Τώρα ανησυχούν, γιατί ένας από τους δείκτες αυτούς, δηλαδή ο πληθωρισμός ξεφεύγει από τις εκτιμήσεις και τους χειρισμούς τους. Και όπως έγραψε ο «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» (10/7/01), ο δείκτης αυτός άγγιξε το 4%, ενώ σε όλο και πιο χαμηλά επίπεδα κινείται η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και γενικότερα τα λαϊκά εισοδήματα.
Αυτοί οι οικονομικοί φωστήρες της κυβέρνησης είναι ανίκανοι, ή δε θέλουν να καταλάβουν τη διάκριση π.χ. ενός κακού πληθωρισμού, όπως λέμε για την κακή και καλή χοληστερίνη και τη γενικότερη σύνδεσή του με την οικονομία. Αυτοί μένουν αμετακίνητοι στην περιοριστική οικονομική πολιτική, στον «πληθωρισμό» των αντιλαϊκών μεθοδεύσεων, στο πάγωμα της αγοράς που ούτε η περίοδος των εκπτώσεων είναι ικανή να αναζωογονήσει.
Και είναι τόσο ανεύθυνοι που από τη μια ασκούν την περιοριστική πολιτική και από την άλλη ενισχύουν την ασυδοσία του χρηματοπιστωτικού συστήματος για να μοιράζει δάνεια και κάρτες «παντός καιρού» με τους αφανείς εκείνους όρους που αναγράφονται με ψιλά γράμματα, και οδηγούν σε επαχθείς συνέπειες. Οπως έκαναν και με το Χρηματιστήριο που από καθρέφτης της οικονομικής πολιτικής τους -κατά την άνοδό του- μεταβάλλεται πάλι σε θαμπό κάτοπτρο της ελεύθερης κατολίσθησης.