ΑΝΝΑ ΨΑΡΟΥΔΑ - ΜΠΕΝΑΚΗ
Πάνω απ' όλα χρειάζεται πολιτική βούληση
Τετάρτη 19 Γενάρη 2000

Ανεβαίνοντας στο βήμα της Ημερίδας, η βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός Αννα Ψαρούδα - Μπενάκη σημείωσε τα παρακάτω:

«Κατ' αρχήν, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το ΚΚΕ για την πρόσκληση να παραστώ - και η Νέα Δημοκρατία επίσης - σ' αυτήν την ημερίδα, και θα ήθελα επίσης να συγχαρώ θερμά το Κομμουνιστικό Κόμμα για τη διοργάνωση της ημερίδας με αυτό το θέμα. Τουλάχιστον από την εμπειρία που έχω μέχρι σήμερα είναι μια από τις λίγες, αν δεν είναι - κατά τη δική μου γνώση - η μοναδική, που συγκαλείται και έχει ως αποκλειστικό αντικείμενο την τρομοκρατία. Και αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό και οφείλω πράγματι να εκφράσω τα συγχαρητήριά μου.

Οσα ακούστηκαν μέχρι στιγμής, κυρίες και κύριοι, ιδίως από τους βασικούς ομιλητές του Κομμουνιστικού Κόμματος, δε με βρίσκουν ασφαλώς σύμφωνη, δε βρίσκουν και τη Νέα Δημοκρατία σύμφωνη, αλλά οφείλω τούτο να διαπιστώσω: Οτι έχουμε απόλυτη σύμπτωση σε μια βασική τοποθέτηση. Οτι αποκρούουμε την υποκρισία και θα έλεγα τον ταρτουφισμό, που, στο όνομα της πάταξης της τρομοκρατίας, προσπαθεί να δικαιολογήσει είτε πολεμικές επεμβάσεις είτε επεμβάσεις στα εσωτερικά των κρατών, προκειμένου να θέσει υπό τον έλεγχο ή την καθοδήγηση τις εσωτερικές εξελίξεις. Αποκρούουμε αυτές τις πιθανές δυνατότητες και φυσικά συμπαρατασσόμαστε σε κάθε προσπάθεια που τείνει να τις αποτρέψει.


Επίσης, συμμεριζόμαστε απολύτως την αγωνία για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων από τις προσβολές που υφίστανται από κάθε κατεύθυνση. Είτε από την τρομοκρατία την ίδια και τις τρομοκρατικές οργανώσεις, είτε και από εκείνους που βρίσκονται ενδεχομένως πίσω από την τρομοκρατία και τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει τίποτα σε αυτόν τον κόσμο και σε αυτή τη ζωή.

Ενα μόνο είναι δεδομένο. Οτι τρομοκρατία υπάρχει, τρομοκρατικές επεμβάσεις γίνονται, και, δυστυχώς, η Ελλάδα -και το λέω δυστυχώς - είναι η μόνη και η τελευταία χώρα στην οποία εξακολουθεί να εμφανίζεται με ενεργό δράση η τρομοκρατία, μάλιστα η ειδική τρομοκρατία ιδεολογικού τύπου, που έπληξε την Ευρώπη τις προηγούμενες δεκαετίες. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει πάρα πολύ σοβαρά σε όποια πολιτική δύναμη κι αν ανήκουμε.

Η επιβίωση μάλιστα της τρομοκρατίας στη χώρα μας είναι ένα πρόβλημα κατ' εξοχήν πολιτικό, και για τούτο συγχαίρω πάλι το Κομμουνιστικό Κόμμα, που την τρομοκρατία τη θέτει υπό την ορολογία και τον προβληματισμό της πολιτικής της διάστασης. Είναι πράγματι ένα πρόβλημα πολιτικό κυρίως και δευτερευόντως διαρθρωτικό και οργανωτικό, όπως συνήθως γίνεται προσπάθεια να εμφανίζεται. Δεν είναι μόνο πρόβλημα διαρθρωτικό και οργανωτικό, είναι πρόβλημα πολιτικό, διότι, κατά την αντίληψή μας, η αποτυχία στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας οφείλεται κυρίως στην έλλειψη ειλικρινούς και σαφούς πολιτικής βούλησης για την αντιμετώπισή της.

Οι μόνες σοβαρές, παρόλο που κατακρίθηκαν από ορισμένη σκοπιά, έστω όχι ικανοποιητικές - και το λέω με επίγνωση - προσπάθειες που έγιναν από τη Νέα Δημοκρατία, η μια το 1987 και η άλλη το 1990, από την παράταξη, δηλαδή, η οποία θρήνησε σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα θύματα της τρομοκρατίας, οι προσπάθειες αυτές, καίτοι μη ικανοποιητικές, αλλά ειλικρινείς και με σαφή πολιτική βούληση περιορισμού της τρομοκρατίας, σαρώθηκαν κυριολεκτικά την πρώτη κιόλας μέρα ανάληψης της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ το 1981 και ύστερα το 1993.

Είναι φανερό ότι η δικαιολογία που επιστρατεύτηκε του δήθεν κινδύνου και της προστασίας των ατομικών ελευθεριών των πολιτών, που υποτίθεται ότι τέθηκαν σε κίνδυνο από την τρομοκρατική νομοθεσία, καθώς και το, όπως αποδείχτηκε, τελείως ουτοπιστικό επιχείρημα, ότι αρκούν τα μέτρα πρόληψης και καταστολής που προβλέπονται στην κοινή νομοθεσία για τα κοινά εγκλήματα, όλα αυτά υπήρξαν μάλλον πρόσχημα και πάντως διαψεύστηκαν από την πραγματικότητα.

Στο τέλος τέλος, κυρίες και κύριοι, οι ατομικές ελευθερίες δεν κινδυνεύουν από τους νόμους που ψηφίζονται από τη Βουλή και ελέγχονται στην εφαρμογή τους ανά πάσα στιγμή, όσο κινδυνεύουν από τον τρόπο που εφαρμόζονται οι νόμοι και, κυρίως και πρωτίστως, από το κατά πόσον η υπεύθυνη πολιτική ηγεσία ελέγχει τις υπηρεσίες και ελέγχει τους μηχανισμούς πρόληψης, δίωξης και καταστολής. Εκεί είναι το βασικό πρόβλημα».

Η τρομοκρατία στη χώρα μας

«Αλλά ας δούμε πραγματικά, και θα μου επιτρέψετε να αφήσω το διεθνή ορίζοντα, στον οποίο έγινε εκτεταμένη αναφορά, και που λίγο - πολύ οι διαπιστώσεις είναι αντικειμενικές που έχουν γίνει μέχρι στιγμής, θα μου επιτρέψετε να εντοπίσω το ενδιαφέρον μου περισσότερο στην τρομοκρατία που επιχωριάζει στην Ελλάδα, την ειδική τρομοκρατία, το ειδικό φαινόμενο που επιχωριάζει στην Ελλάδα και έχει ως αντικείμενο πρώτα απ' όλα βαριές εγκληματικές πράξεις που τις έχουμε ζήσει, ανθρωποκτονίες, σωματικές βλάβες, εκρήξεις, φθορές, απαγωγές αθώων ανθρώπων, αθώων θυμάτων, ασχέτων, εν πάση περιπτώσει, με συγκεκριμένη δράση, τα οποία, όμως, θύματα οι τρομοκρατικές οργανώσεις χρησιμοποιούν ως σύμβολα. Οι δεδομένες και γνωστές τρομοκρατικές οργανώσεις που εμφανίζονται στην Ελλάδα, τα χρησιμοποιούν τα θύματα ως σύμβολα για την επένδυση ιδεολογικοπολιτικών στόχων, όπως αυτοί εμφανίζονται είτε στις προκηρύξεις που προηγούνται, είτε στις διακηρύξεις που έπονται μετά από κάθε εγκληματική ενέργεια. Οι στόχοι αυτοί είναι, π.χ., η ανατροπή του κοινωνικού συστήματος, η πάλη κατά των τάξεων ή η πάλη μεταξύ των κοινωνικών τάξεων - άκουσα ότι αυτό είναι μια εκμετάλλευση, και έτσι είναι, ιδεολογικών στόχων του Κομμουνιστικού Κόμματος - η ανατροπή του οικονομικού συστήματος που επικρατεί, ιδίως της ελεύθερης οικονομίας, αυτά παρελαύνουν σε όλες τις διακηρύξεις, κυρίως η αποδυνάμωση του κοινοβουλευτισμού, των κομμάτων και των πολιτικών - είναι γνωστές οι θέσεις που περιλαμβάνονται εναντίον της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας - η κατάργηση του πλουραλισμού και ως συμπύκνωση όλων αυτών των υπό εξόντωση στόχων, εμφανίζονται οι πρώην δυτικές, τώρα βέβαια παγκόσμιες, συμμαχίες. Το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, η ΔΕΕ, και, βεβαίως, η Αμερική.

Ομως οποθενδήποτε και αν κινούνται αυτές οι οργανώσεις και αυτές οι δραστηριότητες προκαλούν μια βαθιά διαρθρωτική βλάβη στο δημοκρατικό πολίτευμα. Το αποτέλεσμα και ο απώτερος στόχος αυτής της οργανωμένης τρομοκρατικής δράσης είναι η διάβρωση του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, θα λέγατε, όπως άκουσα έστω και αυτής της αστικής δημοκρατίας, και η διάβρωση εκ των έσω, δηλαδή με την πρόκληση στους πολίτες του τρόμου, της ανασφάλειας, της έλλειψης εμπιστοσύνης στο κράτος, της αμφισβήτησης των θεσμοθετημένων εγγυήσεων και ελευθεριών. Αντιδρά ο πολίτης εναντίον των θεσμοθετημένων ελευθεριών και εγγυήσεων, που είναι η βάση του πολιτεύματος, διότι τις θεωρεί ως αιτία για την ελεύθερη δράση και απρόσκοπτη των τρομοκρατών, και επομένως ωθούν τον πολίτη προς ακρότητες και στο αίτημα της εφαρμογής αυταρχικών μεθόδων. Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος της μεθοδολογίας της τρομοκρατίας, της ιδεολογικής τρομοκρατίας που επιχωριάζει στην Ελλάδα και που τείνει, κατά την άποψή μου, να διαβρώσει τα θεμέλια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας».

Πώς μπορεί να αντιδράσει η Δημοκρατία

«Τώρα, το ερώτημα είναι, κυρίες και κύριοι, πώς μπορεί να αντιδράσει η Δημοκρατία σε αυτή τη βίαιη επιβουλή, την επιβουλή της από την τρομοκρατία. Θα επανέλθω σε κάτι που είπα από την αρχή. Βασικές προϋποθέσεις για μια πετυχημένη πολιτική στον τομέα αυτό είναι δυο. Πρώτον, η ειλικρινής και σαφής πολιτική βούληση για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και τονίζω τον όρο ειλικρινής. Και, η δεύτερη, κάποια συντονισμένα και μελετημένα νομοθετικά και οργανωτικά μέτρα, που θα πρέπει να εξισορροπούν με πολύ μεγάλη ακρίβεια - την ακρίβεια ισορροπιστή, ακροβάτη - από τη μια πλευρά τον αμετακίνητο σεβασμό προς τις ατομικές ελευθερίες και, από την άλλη, την αποτελεσματική εξιχνίαση και εξάρθρωση των τρομοκρατικών εστιών. Γιατί αυτό είναι πραγματικά ο φαύλος κύκλος, και το δράμα θα έλεγα, το εσωτερικό δράμα, της κάθε πολιτείας, κάθε δημοκρατίας ξεκαθαρίζω, που θέλει να καταπολεμήσει την τρομοκρατία. Στρέφεται κατά μιας δύναμης, που επιβουλεύεται την ίδια τη δημοκρατία και τους θεσμούς της, τις ατομικές ελευθερίες, και πρέπει να ενεργήσει έτσι, ώστε η ίδια να μην παραβιάζει αυτούς τους θεσμούς και τις ατομικές ελευθερίες. Και το ερώτημα είναι, πού θα βρεθεί αυτό το σχοινί της ισορροπίας;

Κατά την αντίληψή μας, τίποτα δε γίνεται χωρίς πολιτική βούληση, όπως είπα πριν, αλλά και κατά δεύτερο λόγο, χωρίς ένα σαφές νομοθετικό και οργανωτικό πλαίσιο, χωρίς μια αναδιάρθρωση και νομοθετική και των θεσμών της χώρας, όπου μεταξύ πολλών άλλων - δεν είναι η θέση για να το αναπτύξω - πρέπει να δοθεί έμφαση σε ορισμένα θέματα:

Πρώτα, στην αντιμετώπιση της πηγής κάθε τρομοκρατικής δράσης, δηλαδή στην αντιμετώπιση της εγκληματικής οργάνωσης καθ' εαυτήν. Ασχολούμεθα συνήθως, και κυρίως οι διωκτικές αρχές, όταν τα πράγματα εκδηλωθούν, όταν γίνουν οι τρομοκρατικές ενέργειες, όταν θρηνούμε θύματα. Αλλά τότε είναι πάρα πολύ αργά. Το ενδιαφέρον και η προσοχή πρέπει να στραφεί σε πολύ πολύ πρωιμότερο στάδιο, πολύ πιο πρώιμο και από αυτό που πιάνει ο κοινός νομοθέτης με τις λεγόμενες προπαρασκευαστικές πράξεις. Πρέπει να πλήξει την οργάνωση "στα γεννοφάσκια της", για να χρησιμοποιήσω μια λαϊκή έκφραση. Μπορεί να γίνει αυτό χωρίς παραβίαση και συρρίκνωση ατομικών ελευθεριών, και πώς θα γίνει;

Κάτι άλλο, που πρέπει να δοθεί έμφαση, είναι η εξιχνίαση, η ανάκριση και η εκδίκαση των μορφών αυτών εγκληματικής δράσης, από την προετοιμασία μέχρι το τέλος, με καινούριες αποτελεσματικές μεθόδους. Φτάνουν οι ανακριτικές μέθοδοι και οι μέθοδοι εξιχνίασης των εγκλημάτων που έχουμε στη διάθεσή μας από δεκαετιών; Και η νομοθεσία που διαθέτουμε από δεκαετιών; Είναι δυνατόν με τις σύγχρονες μορφές τεχνολογίας και επικοινωνίας να ανταποκριθούμε στη χρήση αυτών των μεθόδων που οι τρομοκράτες και όλοι οι εγκληματίες - και εδώ βάζω και το οργανωμένο έγκλημα που αυτή τη στιγμή, μάλλον, είναι εκτός του ενδιαφέροντός σας, καίτοι άκουσα αναφορές. Αλλά άλλο είναι το οργανωμένο έγκλημα που απασχολεί σήμερα τις χώρες της Ευρώπης και παγκοσμίως (διακίνηση ναρκωτικών, όπλων, κ.λπ.) και άλλο είναι η τρομοκρατία την οποία έχετε σήμερα ως αντικείμενο. Λοιπόν, μπροστά σε αυτές τις τεράστιες τεχνολογικές προόδους που υπάρχουν, μπορούν να ανταποκριθούν οι ανακριτικές μέθοδοι που διαθέτουμε, με τις εγγυήσεις της δικονομίας; Μάλλον όχι, και άρα πρέπει να το προσέξουμε, να το μελετήσουμε, και να βρούμε διεξόδους».

Η προστασία των «υπόπτων»

«Και κυρίως εκείνο στο οποίο δίδουμε και δίδω και προσωπικά πολύ μεγάλη έμφαση, και που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί από το νομοθετικό και οργανωτικό μας πλαίσιο, είναι η θεσμοθέτηση σαφών προστατευτικών διατάξεων για την προστασία των λεγομένων "υπόπτων". Γιατί εδώ υπάρχει το μεγάλο πρόβλημα στη δίωξη αυτών των μορφών εγκληματικότητας, ότι αθελήτως, θα έλεγα, θέλω να παραδεχτώ αθελήτως και όχι ηθελημένα, κατά την προσπάθεια των διωκτικών αρχών να εξιχνιαστούν - και εγώ θέλω να πιστεύω ότι είναι ειλικρινής η προσπάθεια και δεν κρύβει τέτοια τρομερά παρασκήνια σαν και αυτά που αναφέρθηκαν προηγουμένως - κατά τη διάρκεια, λοιπόν, αυτής της εξιχνίασης, άνθρωποι βαφτίζονται ύποπτοι, οι οποίοι δεν είναι ούτε παντελώς αθώοι, διότι συνδέονται με κάποιες ενδείξεις, και δεν μπορούν και να τεκμαρθούν αθώοι, διότι υπάρχουν κάποιες υποψίες υψηλού βαθμού, αλλά ούτε και κατηγορούμενοι, με τις εγγυήσεις των κατηγορουμένων, διότι απλούστατα δεν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον τους.

Δηλαδή, η νομοθεσία μας κινείται μέσα σε ένα πλαίσιο δικαιοπολιτικό και φιλελεύθερο κατεστημένο και σεβαστό που προέρχεται από πολύ παλιά, αλλά που αυτό το πλαίσιο οδηγεί είτε σε ακρότητες και αδικίες, όπως αυτές που συμβαίνουν συνέχεια τώρα, και η φιλολογία περί υπόπτων δεν είναι απλώς δημιούργημα των αντιτιθεμένων στις διώξεις, αλλά είναι μια υπαρκτή κατάσταση που δεν έχουν έστω τα δικαιώματα που θα ταίριαζαν στην ιδιότητά τους ως υπόπτων, τα δικαιώματα προστασίας, υπεράσπισης και προσωπικών εγγυήσεων. Γιατί αναγκαστικά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν και με τις καλύτερες προθέσεις από τις αρχές ούτε ως αθώοι, αλλά ούτε και ως κατηγορούμενοι.

Γι' αυτό χρειάζεται πολύ μελετημένη εμβάθυνση σε όλα αυτά τα ζητήματα, τα οποία δεν μπορούν, με οποιαδήποτε θέληση κι αν έχουμε, να αντιμετωπιστούν εκτός του νομοθετικού και του διαρθρωτικού πλαισίου της οργανωμένης πολιτείας.

Φυσικά, θα μου πείτε, πώς θα γίνουν; Πρώτα σας είπα ότι πρέπει να υπάρχει πολιτική βούληση για να γίνουν αυτά, και όχι να υπεκφεύγουμε είτε στις πιέσεις που υπάρχουν, και σαφώς υπάρχουν, από το εξωτερικό ή από τους διεθνείς οργανισμούς με λογοπαίγνια και με δολιχοδρομίες, αλλά να θέσουμε τα πράγματα καθαρά και ξάστερα. Υπάρχουν τα υποδείγματα. Υπάρχουν χώρες υψηλής δημοκρατικής ευθιξίας και οργάνωσης, καθώς και διεθνείς οργανισμοί. Δε θέλω να αναφερθώ στις διεθνείς συμβάσεις για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, χρήσιμα εργαλεία και όχι πάντοτε ενταγμένα σε κάποιους στόχους διαβρωτικούς των κρατών. Υπάρχουν, λοιπόν, και ιδέες και υποδείγματα που η χώρα μας δεν μπορεί συστηματικά να τα αγνοεί. Φτάνει, όπως είπα, να υπάρχει ειλικρινής βούληση».