Στις 17 Μάρτη, οι εργαζόμενοι στη «Χαλυβουργία Θεσσαλίας», διεκδικώντας την υπογραφή ΣΣΕ, άρχισαν κινητοποιήσεις με τη μορφή στάσεων εργασίας, ενώ στη συνέχεια κλιμάκωσαν με δύο 24ωρες απεργίες. Στην τελευταία απεργία, στις 30 Μάρτη, η εργοδοσία απάντησε με «λοκ άουτ», ενώ σύμφωνα με δηλώσεις συνδικαλιστών, «προσπάθησε να τους τρομοκρατήσει. Να δημιουργήσει απεργοσπαστικό μηχανισμό. Βιντεοσκοπούσε τους απεργούς και απειλούσε με απολύσεις».
Περιγράφοντας τις συνθήκες εργασίας στην επιχείρηση, εργαζόμενοι ανέφεραν ότι «οι περισσότεροι από εμάς υποφέρουν από προβλήματα αναπνευστικά, όρασης και ακοής. Πολλά είναι τα ατυχήματα που έχουν γίνει στο εργοστάσιο. Τρεις συνάδελφοί μας βγήκαν πρόωρα στη σύνταξη από σοβαρά εγκαύματα».
Στις 22 Απρίλη έγινε στάση εργασίας στα εργοστάσια του Βόλου με απόφαση του Εργατικού Κέντρου και συγκέντρωση έξω από τη «Χαλυβουργία Θεσσαλίας», με τους εργάτες να δηλώνουν αποφασισμένοι πως θα συνεχίσουν με απεργίες. Η εργοδοσία απάντησε με νέες απολύσεις τη μέρα εκείνη. Στις 27 Απρίλη, στο φύλλο του «Ριζοσπάστη» σημειώνεται ότι «οι χαλυβουργοί των δύο εργοστασίων του Μάνεση στο Βόλο αποφάσισαν επτά 24ωρες απεργίες».
Στις 5 Μάη, δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» για την απεργία των χαλυβουργών είχε τον τίτλο «Τρεις φορές "παράνομοι"». Οπως σημειωνόταν, «οι κινητοποιήσεις βγήκαν τρεις φορές παράνομες. Τη μια οι στάσεις εργασίας, την άλλη οι 24ωρες απεργίες, αλλά και η τρίωρη πανεργατική στάση που κήρυξε το Εργατικό Κέντρο. Με μια δρακόντεια απόφασή του, το Πρωτοδικείο Βόλου χαρακτηρίζει παράνομες και καταχρηστικές όλες τις κινητοποιήσεις που έγιναν μετά τις 24 Απρίλη, κρίνοντας ότι αποτελούν ενιαία απεργία με αυτήν που άρχισε στις 17 Μάρτη και απαγορεύει τη συνέχισή τους στο μέλλον».
Στις 9 Μάη έγινε τριμερής στο υπουργείο Εργασίας, με το βιομήχανο να απορρίπτει την επαναπρόσληψη των απολυμένων «γιατί εμποδίζουν τους υπόλοιπους 250 να δουλέψουν!», όπως ανέφερε σχετικό ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη». Στις 11 Μάη πραγματοποιήθηκε συλλαλητήριο συμπαράστασης στο Βόλο, με τη συμμετοχή χιλιάδων κατοίκων. Στις 13 Μάη ακολούθησε πανεργατική απεργία στη Μαγνησία, με απόφαση των Ομοσπονδιών Μετάλλου, Οικοδόμων, Κλωστοϋφαντουργών, του ΕΚ Αλμυρού και εργατικών σωματείων του Βόλου. Χιλιάδες εργάτες πήραν μέρος και νέκρωσε η βιομηχανική ζώνη.
Μπροστά στην αποφασιστικότητα και τις αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων, αλλά και για να εκτονώσει το κύμα συμπαράστασης που μεγάλωνε, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ανέλαβε δράση. Ο υπουργός Εργασίας, Γ. Γεννηματάς, έχοντας τη στήριξη του προέδρου του επιχειρησιακού σωματείου, κατέθεσε πρόταση που υπηρετούσε τα συμφέροντα του Μάνεση και γι' αυτό έγινε αμέσως δεκτή από το βιομήχανο.
Μεταξύ άλλων, η πρόταση προέβλεπε ότι δεν θα ανακληθούν επτά απολύσεις, ότι άλλοι επτά απολυμένοι θα περνούσαν σε διαθεσιμότητα για ένα εξάμηνο «στο πλαίσιο αποκατάστασης της "εργασιακής ειρήνης"» και στη συνέχεια θα απολυθούν και πως ανακαλούνται μόνο έντεκα απολύσεις. Σε συνέλευση που έγινε στις 18 Μάη, οι χαλυβουργοί απέρριψαν την πρόταση με 138 κατά και 117 υπέρ (η ΠΑΣΚΕ είχε προτείνει την υιοθέτηση των κυβερνητικών προτάσεων).
Παρά την απόφαση της συνέλευσης, η κυβέρνηση δεν το έβαλε κάτω και προκειμένου να στηρίξει το βιομήχανο, έκανε νέα παρέμβαση. Ο υπουργός Εργασίας, Γ. Γεννηματάς, έστειλε τηλεγράφημα στην Ομοσπονδία Μετάλλου και το Εργατικό Κέντρο, ισχυριζόμενος ότι η απόφαση των εργαζομένων οφείλεται σε «λαθεμένη πληροφόρηση».
Οπως περιγράφει ο «Ριζοσπάστης», «στο πλάι του (υπουργού) συντάχθηκαν τέσσερα μέλη της ηγεσίας της ΠΑΣΚΕ, συνδικαλιστές της ΔΑΚΕ και φυσικά ο βιομήχανος Μάνεσης. Ετσι, σήμερα θα γίνει νέα γενική συνέλευση του σωματείου της "Χαλυβουργίας" μετά από αίτηση της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ, για επανεξέταση της συμφωνίας που υπέγραψε ο πρόεδρος του σωματείου με το βιομήχανο Μάνεση υπό την προτροπή του υπουργού Εργασίας. Η προηγούμενη συνέλευση απέρριψε τη συμφωνία κι αμέσως μετά παραιτήθηκαν από τις θέσεις του προεδρείου που κατείχαν όλα τα μέλη της ΠΑΣΚΕ. Ενας από τους πέντε της ΠΑΣΚΕ διαχώρισε τη θέση του από την κυβερνητική παράταξη κι αφού κατήγγειλε τη συμφωνία σαν ξεπούλημα, παραιτήθηκε και από το ΔΣ». Η παράταξη της ΕΣΑΚ-Σ, σε ανακοίνωσή της, κατήγγειλε «τη συμπαιγνία Μάνεση - κυβέρνησης - ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ».
Τελικά, η νέα Γενική Συνέλευση αποφάσισε κατά πλειοψηφία να υιοθετήσει την πρόταση της κυβέρνησης και να τερματίσει την απεργία, αφού η συνδικαλιστική πλειοψηφία κατάφερε πρώτα να διασπάσει τους απεργούς. Η οργάνωση και η έκβαση του απεργιακού αγώνα στη «Χαλυβουργία» προσφέρονται για συμπεράσματα.
Πολύ περισσότερο που οι σημερινοί εργαζόμενοι στην ίδια επιχείρηση βρίσκονται ξανά αντιμέτωποι με την επίθεση της εργοδοσίας, με ευθύνη και της συνδικαλιστικής πλειοψηφίας, που δεν παίρνει μέτρα για την οργάνωση του αγώνα τους, ενώ δεν στήριξε και τον αγώνα των χαλυβουργών του Ασπρόπυργου όταν αυτοί βρέθηκαν πρώτοι στο στόχαστρο του κοινού εργοδότη.
Η δύναμη βρίσκεται στα χέρια των εργαζομένων και για να εκφραστεί προς όφελός τους, χρειάζεται να έχουν αδιαπραγμάτευτο μέτωπο με την εργοδοσία και την κυβέρνηση, αλλά και τις δυνάμεις τους στο κίνημα. Οπως φάνηκε, ο απεργιακός αγώνας στηρίχτηκε στις δικές τους διαθέσεις, αλλά ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός δεν εγκατέλειψε ούτε λεπτό το στόχο της συνθηκολόγησης με την εργοδοσία και την κυβέρνηση. Αυτό είναι ένα δίδαγμα που πρέπει και σήμερα να αξιοποιηθεί στην οργάνωση της πάλης.