ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΟΥ ΚΚΕ
Να προσανατολίζουμε το κίνημα ώστε να μην έχει εμπιστοσύνη σε καμία αστική τάξη ή ιμπεριαλιστική συμμαχία

Αποσπάσματα από την εισηγητική ομιλία του Κώστα Παπαδάκη, μέλους της ΚΕ και ευρωβουλευτή του ΚΚΕ, στο Σεμινάριο

Κυριακή 18 Δεκέμβρη 2016

Ο Κ. Παπαδάκης στο βήμα
Σήμερα, βλέπουμε να προβάλλουν δίπλα στις παλιές διακρατικές ενώσεις, όπως είναι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, και νέες: Στην Ευρασία, στη Λατινική Αμερική, στην Ασία, εμφανίζονται ενώσεις που υποτίθεται έρχονται να ενώσουν τους λαούς και την οικονομική ζωή ολόκληρων ηπείρων. Το πρόβλημα είναι σοβαρό, γιατί, εκτός από τα μεταλλαγμένα κόμματα με τον τίτλο του «κομμουνιστικού» που ακολουθούν σοσιαλδημοκρατικό δρόμο, υπάρχουν και ΚΚ που προσπαθούν, που παλεύουν αλλά αποσπούν αυτήν την εξέλιξη από την οικονομική βάση και τη χαιρετίζουν, προσχωρώντας στο «ιδεολόγημα» του λεγόμενου «πολυπολικού κόσμου».

Την ίδια ώρα, στην ΕΕ, που είναι μία προωθημένη μορφή αντιδραστικής συμμαχίας μεταξύ καπιταλιστικών κρατών στην Ευρώπη, παρατηρούνται διεργασίες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αξιολογηθούν και οι εξελίξεις με το Brexit, όπου η αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια εγκλωβίστηκε στο ρεύμα του αστικού ευρωσκεπτικισμού. Τάση που αναπτύσσεται σε πολλές χώρες της ΕΕ και γίνεται προσπάθεια αξιοποίησής της από ακροδεξιές και φασιστικές δυνάμεις.

Κι αυτά συμβαίνουν την ώρα που τα «αριστερά» κόμματα και κόμματα που είναι φορείς του οπορτουνισμού και συνδέονται με το ρεύμα του λεγόμενου «ευρωκομμουνισμού» απευθύνουν εδώ και δεκαετίες μάταιες εκκλήσεις και αγωνίζονται για τον «εκδημοκρατισμό» της ΕΕ, την «επιστροφή στις ιδρυτικές αρχές της», που τώρα δήθεν δεν ακολουθεί, τον «εξανθρωπισμό» της, τη μετατροπή της σε «Ευρώπη των λαών», όπου θα γίνει σεβαστή η «εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία».

Με ενδιαφέρον οι αντιπρόσωποι των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων συμβάλλουν στο διεθνές Σεμινάριο
Το ίδιο επικίνδυνες είναι - κατά τη γνώμη μας - κι απόψεις, που, με διαφορετικά επιχειρήματα, παραιτούνται από την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού σε εθνικό επίπεδο, ευθέως απορρίπτοντας τη λενινιστική αντίληψη για τη δυνατότητα νίκης της επανάστασης σε μια χώρα, που υπάρχει και στο συγκεκριμένο έργο του Λένιν.

Ο ιμπεριαλισμός είναι η αντιδραστική εποχή του καπιταλισμού που σαπίζει και πεθαίνει

Κατά την εκτίμησή μας, αυτά συμβαίνουν γιατί στις γραμμές του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος παραμένουν σήμερα ισχυρές μια σειρά οπορτουνιστικές θέσεις και επεξεργασίες, που στην ουσία αντιλαμβάνονται τον ιμπεριαλισμό κυρίως ως εξωτερική πολιτική, ως ξένη, εξωτερική εισβολή και επικυριαρχία ενός ισχυρότερου αστικού κράτους απέναντι σ' ένα ασθενέστερο.

Αυτές οι επεξεργασίες συχνά προβάλλουν τις υπαρκτές ιμπεριαλιστικές στρατιωτικές επιθέσεις και επεμβάσεις των πιο ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, τη διείσδυση ξένων μονοπωλίων για εκμετάλλευση και έλεγχο της αγοράς μιας χώρας ή μιας ευρύτερης περιοχής, αποσπασμένα από τις σχέσεις ανισοτιμίας που αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του καπιταλιστικού συστήματος, και από το κοινωνικό - οικονομικό περιεχόμενο του ιμπεριαλισμού, ως τελευταίου ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού.

Αυτές οι αντιλήψεις περιορίζουν το εργατικό κίνημα σε μια επιφανειακή καταδίκη των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και ταυτόχρονα προβάλλουν λαθεμένα τη δυνατότητα κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με αστικές δυνάμεις, με στόχο το ξεπέρασμα της καθυστέρησης της καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας και την ουσιαστική κατάκτηση της εθνικής της ανεξαρτησίας. Ετσι, ο στόχος της αναβάθμισης της θέσης μιας καπιταλιστικής χώρας μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, ένας στόχος που οδηγεί στην ταξική συνεργασία, προβάλλεται ως «αντιιμπεριαλιστικός», εμφανίζεται ως ριζοσπαστικός στόχος πάλης ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση, πολύ περισσότερο ως βήμα ή στάδιο για το σοσιαλισμό.

Γι' αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία η προβολή της λενινιστικής θέσης για τον ιμπεριαλισμό, ως αντιδραστικής εποχής του καπιταλισμού που σαπίζει και πεθαίνει, με ενιαία χαρακτηριστικά για όλα τα κράτη του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος, είτε είναι ασθενέστερα είτε ισχυρότερα κάποια χρονική στιγμή.

Ενιαία γνωρίσματα που αφορούν στην κυριαρχία των μονοπωλίων, των ισχυρών μετοχικών εταιρειών και την όξυνση του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, στο σχηματισμό του χρηματιστικού κεφαλαίου, στην αύξηση της σημασίας της εξαγωγής κεφαλαίου σε σχέση με την εξαγωγή εμπορευμάτων, στην πάλη για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των εδαφών μεταξύ ιμπεριαλιστικών κρατών και διεθνών μονοπωλιακών ομίλων.

Η κυριαρχία των μονοπωλίων, των ισχυρών μετοχικών εταιρειών οδηγεί στην απομάκρυνση, στο διαχωρισμό της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας απ' τη διεύθυνση και οργάνωση της καπιταλιστικής παραγωγής και αποτελεί την οικονομική βάση αύξησης του παρασιτικού ρόλου της αστικής τάξης σε κάθε καπιταλιστικό κράτος. Επικίνδυνα παράσιτα κερδίζουν καθημερινά απ' την αγοραπωλησία μετοχών καπιταλιστικών επιχειρήσεων, χωρίς καμιά άλλη σχέση με τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις.

Ο παρασιτισμός, η όξυνση της βασικής αντίθεσης ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της, χαρακτηρίζουν όλα τα καπιταλιστικά κράτη, ανεξάρτητα απ' τη θέση τους στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Παράλληλα, η ενίσχυση της τάσης εξαγωγής κεφαλαίου επιταχύνει την ανάπτυξη του καπιταλισμού στις χώρες που κατευθύνεται και συμβάλλει μαζί με την ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων στη γρήγορη αλλαγή συσχετισμού μεταξύ κρατών στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, σύμφωνα με τον νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης.

Ο Λένιν ανέδειξε στο έργο του ότι στις αρχές του 20ού αιώνα μια μικρή ομάδα κρατών κατείχε ηγετική θέση στην παγκόσμια αγορά χάρη στα τραστ, στα καρτέλ, στις διακρατικές σχέσεις κρατών πιστωτών - κρατών οφειλετών. Φώτισε την αύξηση της ισχύος που αποκτούν τα συγκεκριμένα κράτη, τα οποία παίζουν το ρόλο του πιστωτή, του τοκογλύφου, του εισοδηματία σε σχέση με τα κράτη οφειλέτες. Εστίασε, επίσης, στην ομάδα ισχυρών κρατών που κατείχαν αποικίες στην εποχή του.

Ακολουθώντας την λενινιστική μέθοδο, πρέπει να εξετάζουμε τις σύγχρονες μεταβολές, τις θέσεις των κρατών στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Σήμερα, περίπου 200 κράτη έχουν κατακτήσει την πολιτική τους ανεξαρτησία. Λόγω της επίδρασης του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης, οι ανισότιμες σχέσεις μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών είναι σύμφυτες με το ιμπεριαλιστικό σύστημα και η μεταβολή του συσχετισμού των κρατών είναι συνεχής.

Επομένως, δεν μπορεί ν' αποτελέσει στόχο πάλης των κομμουνιστών η διασφάλιση ισότιμων σχέσεων μεταξύ αστικών κρατών, σε καπιταλιστικό έδαφος, ακόμη και στο πλαίσιο μιας διακρατικής συμμαχίας, όπως είναι η ΕΕ ή οποιασδήποτε άλλης καπιταλιστικής διακρατικής ένωσης.

Ανισότιμη αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών χωρών

Στο σύγχρονο ιμπεριαλιστικό σύστημα, έχει διαμορφωθεί ένα καθεστώς ανισότιμης αλληλεξάρτησης του συνόλου των καπιταλιστικών κρατών. Ισχυρά κράτη - πιστωτές του 20ού αιώνα έχουν μετατραπεί σήμερα σε κράτη - οφειλέτες (π.χ. το μεγάλο κρατικό χρέος των ΗΠΑ, της Γαλλίας, της Ιταλίας), ενώ η Κίνα είναι κράτος - πιστωτής. Η μεταβολή της ισχύος της Βρετανίας συγκριτικά με την Ινδία απ' τον 20ό στον 21ο αιώνα αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Σήμερα, οι ΗΠΑ παραμένουν η ισχυρότερη δύναμη του ιμπεριαλιστικού κόσμου, μιας και η δύναμη κάθε αστικής τάξης είναι συνισταμένη της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος τους. Ωστόσο, συνεχίζεται η τάση μεταβολής του συσχετισμού δύναμης, με συρρίκνωση των μεριδίων των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν και αύξηση του μεριδίου της Κίνας και άλλων χωρών. Εξέλιξη που συνδυάζεται με τη δημιουργία νέων διακρατικών ενώσεων καπιταλιστικών χωρών, όπως, π.χ. είναι η συμμαχία των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Ν. Αφρική).

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, οφείλουν να εξετάσουν οι κομμουνιστές την εξέλιξη των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, των ανισότιμων διακρατικών σχέσεων, των υπαρκτών ιμπεριαλιστικών στρατιωτικών, πολιτικών και οικονομικών εξαρτήσεων καθώς και την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών επεμβάσεων, την επέκταση τοπικών πολέμων, τον κίνδυνο ενός νέου γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Ειδάλλως, η όποια πρόβλεψη θα είναι επισφαλής, αφού δεν θα εδράζεται στη σχέση οικονομίας - πολιτικής. Διαφορετικά, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος το κομμουνιστικό κίνημα αντί να αξιοποιήσει τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για την επαναστατική ανατροπή της αστικής τάξης, να υπηρετήσει τελικά τα συμφέροντα ενός απ' τα ανταγωνιζόμενα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Μέσα από αυτό το πρίσμα καλούμαστε να δούμε και τέτοιες μεγάλες συμφωνίες, όπως είναι η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων με την ΕΕ, που σχεδιάζεται να καλύψει το 50% της σημερινής παγκόσμιας παραγωγής και το 30% του παγκόσμιου εμπορίου. Η ΤΤΙΡ, στην ουσία της, αποτελεί την ευρωατλαντική απάντηση στην άνοδο ισχυρών καπιταλιστικών οικονομιών όπως η Κίνα και η Ινδία στην Ασία, αλλά και συνολικά οι χώρες των BRICS. Εξέλιξη που συναντά σημαντικά τμήματα της γαλλικής και γερμανικής αστικής τάξης να αντιδρούν, γιατί καταλαβαίνουν ότι η αμερικανική πρόταση αποτελεί τον «δούρειο ίππο» για τη διασφάλιση της οικονομικής ηγεμονίας των ΗΠΑ στην Ευρώπη.

Συνυπάρχουν, ταυτόχρονα, οι βλέψεις των ευρωπαϊκών μονοπωλίων να διεισδύσουν πιο αποφασιστικά στην αγορά των ΗΠΑ, όχι για να επιβάλουν «φιλολαϊκές προδιαγραφές, στάνταρτς υγιεινής και ασφάλειας που δεν υπάρχουν στις ΗΠΑ», όπως ισχυρίζονται αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις σαν το ΚΕΑ, αλλά για τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας τους. Ενδεικτική γι' αυτό, άλλωστε, είναι η πρόσφατη εξαγορά από το γερμανικό μονοπώλιο της «Bayer» του εμβληματικού αμερικανικού ομίλου των μεταλλαγμένων, της «Monsanto».

Ετσι εντείνεται ο οικονομικός πόλεμος, όχι μόνο ανάμεσα στη Ρωσία και τις χώρες του ευρωατλαντισμού, αλλά και στο εσωτερικό του ευρωατλαντικού μπλοκ, μεταξύ ΗΠΑ - Γερμανίας, με την ανάδειξη υποθέσεων σκανδάλων, με δικαστικές αποφάσεις που αφορούν στη «Siemens», τη VW, την «Deutsche Bank», την «Apple».

Σ' αυτές τις συνθήκες, η κριτική που ασκούν σοσιαλδημοκρατικές και άλλες οπορτουνιστικές δυνάμεις σε τέτοιου είδους συμφωνίες, που δήθεν θα βγάλουν τα «χαλινάρια» από τα μονοπώλια, θα εμποδίσουν τη «βιώσιμη» και «αειφόρο» ανάπτυξη, θα προσβάλλουν την κυριαρχία κάθε κράτους, κρύβουν την ουσία: ότι η ΤΤΙΡ, και κάθε άλλη τέτοια καπιταλιστική συμφωνία και συμμαχία, δεν αποτελεί απόκλιση, αλλά περίτρανη επιβεβαίωση του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος.

Οπως έγραφε ο Λένιν στο συγκεκριμένο έργο του, για εκείνους που πρέσβευαν τον εξανθρωπισμό των ιμπεριαλιστών «Το να σκέπτεται κανείς έτσι, σημαίνει ότι κατεβαίνει στο επίπεδο ενός παπά, που κάθε Κυριακή κηρύσσει στους πλούσιους το μεγαλείο του χριστιανισμού και τους συμβουλεύει να δωρίζουν στους φτωχούς... αν όχι μερικά δισεκατομμύρια, τουλάχιστο μερικές εκατοντάδες ρούβλια το χρόνο».

Τα κοινά συμφέροντα των μονοπωλίων δεν αναιρούν τις αντιθέσεις

Βεβαίως, τέτοιου είδους συμφωνίες, καθώς και η συζήτηση περί «πολυπολικού κόσμου», «ανασχηματισμού του ΟΗΕ» κ.ά., συνειδητά ή όχι καλλιεργούν την αυταπάτη στους λαούς ενός νέου «ειρηνικού» κόσμου, από τον οποίο έχει απομακρυνθεί το ενδεχόμενο ενός παγκόσμιου πολέμου, εξαιτίας της εμβάθυνσης της οικονομικής συνεργασίας, των μεγάλων οικονομικών συμφωνιών, των πολυεθνικών μονοπωλίων.

Γι' αυτό αποκτά επίσης επίκαιρη σημασία η λενινιστική κριτική στη θεωρία του «υπερ-ιμπεριαλισμού». Μια σειρά σύγχρονες θεωρητικές και πολιτικές επεξεργασίες, επαναφέρουν στην ουσία τον πυρήνα της οπορτουνιστικής αντίληψης του Κάουτσκι (π.χ. παγκοσμιοποίηση, αυτοκρατορία), με την επίκληση ορισμένων υπαρκτών σύγχρονων τάσεων.

Ως σύγχρονα χαρακτηριστικά ενός νέου ιστορικού σταδίου του καπιταλισμού, σε σχέση με την περίοδο του ιμπεριαλισμού προβάλλονται η διεύρυνση της ισχύος των εταιρειών με πολυεθνική μετοχική σύνθεση, ο μεγαλύτερος ρυθμός ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου, η διεύρυνση των αλληλεξαρτήσεων μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών.

Στην πραγματικότητα, όλα αυτά τα φαινόμενα αντανακλούν τη γενική τάση διεθνοποίησης της παραγωγής, των επενδύσεων, της κίνησης του κεφαλαίου στο πλαίσιο της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς. Ομως, αυτή η τάση δεν μπορεί να αναιρέσει την επίδραση του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης, ούτε μπορεί να ανατρέψει το γεγονός ότι το βασικό μέρος της αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου διενεργείται στο πλαίσιο της εθνοκρατικής συγκρότησης της καπιταλιστικής οικονομίας. Πάνω σ' αυτήν την αντιφατική αντικειμενική κίνηση της καπιταλιστικής οικονομίας οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις.

Ο νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης έχει ως αποτέλεσμα να αλλάζουν οι υλικές συνθήκες πάνω στις οποίες διαμορφώνονται οι συμμαχίες μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, ιδιαίτερα στην εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού.

Ο Λένιν αναδεικνύει πολύ εύστοχα το συγκεκριμένο συμπέρασμα εξετάζοντας το οικονομικό περιεχόμενο του συνθήματος «Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης». Τονίζει ότι στις συνθήκες του καπιταλισμού οι Ενωμένες Πολιτείες θα ήταν είτε αντιδραστικές είτε απραγματοποίητες, αφού θα ισοδυναμούσαν με μόνιμη συμφωνία για το μοίρασμα των αποικιών και των αγορών, ανάμεσα στα μεγάλα ευρωπαϊκά αστικά κράτη. Εξηγεί ότι θα ήταν δυνατή μια προσωρινή συμφωνία ανάμεσα σε ευρωπαϊκά κράτη για να πνίξουν από κοινού το σοσιαλισμό στην Ευρώπη και να περιφρουρήσουν από κοινού τις ληστευμένες αποικίες και τις αγορές που ελέγχουν ενάντια στην Αμερική και στην Ιαπωνία.

Υπάρχουν πλέον πολλά δεδομένα, που αποδεικνύουν πως ο Λένιν επιβεβαιώθηκε στις παραπάνω εκτιμήσεις του. Οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες είναι διακρατικές συμμαχίες που εκφράζουν τα κοινά συμφέροντα των αστικών τάξεων των κρατών - μελών τους. Τα κοινά συμφέροντα αφορούν τη μεγέθυνση των μονοπωλίων τους, τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητάς τους σε συνθήκες όξυνσης του ανταγωνισμού στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα καθώς και την ενιαία αντιμετώπιση του εργατικού κινήματος, την εξουδετέρωση των επαναστατικών κομμουνιστικών κομμάτων.

Να μην αποσπάται ο πολιτικός - οικονομικός αγώνας από το ζήτημα της εξουσίας

Ομως, οι κοινές στοχεύσεις των μονοπωλίων των διάφορων κρατών μιας ιμπεριαλιστικής συμμαχίας δεν μπορούν να αναιρέσουν την ανισομετρία και την εθνοκρατική οργάνωση πάνω στην οποία στηρίζεται η καπιταλιστική συσσώρευση. Δεν μπορούν να αναιρέσουν τον ανταγωνισμό και τις αντιθέσεις τόσο στο εσωτερικό κάθε ιμπεριαλιστικής συμμαχίας όσο και μεταξύ διαφορετικών ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και αξόνων.

Στις σημερινές δύσκολες και σύνθετες συνθήκες, καθώς οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για τις πρώτες ύλες, την Ενέργεια, τους δρόμους μεταφοράς των εμπορευμάτων, τα μερίδια των αγορών αυξάνει και ο κίνδυνος ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Οι κομμουνιστές έχουν χρέος να διαλύσουν τις αυταπάτες περί δήθεν ενός «ειρηνικού πολυπολικού κόσμου» κι ακόμη περισσότερο να παλέψουν αποφασιστικά και μεθοδικά για να μη στοιχηθεί η εργατική τάξη πίσω απ' την αστική της χώρας της, για να μην εγκλωβιστεί στην επιλογή συμπόρευσης με κάποια απ' τις ανταγωνιζόμενες ιμπεριαλιστικές συμμαχίες.

Κατά την εκτίμησή μας, προϋπόθεση για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι η συνεχής προσπάθεια να μην αποσπάται ο καθημερινός πολιτικός και οικονομικός αγώνας απ' το κύριο επαναστατικό πολιτικό καθήκον. Να μην παραμερίζεται ο στόχος της εργατικής εξουσίας από άλλον «μεταβατικό» πολιτικό στόχο στο καπιταλιστικό έδαφος (π.χ. την αλλαγή αστικής κυβέρνησης). Να παραμένει σταθερός ο επαναστατικός στρατηγικός προσανατολισμός και σε συνθήκες ανόδου και σε συνθήκες ύφεσης του κινήματος, χωρίς εκπτώσεις στο όνομα της εκδήλωσης της οικονομικής κρίσης, της ανόδου του φασιστικού ρεύματος, του κινδύνου ή και της διεξαγωγής του ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Οι κομμουνιστές πρέπει να διαπαιδαγωγούμε το λαό και να προσανατολίζουμε το εργατικό κίνημα, ώστε να μην έχει καμιά εμπιστοσύνη, σε καμιά αστική κυβέρνηση, καμιά αστική τάξη, καμιά ιμπεριαλιστική συμμαχία. Μόνο τότε μπορούν να αξιοποιήσουν προς όφελος της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και να ανταποκριθούν σε συνθήκες απότομης όξυνσης της ταξικής πάλης.

Πρέπει να προβάλλεται σταθερά ο στόχος της σύγκρουσης και ρήξης με την ΕΕ και κάθε καπιταλιστική διακρατική ένωση ως στοιχείο της πάλης για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, που αποτελεί (η εργατική εξουσία) προϋπόθεση για να λειτουργήσει η αποδέσμευση μιας χώρας από κάθε ιμπεριαλιστική συμμαχία υπέρ του λαού.

Καθοριστικό ζήτημα είναι να διαμορφωθεί επαναστατική στρατηγική από κάθε Κομμουνιστικό Κόμμα στη δική του χώρα, να δώσει μάχη με τον οπορτουνισμό που σπρώχνει σε πολιτική «ουράς» της αστικής τάξης, σε αυταπάτες για «εξανθρωπισμό» της πολιτικής των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών (π.χ. το ΚΕΑ για την ΕΕ). Σ' αυτήν την κατεύθυνση, κάθε ΚΚ πρέπει να δυναμώσει τους δεσμούς του με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, με στόχο την κινητοποίησή τους για τις άμεσες ανάγκες τους, αλλά και την πολιτική ταξική αφύπνιση.

Με αυτήν την έννοια, ο ταξικός αγώνας είναι ενιαίος, οικονομικός - ιδεολογικός - πολιτικός, σε οποιεσδήποτε συνθήκες συσχετισμού μεταξύ των αντίπαλων τάξεων, ευνοϊκότερων ή δυσμενέστερων, όπως και των σημερινών στην Ελλάδα και παγκόσμια. Ετσι, η πάλη για αποκλειστικά δημόσιες, δωρεάν σύγχρονες υποδομές και υπηρεσίες Υγείας, για την ανάκτηση των απωλειών που είχε ο λαός την περίοδο της βαθιάς κρίσης, για την κατάργηση των αντεργατικών νόμων, πρέπει να διεξάγεται ενταγμένη σε γραμμή ρήξης με την ΕΕ, το κεφάλαιο και την εξουσία τους, για την εργατική εξουσία, τη δικτατορία του προλεταριάτου, που θα οδηγήσει σε συνολική αποδέσμευση απ' την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, θα κοινωνικοποιήσει τα μονοπώλια και γενικότερα τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής.

Παράλληλα, έχει σημασία να δυναμώσει ο συντονισμός της πάλης σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με γνώμονα τις σύγχρονες ανάγκες και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης. Σ' αυτήν την κατεύθυνση, ανοίγουν δρόμο οι παρεμβάσεις της «Πρωτοβουλίας των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων της Ευρώπης», για την καταδίκη των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στην Ουκρανία και των επιθέσεων του Ισραήλ στον Παλαιστινιακό λαό, την καταδίκη των ιμπεριαλιστικών σχεδίων στις Συνόδους Κορυφής του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, όπως αυτό για την προώθηση της διχοτόμησης της Κύπρου. Για την καταγγελία της ενίσχυσης της στρατιωτικοποίησης της ΕΕ μέσα από την «Ευρωπαϊκή Αμυντική Ενωση» και την «Παγκόσμια Στρατηγική» της, τη δημιουργία ευρωστρατού. Για την ανάπτυξη δράσης αντιμετώπισης των κινδύνων ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου που γεννά η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σε πολλές γωνιές του πλανήτη μας.

Ενας αιώνας πέρασε από τη συγγραφή των έργων του Λένιν «Για τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης» και «Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» κι αυτά εξακολουθούν να αποτελούν ισχυρά εφόδια για τους κομμουνιστές στην κατανόηση του σύγχρονου κόσμου, καθώς και στην ανειρήνευτη πάλη μας για την ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας.