Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό «Nature», προσκρούσεις αστεροειδών που μπορεί να προκαλέσουν καταστροφές είναι πιθανό να συμβαίνουν με συχνότητα περίπου μία φορά στα 30 χρόνια, δηλαδή δέκα φορές συχνότερα απ' ό,τι εκτιμούσαν οι επιστήμονες. Η διαφοροποίηση από τις προηγούμενες εκτιμήσεις οφείλεται στο ότι ως τώρα η έρευνα επικεντρωνόταν σε αστεροειδείς διαμέτρου άνω των 100 μέτρων, ικανών να προκαλέσουν καταστροφές ηπειρωτικού ή και πλανητικού επιπέδου. Σε αντιδιαστολή, η νέα μελέτη συμπεριλαμβάνει και τον κίνδυνο από διαστημικούς βράχους που έχουν διάμετρο μερικές δεκάδες μέτρα, όπως αυτός του Τσελιαμπίνσκ.
Οι επιστήμονες αναπτύσσουν όλο και καλύτερα εργαλεία για τον εντοπισμό των αστεροειδών που η τροχιά τους τους φέρνει κοντά στη Γη. Κάποια στιγμή θα ανακαλυφθεί κάποιος που θα έχει πραγματικά πορεία σύγκρουσης με τη Γη. Μια τέτοια σύγκρουση δεν θα έχει πλανητικές επιπτώσεις, όπως στα διάφορα χολιγουντιανά σενάρια που σκορπάνε αδικαιολόγητο φόβο. Τουλάχιστον στους ιστορικούς χρόνους δεν έχει καταγραφεί κάποια καταστροφή μεγαλύτερη από της Τουνγκούσκα. Πιθανότατα θα είναι μια σύγκρουση ικανή να ισοπεδώσει μια γειτονιά ή μια πόλη, εφόσον συμβεί σε αστική περιοχή. Αν και η ζώνη πρόσκρουσης (μήκους εκατοντάδων χιλιομέτρων) θα είναι γνωστή αρκετά πριν ο αστεροειδής μπει στην ατμόσφαιρα, το ακριβές σημείο όπου θα πέσει δεν μπορεί να προσδιοριστεί παρά ελάχιστο χρόνο πριν το χρόνο μηδέν.
Η NASA, η αμερικανική διαστημική υπηρεσία, έχει δύο μεγάλα προγράμματα γύρω από τους αστεροειδείς. Ενα απ' αυτά είναι το OSIRIS-REx (ανάδοχος η «Λόκχιντ»), μέρος του ευρύτερου προγράμματος «Νέα Σύνορα». Η διαστημοσυσκευή της αποστολής προγραμματίζεται να εκτοξευτεί το τελευταίο τρίμηνο του 2016 με προορισμό τον διαμέτρου 520 μέτρων (και αποτελούμενο από ασβεστολιθικά πετρώματα πλούσια σε φυσικές οργανικές ενώσεις) αστεροειδή Μπενού, να φτάσει σε αυτόν το 2018 και να επιστρέψει στη Γη το 2023 μεταφέροντας ένα δείγμα 60 γραμμαρίων από το επιφανειακό υλικό του. Στόχος της αποστολής είναι η βαθύτερη κατανόηση της διαδικασίας σχηματισμού των πλανητών και της εμφάνισης ζωής στη Γη, αλλά και των πιθανοτήτων και συνεπειών σύγκρουσης αστεροειδών με τη Γη. Η χημική ανάλυση του δείγματος θα αποκαλύψει πολλά σε σχέση με το βάσιμο ή μη της μεταφοράς προβιοτικών υλικών στη Γη από τους διαστημικούς βράχους που τη βομβάρδιζαν το πρώτο διάστημα μετά το σχηματισμό της. Η αποστολή, κόστους 800 εκατομμυρίων δολαρίων, θα προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για τα προβλήματα προσέγγισης μιας διαστημοσυσκευής σε αστεροειδή και αλληλεπίδρασης μ' αυτόν, καθώς οι περισσότεροι αστεροειδείς εκτός από την περιφορά γύρω από τον Ηλιο εκτελούν και περιστροφή γύρω από τον άξονά τους και απαιτούνται πολύπλοκες μανούβρες για την προσεδάφιση. Οι τεχνικές που θα δοκιμαστούν θα είναι απαραίτητες σε όποια ενδεχόμενη μελλοντική αποστολή για να τροποποιηθεί ελαφρά η τροχιά κάποιου επικίνδυνου αστεροειδούς.
Το OSIRIS-REx θα συλλέξει πληροφορίες και για την εσωτερική δομή, τη γεωλογία της επιφάνειας και το βαρυτικό πεδίο του αστεροειδούς, που θα δείξουν αν πρόκειται για συμπαγές αντικείμενο ή συσσωμάτωμα μικρότερων βράχων. Επιπλέον, θα μετρήσει την ένταση του φαινομένου Γιαρκόφσκι, όπως ονομάζεται η επίπτωση της θερμικής ακτινοβολίας από τον Ηλιο στην κίνησή του. Το φως του Ηλιου θερμαίνει την επιφάνεια αυτών των παγωμένων σωμάτων και η ακτινοβόληση στο Διάστημα αυτής της θερμότητας (με τη μορφή υπέρυθρων ακτίνων) προκαλεί μια ανεπαίσθητη ώθηση. Ανάλογα με την περιστροφή του αστεροειδούς, αυτή η ώθηση μπορεί να μεταβάλλει την τροχιά του, απομακρύνοντάς τον από τον Ηλιο, ή φέρνοντάς τον πιο κοντά. Η ώθηση από τη θερμική ακτινοβολία είναι ο σημαντικότερος παράγοντας αβεβαιότητας σε σχέση με το αν σε βάθος χρόνου ένας κοντινός αστεροειδής πρόκειται να συγκρουστεί με τη Γη ή όχι.
Ενα δεύτερο, πιο μεγαλεπήβολο πρόγραμμα της NASA για τη μελέτη αστεροειδών είναι αυτό που προωθήθηκε με προεδρική βούλα, καθώς ανακοινώθηκε από τον ίδιο τον Μπ. Ομπάμα. Πρόκειται για την Αποστολή Ανακατεύθυνσης Αστεροειδούς, που προβλέπει την εκτόξευση αυτόματης διαστημοσυσκευής, που θα προσεγγίσει κατάλληλο αστεροειδή (διαμέτρου μερικών μέτρων, παρόμοιας με τη γήινη τροχιάς και αργής περιστροφής), θα τον εγκλωβίσει σε ένα μεγάλο σάκο και θα τον μεταφέρει σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη. Για το σκοπό αυτό η διαστημοσυσκευή θα διαθέτει υπεραποδοτικό κινητήρα ιόντων τροφοδοτούμενο με ηλιακή ενέργεια. Στη συνέχεια, δύο αστροναύτες, με τη βοήθεια του σχεδιαζόμενου νέου διαστημοπλοίου «Ωρίων», θα προσεγγίσουν τον αστεροειδή, θα τον εξετάσουν κυριολεκτικά από κοντά και θα επιστρέψουν στη Γη με δείγματα μάζας αρκετών κιλών από το υλικό που βρίσκεται στην επιφάνειά του και λίγο βαθύτερα.
Το πρόγραμμα αυτό, κόστους 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, συναντά προς το παρόν αντιρρήσεις από το αμερικανικό Κογκρέσο, επειδή έχει ακόμα πιο έντονα χαρακτηριστικά αποστολής προετοιμασίας για απομάκρυνση αστεροειδούς από τροχιά σύγκρουσης με τη Γη. Η έγκρισή του ίσως καθυστερήσει ή ματαιώσει το OSIRIS-REx. Αντιμετωπίζει, όμως, και μεγάλα εμπόδια επιστημονικού χαρακτήρα. Η εξεύρεση κατάλληλου αστεροειδούς δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Για να βρεθεί αστεροειδής με διάμετρο μικρότερη των 10 μέτρων, που δεν περιστρέφεται γρήγορα γύρω από τον άξονά του και ακολουθεί τροχιά πολύ όμοια με της Γης, για να είναι εύκολη η τροποποίησή της, ώστε να βρεθεί σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη, χρειάζεται πολύ πιο ενδελεχής έρευνα των μικρών και κοντινών στη Γη αστεροειδών από αυτή που έχει πραγματοποιηθεί ως τώρα. Και η μεταφορά ενός αντικειμένου τέτοιου μεγέθους με διαστημική «μαούνα» είναι κάτι που δεν έχει ξαναδοκιμαστεί. Το ίδιο και το υπό κατασκευή διαστημόπλοιο «Ωρίων».