Ο «Ριζοσπάστης» βρέθηκε εκεί, στη συνέχεια του οδοιπορικού του στα Κέντρα και τις Δομές Φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών. Είδε, για άλλη μια φορά, το πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι, που θεωρούνται και τυχεροί, καθώς ήταν από τους «καλύτερους» χώρους φιλοξενίας. Μάλιστα, στην προπαγάνδα της κυβέρνησης, στην αρχή του μεγάλου προβλήματος εξεύρεσης χώρων, είχε επιστρατευτεί το επιχείρημα πως «οι πρόσφυγες παρακαλούσαν να πάνε σε αυτήν τη Δομή αφού είναι πιο οργανωμένη. Και έχει και κλιματισμό το κάθε κοντέινερ». Προσπάθησαν έτσι να δείξουν πως ο κλιματισμός και το κοντέινερ είναι το καλύτερο που μπορεί να προσφέρει αυτή η χώρα, στο δράμα των ξεριζωμένων. Στους ανθρώπους που αντίκρισαν και προσπέρασαν το θάνατο. Σε αυτούς που πούλησαν τα πάντα, έγιναν βορά δουλεμπόρων, «χαρτί» πίεσης της κυβέρνησης προς την πολιτισμένη και φιλική Ευρώπη και αντικείμενο μίσους για κάθε ρατσιστή και νεοναζιστή.
Οι γονείς θέλησαν να μοιραστούν με τον «Ριζοσπάστη» την καθημερινότητά τους. Αυτά που προσπαθούν να ξεπερνούν κάθε μέρα. Εστιάζουν στην περίθαλψή τους. «Τα βράδια παρακαλάμε να μην πάθουμε τίποτα. Δεν υπάρχει γιατρός εδώ», μας λέει ο Αλί και συνεχίζει. «Οχι πως τη μέρα είναι καλύτερα τα πράγματα. Μας βλέπουν οι γιατροί από ΜΚΟ που είναι στην είσοδο και απλά μας δίνουν ένα χάπι. Ο,τι κι αν έχουμε. Ξέρω γυναίκα με αιμορραγία που πήγε στους γιατρούς και της έδωσαν δύο χάπια και νερό, λέγοντάς της πως θα περάσει».
Ανάλογη είναι η κατάσταση και με το φαγητό. Μόνο ικανοποιημένοι δεν είναι, καθώς από τη μία είναι άθλιο (όπως το χαρακτηρίζουν οι ίδιοι) και από την άλλη παίζουν κορόνα - γράμματα τη ζωή τους. «Τις προάλλες, 80 άτομα έπαθαν δηλητηρίαση», σημειώνει ένας πρόσφυγας. «Δεν τρώγεται το φαγητό. Ο κόσμος, με τα λιγοστά χρήματα που διαθέτει, προσπαθεί να αγοράσει απ' έξω. Μπας και καταφέρει να φάει. Μάλιστα, υπάρχουν πολλοί διαβητικοί που δεν μπορούν να φάνε αυτό που τους προσφέρουν, λόγω του προβλήματος υγείας τους», συμπληρώνει. Και για την ... ποικιλία, μας αναφέρουν τι τρώνε: πατάτες βραστές, μακαρόνια και σπανακόρυζο.
Σαν να μη φτάνουν αυτά, υπάρχουν και οι διάφοροι επιτήδειοι που θεωρούν ότι ο πόνος και οι προσωπικές εμπειρίες του καθενός, μέχρι τώρα, είναι ελάχιστα. Ετσι, κοιτούν να βγάλουν από τη δυστυχία τους, εκμεταλλευόμενοι το όνειρό τους για τη συνέχιση του ταξιδιού τους στην Ευρώπη, όσα περισσότερα χρήματα μπορούν. «Δώσαμε - λέει ο Ακραμ - 2.400 δολάρια για να φύγουμε από τη Συρία. Εγώ και η οικογένειά μου. Συνολικά έξι άτομα. Για τους τέσσερις ζητούσαν άλλοι ''έμποροι'' 2.000 δολάρια. Βρεθήκαμε σε μία βάρκα στην Τουρκία και περιμέναμε το πότε θα περάσουμε στη χώρα σας. Οταν φτάσαμε στη μέση του ταξιδιού, βλέπαμε το θάνατο μπροστά μας. Ευτυχώς, πατήσαμε στεριά». Τώρα; «Τώρα ήρθαν κάποιοι που μας ζήτησαν χρήματα για να συνεχίσουμε το ταξίδι. Κάποιοι τα έδωσαν. 800 ευρώ για να φτάσουν Αυστρία. Με 15 μέρες πεζοπορία. Αλλοι πήραν 600 ευρώ προκαταβολικά για να ξεκινήσουν τις διαδικασίες και εξαφανίστηκαν».
Κάτι που ειπώθηκε από πολλά χείλη μεταναστών και προσφύγων, ήταν οι ευχαριστίες τους για την αλληλεγγύη του ελληνικού λαού. Ο επίλογος ανήκει στον Χάλιντ, ράφτης στο Χαλέπι της Συρίας και τώρα πρόσφυγας στην Ελλάδα μαζί με τα άλλα πέντε μέλη της οικογένειάς του. «Το ευχαριστώ προς τους Ελληνες είναι λίγο. Εχουν προσφέρει πολλά μπροστά στα λίγα που έχουν. Φύγαμε απ΄ τη χώρα μας για να γλιτώσουμε από την Αμερική, το "Ισλαμικό Κράτος" και την αντιπολίτευση. Τώρα ζούμε εδώ. Και ελπίζουμε αύριο να πάμε στην Ευρώπη. Εκεί για όπου ξεκινήσαμε. Εμείς και όλοι οι άλλοι εδώ μέσα».
Φεύγοντας από το Κέντρο Φιλοξενίας, έξω από την πύλη, σκηνές στημένες από πρόσφυγες και μετανάστες που έφυγαν από τις αποθήκες και τις γέφυρες του άτυπου κέντρου στον Πειραιά και που θέλανε να μπουν στη γεμάτη Δομή του Σκαραμαγκά. Από την τελευταία φορά που ο «Ριζοσπάστης» βρέθηκε εκεί, στα μέσα του Μάη, οι σκηνές είχαν πολλαπλασιαστεί. Κι όμως, εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι θα τα καταφέρουν.