EMRETAZEGUL |
Τα γεγονότα των τελευταίων δύο - τριών βδομάδων αποδεικνύουν την κρισιμότητα της εύφλεκτης κατάστασης, που επιδεινώνεται.
Η αρχή αυτής της νέας φάσης σηματοδοτήθηκε με την ανακοίνωση της απόφασης των ΗΠΑ να παραμείνουν στη Συρία «επ' αόριστον» (όπου διατηρούν πάνω από 2.000 στρατιώτες) και όχι μόνο μετά την πλήρη ήττα των τζιχαντιστών του «Ισλαμικού Κράτους».
Ακολούθησε στις 20 Γενάρη η έναρξη της δεύτερης τουρκικής χερσαίας επέμβασης στον κουρδικό θύλακα Αφρίν, με απώτερο στόχο την αποτροπή δημιουργίας μελλοντικού κουρδικού κράτους στα νοτιοανατολικά τουρκικά σύνορα.
Στις αρχές τρέχοντος μηνός σημειώθηκε η κατάρριψη ρωσικού μαχητικού «Su-25» από πυρά αντικαθεστωτικών της «Αλ Κάιντα» στην επαρχία Ιντλίμπ. Τα ρωσικά αντίποινα ξεδιπλώνονται, έκτοτε, μέσα από σφοδρές επιδρομές της συριακής και ρωσικής Πολεμικής Αεροπορίας στο Ιντλίμπ και στην Ανατολική Γκούτα (το μοναδικό προάστιο της Δαμασκού, που ελέγχεται από τζιχαντιστές της «Αλ Κάιντα»).
Τα χειρότερα, ωστόσο, διαδραματίστηκαν μέσα στο τελευταίο 10ήμερο, με πιο ανησυχητικές εξελίξεις την επιλογή των ΗΠΑ και των συμμάχων τους να βομβαρδίσουν στις 7 Φλεβάρη φιλοκυβερνητικές συριακές δυνάμεις κοντά στις πετρελαιοπηγές Κχουσάμ της ανατολικής επαρχίας Ντέιρ Εζόρ, με αποτέλεσμα πάνω από 100 νεκρούς και πολλές δεκάδες τραυματίες. Οι Αμερικανοί υποστήριξαν πως ήταν βομβαρδισμός «άμυνας» απέναντι σε δυνάμεις Αράβων και Κούρδων μαχητών που υποστηρίζουν στην περιοχή.
Ακολούθησε, μέσα στις επόμενες μέρες, νέος βομβαρδισμός φιλοκυβερνητικών συριακών δυνάμεων, με αποτέλεσμα να χτυπηθεί και άρμα μάχης με «ρωσικά χαρακτηριστικά» και πάλι στην ανατολική επαρχία Ντέιρ Εζόρ. Το γεγονός επιβεβαιώθηκε (με αρκετή ασάφεια...) από τον Αμερικανό αντιστράτηγο, Τζέφρι Χαριτζιάν, που είναι επικεφαλής της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας της Κεντρικής Διοίκησης του αμερικανικού στρατού στο Κατάρ. Η ρωσική πλευρά επέλεξε να υποβαθμίσει αυτό το δεύτερο τμήμα, διαψεύδοντας επανειλημμένα τις πληροφορίες αμερικανικών ΜΜΕ για πολλούς νεκρούς «Ρώσους μισθοφόρους» (π.χ. από εταιρείες όπως η «Wagner»).
Ωστόσο, την Τρίτη ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, κατήγγειλε τις ΗΠΑ ότι κάνουν «επικίνδυνα μονομερή βήματα», προσπαθώντας να δημιουργήσουν «ημι-κρατική δομή στην ανατολική Συρία ανατολικά του ποταμού Ευφράτη έως τα σύνορα με το Ιράκ».
Μέσα σε όλα αυτά, προστέθηκαν άλλα δύο σημαντικά γεγονότα:
Η κατάρριψη του ισραηλινού μαχητικού δεν αποκλείεται να ανοίξει νέο, μεγαλύτερο μέτωπο στα σύνορα Συρίας - Ισραήλ (στα κατεχόμενα του Γκολάν, όπου πέρα από τη στρατηγική θέση με θέα στην ευρύτερη περιοχή, υπάρχουν σημαντικοί υπόγειοι υδροφόροι ορίζοντες και κοιτάσματα υδρογονανθράκων). Μία τέτοια εξέλιξη θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις Ισραήλ - Ρωσίας, όπου φαινόταν τα τελευταία χρόνια να υπάρχει μία «αλληλοκατανόηση» ή έστω ανοχή όσον αφορά τις δραστηριότητές τους στη Συρία. Με δεδομένη, βεβαίως, την ισχυρή γεωπολιτική κόντρα του Ισραήλ με το Ιράν και τη μεγαλύτερη γεωπολιτική αντιπαράθεση που εξυφαίνεται εδώ και καιρό ανάμεσα στο Ιράν, τις ΗΠΑ, Χώρες του Περσικού Κόλπου κ.ά.
Επιπροσθέτως, το γεγονός συντριβής του τουρκικού στρατιωτικού ελικοπτέρου ρίχνει αντικειμενικά και άλλο «λάδι στη φωτιά» της ήδη κλιμακούμενης κόντρας ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ. Την κατάσταση επιβαρύνει ακόμα περισσότερο η δημοσιοποίηση του νέου σχεδίου προϋπολογισμού της κυβέρνησης Τραμπ για το 2019, όπου σχεδιάζεται να δοθούν για εκπαίδευση και εξοπλισμούς Κούρδων μαχητών σε Συρία και Ιράκ πάνω από 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια.
Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό αφενός με τη στρατιωτική επιλογή των ΗΠΑ να συνεργαστούν στενά με τους Κούρδους μαχητές των δυνάμεων YPG στη Συρία (που θεωρούνται από την Αγκυρα τρομοκρατικές σαν «παρακλάδι του ΡΚΚ») και αφετέρου την αμετακίνητη θέση τους να μην επιτρέψουν διεύρυνση της τουρκικής χερσαίας επέμβασης στο Μάνμπιτζ, δείχνουν πως τα σύννεφα του πολέμου πλέον δεν βρίσκονται μόνο πάνω από τη Συρία. Σκιάζουν, δυσοίωνα, την ευρύτερη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, όπου ας μην ξεχνάμε, βρίσκεται σε εξέλιξη το μεγάλο «πόκερ» των μονοπωλιακών ομίλων.
Μέσα σ' αυτό το κλίμα, ξεκίνησε την Πέμπτη η επίσημη επίσκεψη του ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Ρεξ Τίλερσον στην Τουρκία, με πρώτη επαφή το βράδυ της ίδιας μέρας με τον Πρόεδρο της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (χωρίς να γίνουν δηλώσεις) και την Παρασκευή με τον Τούρκο ομόλογό του, Μ. Τσαβούσογλου (όπου αναμενόταν κοινή συνέντευξη Τύπου).
Το βάρος στις συναντήσεις πέφτει στις εξελίξεις στο μέτωπο της Συρίας, αλλά και στην κατάσταση που διαμορφώθηκε στις διμερείς σχέσεις, ιδιαίτερα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το καλοκαίρι του 2016, με την Τουρκία να αμφιβάλει για το ρόλο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα στην περίπτωση της κομβικής βάσης του Ιντσιρλίκ.
Από την επίσκεψη Τίλερσον διαφαίνεται η προσπάθεια των ΗΠΑ για επαναπροσέγγιση, ενώ σύμφωνα με διαρροές, η πρόταση που κομίζει ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, είναι για τη δημιουργία μιας «ασφαλούς ζώνης κατά μήκος των τουρκοσυριακών συνόρων», για να διασκεδαστούν οι φόβοι της Τουρκίας στα νότια σύνορά της και να εκτονωθεί η ένταση.
Στα αξιοσημείωτα της επίσκεψης Τίλερσον είναι ότι στην Αγκυρα μετέβησαν και οι πρέσβεις των ΗΠΑ στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ, της Κύπρου Κάθλιν Ντόχερτι, και άλλων χωρών από το Μπακού έως το Βελιγράδι, όπως δηλώνεται με μια «φιλόδοξη ενεργειακή ατζέντα».