ΚΟΜΜΑΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΤΗΣ Α' ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΗΣ ΚΟ ΑΤΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ
Εκδήλωση - αφιέρωμα στο λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι την περίοδο 1940 - 1949

Εγινε με επιτυχία την περασμένη Κυριακή, στο πλαίσιο της Οικονομικής Εξόρμησης Νοέμβρη - Δεκέμβρη του Κόμματος

Παρασκευή 18 Νοέμβρη 2016

Μια διαφορετική εκδήλωση διοργάνωσαν οι Κομματικές Οργανώσεις της Α' Πειραιά, στο πλαίσιο της Οικονομικής Εξόρμησης Νοέμβρη - Δεκέμβρη του ΚΚΕ, στη μουσική σκηνή «Κρεμλίνο», το βράδυ της περασμένης Κυριακής. Θέμα της εκδήλωσης ήταν το ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι της περιόδου 1940 - '49, που σφραγίστηκε από το λαϊκό κίνημα και την ένοπλη πάλη, αρχικά με το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ και στη συνέχεια με τον ΔΣΕ.

Η εκδήλωσε άνοιξε με ομιλία του Στέφανου Λουκά, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ, και συνεχίστηκε με μουσικό πρόγραμμα από την ορχήστρα που εμφανίζεται στο «Ανηφόρι». Τα τραγούδια που επιλέχτηκαν ήταν όλα «ένα κι ένα», εμβληματικά σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη περίοδο και διαχρονικά τραγουδισμένα, καθώς περιγράφουν και αντανακλούν τα βάσανα, τις αγωνίες και τις ελπίδες του λαού σε κάθε εποχή.

Περίοδος που σφράγισε η πάλη του λαού

Στην ομιλία του, ο Στέφανος Λουκάς σημείωσε, ανάμεσα σε άλλα: «Η περίοδος για την οποία γράφτηκαν αυτά τα ρεμπέτικα τραγούδια είναι τα 10 χρόνια εργατικής - λαϊκής πάλης. Αρχικά για την απελευθέρωση από την ιμπεριαλιστική - φασιστική κατοχή, στη συνέχεια, με την τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας ενάντια στην αστική τάξη και τους Αγγλοαμερικάνους συμμάχους της, ένας δίκαιος για το λαό πέρα για πέρα ένοπλος ταξικός αγώνας.


Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας έρχεται ως συνέχεια της Εθνικής Αντίστασης στην οποία ηγήθηκε η εργατική τάξη και το Κόμμα της, το ΚΚΕ, με το ΕΑΜ, το ένοπλο τμήμα του τον ΕΛΑΣ, την οργάνωση της νεολαίας, την ΕΠΟΝ, την ΟΠΛΑ. Ερχεται ως συνέχεια της ταξικής ηρωικής αναμέτρησης του Δεκέμβρη του 1944, κατά την οποία η αστική τάξη με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές συμμάχους της χρησιμοποίησαν τα όπλα για το τσάκισμα του λαϊκού κινήματος, προκειμένου να εγκαταστήσουν στην Ελλάδα την αστική εξουσία, επειδή δεν είχαν λαϊκό έρεισμα.

Αλλωστε, ένα τμήμα των αστών συμμάχησε με τους Γερμανούς κατακτητές, ενώ το άλλο πήγε στην Αίγυπτο με τους Αγγλους συμμάχους του και στο Λονδίνο, ένα τρίτο έμεινε στην Ελλάδα αδρανές. Αντίθετα, οι κομμουνιστές που δραπέτευσαν από τους τόπους εξορίας, όπου τους κρατούσε η κυβέρνηση Μεταξά, καθώς και άλλοι που δρούσαν στην παρανομία, ανασυγκρότησαν το ΚΚΕ για να οργανώσουν την Αντίσταση κατά των κατακτητών.

(...) Είναι περίοδος, που το ΚΚΕ έδωσε βαρύ φόρο αίματος, όπως και στην κατοχή, στα εκτελεστικά αποσπάσματα με απίστευτες αντοχές ηρωισμού. (...) Ενας δημιουργός της Τέχνης όλη αυτήν την περίοδο μπορεί να την αντιμετωπίσει από την επική της σκοπιά. Ο λαός, και μάλιστα ένοπλος, είναι στο προσκήνιο των εξελίξεων και παλεύει για την απελευθέρωση και για μια καινούργια κοινωνία στη συνέχεια.

Μπορεί, όμως, όπως την περίοδο του αγώνα του ΔΣΕ, η καλλιτεχνική δημιουργία να την αντιμετωπίσει και από τη σκοπιά της αστικής τάξης, άρα ενάντια στον αγώνα του ΔΣΕ, ενάντια στο ΚΚΕ. Υπάρχει, βεβαίως, και η ουδετερότητα, ή η στάση της ίσης απόστασης, που ουσιαστικά σημαίνει στάση υπέρ των αστών.

Επιρροές και επιδράσεις

Στο ρεμπέτικο τραγούδι υπάρχει η σχετικά "αυθόρμητη" λαϊκή δημιουργία. Που εξέφρασε την καταδίκη των φαινομένων της συγκεκριμένης περιόδου, του πολέμου, των φυλακών, των εκτελέσεων, της εξορίας και των βασανισμών των αγωνιστών κρατουμένων, ως καταδίκη της αδικίας σε ανθρώπους του μόχθου που βρίσκονται σ' αυτήν την κατάσταση, ή επειδή αγωνίζονται για κάτι καλό γενικά, η έκφραση αλληλεγγύης, ακόμη και η απόδοση δίκιου στους αγωνιστές, αλλά χωρίς τη συνειδητοποίηση των αιτιών τους, το ταξικό τους περιεχόμενο και την προοπτική του αγώνα.

(...) Υπήρχαν και κάποιοι που επηρεάστηκαν και τάχτηκαν με το ΕΑΜ, με το ΚΚΕ, που μίλησαν πιο συνειδητά. Με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Δημήτρη Γκόγκο ή Μπαγιαντέρα, γέννημα - θρέμμα Πειραιά που έγραψε και τα περισσότερα στην Κατοχή υμνώντας το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ όπως π.χ. το τραγούδι "Και με τον Αρη αρχηγό να 'ναι γλυκό το βόλι"...

Και άλλοι έγραψαν με συνειδητή προσέγγιση, όπως ο επίσης Πειραιώτης Μαρίνος Γαβριήλ ή Μαρινάκης, σημαντικός δημιουργός, αν και άγνωστος στο ευρύ κοινό, που έγραψε:

"ΕΛΑΣ εστί ελευθεριά που σπάει την αλυσίδα,

δίνει ζωή στην εργατιά, θάνατο στον κηφήνα".

Ο Μανώλης Χιώτης, επίσης, έγραψε συνειδητά, ενώ ο Πειραιώτης Μιχάλης Γενίτσαρης δεν έμεινε ασυγκίνητος από την Αντίσταση.

Αλλά και στην περίοδο του αγώνα του ΔΣΕ έχουμε κάποιους δημιουργούς του ρεμπέτικου που συμπαραστέκονται στη δράση του και αυτό εκφράστηκε με τα ρεμπέτικα τραγούδια που έγραψαν ή τραγούδησαν, όπως ο Ορφέας Κρεούζης, εξορίστηκε σε Ικαρία και Μακρόνησο, ο Θόδωρος Δερβενιώτης επίσης Μακρονησιώτης, η Σωτηρία Μπέλλου, ο στιχουργός Κώστας Βίρβος, ενώ επηρεάστηκαν και έγραψαν τραγούδια, οι Απόστολος Καλδάρας, Βασίλης Τσιτσάνης, Μπάμπης Μπακάλης, και άλλοι.

(...) Το ρεμπέτικο τραγούδι αναδεικνύει κάθε περίοδο τη συγκεκριμένη κοινωνική πραγματικότητα. Μέχρι εδώ φτάνει. Δεν δίνει διέξοδο, δεν μπορεί να το κάνει.

"Μέσα στην τίμια εργατιά βρίσκω τα πιο καλά παιδιά", λέει ένα τραγούδι, άλλο λέει: "Είμαι εργάτης τιμημένος όπως όλη η εργατιά", του Τούντα και τα δύο. Και ο Τσιτσάνης, "Γεια σου περήφανη και αθάνατη εργατιά", αλλά ως εδώ.

Το ρεμπέτικο ως τραγούδι δεν άφησε κανένα κοινωνικό φαινόμενο που να μην το αναδείξει, κανένα φαινόμενο της ζωής των ανθρώπων του μόχθου (...).

Με τη γερμανική κατοχή, και στη συνέχεια με τον ΔΣΕ, όπου η εργατική - λαϊκή πάλη παίρνει πρωτόγνωρες ηρωικές διαστάσεις με καθοδηγητή το ΚΚΕ, πολλοί δημιουργοί του ρεμπέτικου, αναδεικνύουν με τα τραγούδια τους, περισσότερο συναισθηματικά, λιγότερο συνειδητά, το δίκιο του λαού και τον ηρωισμό του, αλλά ενίοτε και με λάθος άποψη.

Υπάρχει το παράδειγμα του Τσιτσάνη που γράφει την περίοδο της πάλης του ΔΣΕ το τραγούδι "Της κοινωνίας η διαφορά", καθαρά ταξική προσέγγιση αφού λέει στο στίχο ότι:

"Φέρνουν μαύρη συμφορά η φτώχεια και τα πλούτη - της κοινωνίας η διαφορά φέρνει στον κόσμο μεγάλη συμφορά".

Ο ίδιος έγραψε όμως στην ίδια περίοδο, το:

"Χτίζουν και γκρεμίζουν κάστρα

για μια κόρη ξελογιάστρα

κι αν χαθεί, πού θα τη βρω";

Οπου η "ξελογιάστρα κόρη" λέει ο ίδιος, είναι η Ελλάδα που καταστρέφεται, από τον Εμφύλιο, θεωρεί τον ταξικό πόλεμο τραγωδία και ρίχνει ευθύνες και στους αστούς και στο λαό.

Κάποιοι αναζητούν και γράφουν κοινωνικό τραγούδι

Οι δημιουργοί εκφράζουν μια συναισθηματική αναζήτηση δικαιοσύνης, κατανοώντας τη ρίζα της καταπίεσης στην αντίθεση πλούτος - φτώχεια, αλλά όχι στη λύση της.

Κάποιοι δημιουργοί αναζητούν ή γράφουν στίχους με κοινωνικό περιεχόμενο, με πρωτοπόρους τον Δερβενιώτη, τον Χιώτη στη μουσική, και τον Βίρβο στους στίχους, αλλά καθοδηγούν κάποιους στιχουργούς με ταλέντο να γράφουν στίχους ταξικούς - κοινωνικούς, όπως το:

"Μια καινούργια κοινωνία θε να χτίσω

απ' τον κόσμο φτώχεια κι άδικο να σβήσω".

Οι λαϊκοί δημιουργοί έχουν και αυτοί τη δική τους συνεισφορά και έχουν γράψει αριστουργήματα, όπως για παράδειγμα η "Καταχνιά" του Κώστα Βίρβου που μελοποίησε ο Χρήστος Λεοντής, ή ακόμη και τα τραγούδια στην κατοχή και στην περίοδο του αγώνα του ΔΣΕ που δεν γραμμοφωνήθηκαν τότε, όπως π.χ. το: "Με τον Αρη αρχηγό να 'ναι γλυκό το βόλι" του Μπαγιαντέρα, ή το:

"Δίχως τανκς, αεροπλάνα,

μόνο φλόγα για Ελλάδα,

ούτε αφεντικά και θρόνους"

του Χιώτη, πρωτοπόρος στο σινάφι τους, δε θέλει αφεντικά και βασιλιάδες....

Αλλα χαρακτηριστικά τραγούδια της κατοχής είναι "Ο Σαλταδόρος", το "Επιδρομή στον Πειραιά", και "Στέλιος Καρδάρας", του Μ. Γενίτσαρη, "Το Χαϊδάρι" του Μάρκου Βαμβακάρη.

Την περίοδο της πάλης του ΔΣΕ ανέδειξαν τις φυλακίσεις, τις εξορίες, τις εκτελέσεις, με ένα δικό τους τρόπο εκφράζοντας την αντίθεσή τους. Αυτό συνεχίζεται και μετά το 1949, αφού το αστικό κράτος συνεχίζει το τσάκισμα του λαϊκού κινήματος και του ΚΚΕ (ήταν ήδη παράνομο), με εξόριστους, φυλακισμένους, ενώ μέχρι το 1955 γίνονται εκτελέσεις.

Είχαν όμως να αντιμετωπίσουν ένα τεράστιο πρόβλημα στη γραφή των στίχων, τη λογοκρισία...

Ο κομμουνιστής λαϊκός συνθέτης Θόδωρος Δερβενιώτης, έχει πει ότι μερικές φορές βάζοντας στο στίχο τη λέξη "γυναίκα" όπως γράφτηκε π.χ. στα "Μάνταλα" του Τσιτσάνη, ήταν για να ξεγελάσει τους λογοκριτές...

Τα έκαναν δικά τους οι άνθρωποι του μόχθου

Αυτά τα τραγούδια πρέπει επίσης να τα προσεγγίζουμε όχι μόνο με βάση την πρώτη ανάγνωση των στίχων τους ή από την πρόθεση των δημιουργών τους, αλλά από το πώς οι λαϊκοί άνθρωποι αισθάνονταν στο άκουσμά τους την ίδια τους τη ζωή εκείνη την περίοδο, τα έκαναν δικά τους γιατί εκφράζανε τα συναισθήματά τους. Το λαϊκό τραγούδι έχει και αυτή την έκφραση. Ανεξάρτητα από το πώς και γιατί το δημιούργησε ο δημιουργός του, ουσιαστικά ο λαός τού δίνει τα δικά του χαρακτηριστικά, αισθανόμενος μέσα απ' αυτό δικά του βιώματα, συναισθήματα, πόθους, ελπίδες. Και μ' αυτήν την ανάγνωση επίσης πρέπει να προσεγγίζουμε τα τραγούδια αυτής της περιόδου.Ο λαός, λοιπόν, έκανε δικά του αυτά τα τραγούδια, δίνοντας αυτός το περιεχόμενο που τον εξέφραζε. Κάποιοι δημιουργοί όμως έγραψαν και ενάντια στον Δημοκρατικό Στρατό.

Υπάρχει το τραγούδι "Ενας λεβέντης έσβησε" των Μάθεση - Γενίτσαρη για το θάνατο του Αρη Βελουχιώτη. Οι δύο τελευταίοι στίχοι είναι οι πλέον χαρακτηριστικοί, γραμμένοι από τον Μανώλη Χιώτη, που πρωτοέγραψε και μουσική στο τραγούδι το 1945, αλλά χάθηκε.

Οι στίχοι λένε για τον Αρη:

"Κείνος δε θέλει κλάματα δε θέλει μοιρολόγια

θέλει αγώνες και χαρές αρματωσιές και βόλια"

Από τα τραγούδια της περιόδου του αγώνα του ΔΣΕ, χαρακτηριστικά είναι το "Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι" του Απ. Καλδάρα, (οι πραγματικοί στίχοι είναι: "νύχτωσε και στο Γεντί», μετά "το στενό παραθύρι που φωτίζει το κελί", και "τι έχει κάνει και το κλείσαν το παιδί στη φυλακή;"), "Κάποια μάνα αναστενάζει", των Μπακάλη - Τσιτσάνη, "Σ' ένα βράχο φαγωμένο" των Καλδάρα - Παπαγιαννοπούλου, "Κάνε λιγάκι υπομονή" του Τσιτσάνη, "Τα μάνταλα" του Τσιτσάνη, "Μπρος στο ρημαγμένο σπίτι" των Τσιτσάνη - Βίρβου.

Για παράδειγμα, στο "Κάποια μάνα αναστενάζει" στον τελευταίο στίχο, η "μαύρη ξενιτιά" είναι αλληγορικά η φυλακή, η εξορία. Τραγουδιόταν από το λαό αντί για μαύρη ξενιτιά, ή "μαύρα νησιά", από τα νησιά εξορίας.

Είναι μερικά ενδεικτικά από τα τραγούδια που θα ακούσουμε σήμερα».