διόλου τυχαία - «φυγόκεντρά» του μια πόλη των ΗΠΑ και οι Βρυξέλλες. Πρωταγωνιστικά πρόσωπα, δύο πρώτα και συνονόματα ξαδέλφια. Ο ένας είναι ο ψηλός, ο «Αμερικάνος» Κυριάκος Ρουσιάς, διακεκριμένος επιστήμονας στην Αμερική, όπου δεκαπεντάχρονο - για να γλιτώσει από τη συνέχεια της βεντέτας - τον «φυγάδευσε» ο πατέρας του, ο οποίος έσφαξε τον έφηβο ανιψιό του Σήφη. Ο άλλος είναι ο «κοντός», φτωχός, βασανισμένος Κυριάκος Ρουσιάς, δίδυμος αδελφός του σφαγμένου Σήφη, που ζει στα Σφακιά, παντρεμένος με την πρώτη αγάπη του «Αμερικάνου». Ο δεύτερος παραμένει στις «ρίζες» του. Ο πρώτος, ακούσια εξορισμένος από αυτές, επισκέπτεται τη γενέτειρά του. Τα ξαδέλφια, παρότι «χρεωμένοι» να συνεχίσουν τον παράλογο κύκλο του αίματος, με τη (συνταρακτικά γραμμένη) συνάντησή τους στην ψηλότερη βουνοκορφή των Σφακιών, στην «Παναγιά των Αιγών», κλείνουν το οικογενειακό δράμα αναίμακτα. Αλληλολυτρώνονται με ανθρωπιά. Των συγγενών τα «οστά που απομένουν στο χώμα» θα «είναι ένα ενθύμιο», στο «κομπιούτερ της ψυχής» τους, από το παρελθόν μιας πατρίδας που ολοταχώς μεταλλάσσεται...