ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ - ΚΟΥΑΡΤΕΤΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ
Συγκλίνουν σε ανατροπές ανεξάρτητα από ελιγμούς και χρονοδιάγραμμα

Επικοινωνιακοί τακτικισμοί από την κυβέρνηση, που διαβεβαιώνει όμως ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται

Τρίτη 22 Νοέμβρη 2016

Eurokinissi

Η υπουργός Εργασίας προσέρχεται στη διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο
Ολο και πιο βαθιά μπαίνουν οι συζητήσεις κυβέρνησης - κουαρτέτου για τα Εργασιακά, προκειμένου για λογαριασμό του κεφαλαίου να κατοχυρωθούν παλιότερες αντεργατικές ανατροπές και να προχωρήσουν οι νέες. Μετά την επίδοση των γραπτών θέσεων του κουαρτέτου το περασμένο Σάββατο, η συνάντηση της υπουργού Εργασίας, Εφης Αχτσιόγλου, με τους εκπροσώπους των «θεσμών» την επόμενη μέρα, διήρκεσε τέσσερις ολόκληρες ώρες, με την κυβέρνηση να προσπαθεί να δραματοποιήσει τη διαπραγμάτευση και να καλλιεργήσει την εικόνα ότι μάχεται τάχα για τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Μετά την πολύωρη συνάντηση, η αρμόδια υπουργός το μόνο που δήλωσε ήταν πως «η διαπραγμάτευση συνεχίζεται», χωρίς όμως να καταγράφεται κάποια παρέκκλιση από το στόχο της ολοκλήρωσης με συμφωνία μέχρι το Γιούρογκρουπ της 5ης Δεκέμβρη. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τα χρονοδιαγράμματα και τα σενάρια που φέρουν ως ενδεχόμενο το «σπάσιμο» των μέτρων σε δόσεις, οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν καθαρό ότι η αντιλαϊκή και αντεργατική τους κατεύθυνση είναι δεδομένη, όποια και αν είναι η δοσολογία και ο χρόνος που τελικά θα ψηφιστούν.

Σίγουρο επίσης είναι ότι στα Εργασιακά, ενώ προωθούνται νέες ανατροπές στο ζήτημα των απολύσεων και της συνδικαλιστικής δράσης, η κυβέρνηση, σε συνεργασία με το κουαρτέτο, προχωρά στην παγίωση στο διηνεκές της εργασιακής ζούγκλας, που επιβλήθηκε ιδιαίτερα μετά το 2010, επιχειρώντας να θολώσει τα νερά με αόριστες υποσχέσεις ότι κάποτε, στο μέλλον, θα επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις!

Οι ομαδικές απολύσεις

Ειδικότερα, στο ζήτημα των ομαδικών απολύσεων, το χτύπημα που σχεδιάζεται είναι διπλό. Στο τραπέζι πλέον τίθεται με μεγαλύτερη ένταση η αύξηση του επιτρεπόμενου ποσοστού των «νόμιμων» απολύσεων από το 5% στο 10% για τις μεγάλες επιχειρήσεις, χωρίς να αποκλείεται και η επέκταση του νέου αυξημένου ποσοστού σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 150 εργαζόμενους, για τις οποίες ισχύει σήμερα το 5%. Ετσι, το νέο αυξημένο ποσοστό απολύσεων που σχεδιάζεται, θα μπορεί να εφαρμόζεται σε ακόμα μεγαλύτερο πλήθος επιχειρήσεων απ' ό,τι μέχρι σήμερα.

Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει ήδη δηλώσει ότι θα αποδεχτεί την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου με την οποία θα καταργείται η προϋπόθεση της διοικητικής έγκρισης. Μάλιστα, σε μια προσπάθεια να αμβλύνει τις εντυπώσεις από την αποδοχή μιας τέτοιας αλλαγής, που αποσύρει και τα τελευταία τυπικά προσκόμματα για την πλήρη απελευθέρωση των απολύσεων, η κυβέρνηση συζητά την υποκατάσταση του «ελέγχου» και της έγκρισης με μια διαδικασία «προ-έγκρισης» των απολύσεων πέραν των θεσμοθετημένων ορίων, η οποία θα μπορεί να ανατεθεί σε κάποιον φορέα (π.χ. ΟΜΕΔ).

Και ενώ μεθοδεύεται η πλήρης απελευθέρωση των απολύσεων, η κυβέρνηση, με πρόσχημα την ...αποτροπή τους, τάσσεται υπέρ της παραπέρα ευελιξίας στην αγορά εργασίας και σκοπεύει να επεκτείνει την εκ περιτροπής εργασία και τη μερική απασχόληση. Για να διευκολύνει μάλιστα ακόμα παραπέρα την εργοδοσία να κάνει λάστιχο τις εργασιακές σχέσεις και τους μισθούς των εργαζομένων, υπόσχεται ότι για το χρόνο που δεν θα εργάζονται, οι υποαπασχολούμενοι εργαζόμενοι θα λαμβάνουν επίδομα ανεργίας...

Συνδικαλιστική δράση και ΣΣΕ

Στο επίκεντρο των ανατροπών βρίσκεται και η συνδικαλιστική δράση, για την οποία κυβέρνηση και κουαρτέτο επεξεργάζονται νέα εμπόδια, όπως στον τρόπο προκήρυξης της απεργίας (αριθμός εργαζομένων που αποφασίζουν, χρόνος προειδοποίησης), περιορισμό της προστασίας της συνδικαλιστικής δράσης, ακόμα πιο ασφυκτικό έλεγχο εκ μέρους του κράτους στη χρηματοδότηση των συνδικάτων, που όμως έτσι και αλλιώς προέρχεται από τις εισφορές των μελών των σωματείων.

Και ενώ οι νέες ανατροπές είναι προ των πυλών, το επικοινωνιακό «αφήγημα» της κυβέρνησης για «επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων», φαίνεται πως μετράει ώρες, καθώς αποκαλύπτεται πως καμιά τέτοια συζήτηση δεν γίνεται στη διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο.

Πολύ περισσότερο που η λεγόμενη «επαναφορά» που υποσχόταν και διαφήμιζε η κυβέρνηση, με βάση και το Πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, δεν οδηγούσε ούτε στην επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ακόμα και για τον κατώτερο μισθό, ενώ κατοχύρωνε και τη διατήρηση του υπο-κατώτερου μισθού στους νέους εργαζόμενους χωρίς εργασιακή εμπειρία. Αντίστοιχα, δεν εξασφάλιζε την υπερίσχυση των κλαδικών συμβάσεων έναντι των επιχειρησιακών, αλλά ούτε την ισχύ της ευνοϊκότερης σύμβασης για τους μισθωτούς.