ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ
«Φοβού τους Δαναούς... »

Αμετάβλητα για την ώρα όλα τα βασικά επιτόκια στεγαστικών δανείων. Στόχος των τραπεζών ο δελεασμός για την απόκτηση μεριδίων αγοράς

Τρίτη 19 Ιούνη 2001

Ψευδεπίγραφες είναι στην πραγματικότητα οι μειώσεις επιτοκίων στα στεγαστικά δάνεια που εξαγγέλλουν οι τράπεζες. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως καμιά από αυτές δεν «αποτόλμησε» να μειώσει τα βασικά της επιτόκια (κυμαινόμενα ή σταθερά) και οι όποιες κινήσεις υπαγορεύονται περισσότερο από τις ανάγκες τους για δημιουργία εντυπώσεων και με στόχο την απόσπαση μεριδίων αγοράς. Για την ώρα και σε πείσμα όλων των εξαγγελιών και των διαφημίσεων το κυμαινόμενο επιτόκιο στεγαστικών δανείων παραμένει αρκετά πάνω από 6% (6,25% στην Εθνική, 6% στην Εμπορική, 6,5% στην Alpha), ενώ τα σταθερά επιτόκια βρίσκονται σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα και αυξάνουν ανάλογα με τη διάρκεια της αρχικής συμφωνίας.

Για παράδειγμα, η Εθνική Τράπεζα, που λόγω μεγέθους και όγκου διαθέσιμων κεφαλαίων δίνει το τόνο και το στίγμα, χορηγεί στεγαστικό σταθερό για 3 χρόνια με 6,5%, για 5 χρόνια με 6,55%, για 10 χρόνια με 7%, για 15 με 7,10% και για 20 χρόνια με 7,15%! Αυτή είναι η πραγματικότητα και βέβαια δεν αλλάζει με κινήσεις εντυπωσιασμού που αφορούν αποκλειστικά και μόνον τον πρώτο χρόνο αποπληρωμής των δανείων. Το ότι οι πρόσφατες κινήσεις των τραπεζών δεν αλλάζουν το γενικό επίπεδο των επιτοκίων αποτυπώνεται εύγλωττα και από το γεγονός ότι σε κάθε περίπτωση το κέρδος για το δανειολήπτη δεν ξεπερνά τις 400 δρχ. το μήνα για κάθε εκατομμύριο δανείου και -επαναλαμβάνουμε- αφορά μόνο τις δόσεις που θα πληρωθούν στον πρώτο χρόνο. Από το δεύτερο έτος και μετά, όταν θα παύσει να ισχύει η «προσφορά» οι δανειολήπτες θα κληθούν να πληρώνουν το «κανονικό» ύψος της δόσης με τα επιτόκια που θα ισχύουν τότε και ανάλογα με τις συνθήκες που θα επικρατούν στην ευρωπαϊκή χρηματαγορά αλλά και με τις συνθήκες που θα διαμορφώνονται στην εγχώρια τραπεζική αγορά.

Ο διαγκωνισμός των τραπεζών προς άγραν πελατείας που παρατηρείται σήμερα δεν είναι άσχετος και με τις «αναδουλιές» στο χρηματιστήριο και στην αγορά συναλλάγματος. Ο όγκος των κεφαλαίων που συσσωρεύτηκε τα προηγούμενα χρόνια και συσσωρεύεται ακόμη «πρέπει» να βρει κάποια ασφαλή διέξοδο, χωρίς ιδιαίτερο ρίσκο για τους τραπεζίτες. Και μια τέτοια διέξοδος είναι η «στεγαστική πίστη». Σε κάθε περίπτωση το κόστος χρήματος δεν καθορίζεται από τις λεγόμενες συνθήκες ανταγωνισμού, ιδιαίτερα μάλιστα από αυτές που επικρατούν στην εγχώρια τραπεζική αγορά, αλλά από γενικότερες κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις που αποφασίζονται στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Να επισημανθεί πως στην αρχή του έτους οι τράπεζες είχαν αποδυθεί σε προσπάθεια προβολής και διαφήμισης κάποιων «καταθετικών» προϊόντων συνδεδεμένων με τις μετοχές της Σοφοκλέους και άλλων χρηματιστηρίων, που υποτίθεται θα εξασφάλιζαν μεγάλες αποδόσεις, πολύ πάνω από τις καταθέσεις ταμιευτηρίου που στο μεταξύ είχαν γίνει αρνητικές και βρίσκονταν κάτω και από τον πληθωρισμό. Το όλο εγχείρημα δε φαίνεται να απέδωσε για τους τραπεζίτες, γεγονός που έκανε ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη τους να βρουν καινούρια πελατεία, να επενδύσουν τη διαθέσιμη ρευστότητά τους.