Καπνίζαμε απανωτά τσιγάρα, για να διασκεδάσουμε την αμηχανία μας και τρώγαμε ασταμάτητα φουντούνια που είχαμε πάρει μαζί μας, γιατί μας είπανε πως μ' αυτά θα μπορούσαμε να δωροδοκήσουμε κιόλας, αν κάποιος μάς σταματούσε, χωρίς λόγο. Κι όχι μόνο αυτό. Στο πορτ μπαγάζ του τζιπ είχαμε φορτώσει και δυο κάσες «κόκα κόλα». Τρελαίνεται, μας είπανε γι' αυτές ο Μπιν Λάντεν. Του στέλνουν πολύ συχνά από τη Ν. Υόρκη, μάς είπανε, αλλά δεν κρατάνε πολύ. Πήραμε, επίσης, και ένα τεύχος του «Πλέι Μπόι», για το γιο του Μπιν Λάντεν. Για να εξασκείται στα αγγλικά, μάς είπανε. Κι όλες αυτές τις λεπτομέρειες για τις συνήθειες των Μπιν Λάντεν, μάς είπανε πάλι, ότι τις είχανε «κατεβάσει» από το site του ιντερνέτ w.w.w. Bin. Elkaida. FG. Και συμπλήρωσαν πως την ηλεκτρονική σελίδα του Μπιν Λάντεν την πήρανε από ένα πράκτορα της CIA που δούλευε τα τελευταία χρόνια στο Καράτσι, για 10.000 δολάρια.
- You must follow me (πρέπει να με ακολουθήσετε).
Φυσικά ούτε σκέψη να μην υπακούσουμε. Εξάλλου το ότι είχε τελειώσει η συζήτησή τους και τώρα έπρεπε να ακολουθήσουμε τον χοντρό Ταλιμπάν, ήτανε μια πρόοδος. Κάτι προχωρούσε. Χωρίς να σβήσω τη μηχανή, γιατί φοβόμουνα πως, όταν γυρίζαμε, με το καλό, δε θα μπορούσαμε να βάλουμε μπρος το σαράβαλό μας, κατέβηκα από το αυτοκίνητο. Ακολούθησε και ο σύντροφός μου, με σκοτεινιασμένο βλέμμα.
- Και τώρα τι γίνεται, μού ψιθύρισε.
- Τα φουντούνια, ψιθύρισα κι εγώ. Μόλις προλάβαμε να πάρουμε τα φουντούνια στα χέρια, ακούστηκε η γυναικεία φωνή του χοντρού Ταλιμπάν.
- Stop there, please, (σταματήστε εκεί, παρακαλώ) είπε και σήκωσε τη φωτογραφική μηχανή στρέφοντας το φακό προς τα μας.
- Please, smile, ( χαμογελάστε, παρακαλώ) ξαναμίλησε ο χοντρός.
- Thank you, ακούσαμε το φωτογράφο μας. Κρέμασε τη φωτογραφική μηχανή στον ώμο του και έκανε να φύγει. Δεν τον άφησα όμως να κάνει ούτε ένα βήμα.
- Excuse me, my friend, a present for you (συγγνώμη, φίλε μου, ένα δώρο για σένα) και του έδειξα τα φουντούνια.
- Oh no, we the Americans don't eat such garbage ( Ω, όχι εμείς οι Αμερικανοί δεν τρώμε τέτοια σκουπίδια), αντέδρασε ο χοντρός και έφυγε.
(συνεχίζεται)